ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ (ΜΕΡΟΣ Α')(ΜΕΡΟΣ Β')
- vlaxosalexandros20

- 17 Μαρ 2021
- διαβάστηκε 21 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 28 Απρ 2021

1
Φιλότητας σαρκικής η δύτητος μιμητής τους έρωτας ως Τριάς, μαράνασα σβέσασα, τόσο πόθο πτέρωσον την εμήν καρδίαν και ανάστησον προς σε ο Θεός.
Η Θέωσις των κτισμάτων θα πραγματοποιηθεί πλήρως εις τον μέλλοντα αιώνα μετά την ανάσταση των νεκρών. Εν τούτοις από της παρούσης ήδη ζωής πρέπει η θεούσα αυτή ένωσις να πραγματοποιείται όλονεν και περισσότερον. Μεταβάλλουσα την φθαρτήν και εξηχρεωμένιν φύσιν, προσαρμόζουσα αυτήν εις την αιώνιον ζωήν. Εάν ο Θεός έδωκεν εις ημάς εν τη Εκκλησία όλας τας αντικειμενικάς προϋποθέσεις, όλα τα μέσα δια να επιτύχωμεν αυτόν τον σκοπόν, πρέπει από της ειδικής μας πλευράς να δημιουργήσωμεν τας απαραίτητας υποκειμενικάς προυποθέσεις. Διότι η ένωσις πραγματοποιείται εν τη <<συνεργεία>> του ανθρώπου μετά του Θεού. Η υποκειμενική αυτή πλευρά της μετά του Θεού ενώσεως αποτελεί την οδόν της ενώσεως, η οποία είναι η χριστιανική ζωή.
Ο Άγιος Σεραφείμ του Sarov, εις τας αρχάς του τελευταίου αιώνος, ηθέλησε να προσδιορίσει κατά την διάρκεια μιας συνομιλίας τον σκοπόν της χριστιανικής ζωής. Ο προσδιορισμός ούτως, ο οποίος εκ πρώτης όψεως δύναται να φανεί απλούστατος, περιλαμβάνει ολόκληρον την πνευματικήν παράδοσιν της Ορθοδόξου Εκκλησίας <<Η προσευχή, η νηστεία, αι αγρυπνίαι και όλαι οι χριστιανικαί ασκήσεις, έλεγεν καίτοι είναι άρισται καθ’ εαυτάς. Ουδόλως αντιπροσωπεύουν μόναι τον σκοπό της χριστιανικής ζωής. Είναι η απόκτησις του Αγίου Πνεύματος. Όσον αφορά δε εις τας νηστείας, τας αγρυπνίας, τας προσευχάς, τας ελεημοσύνας και τα άλλα καλά έργα τα οποία γίνονται εν ονόματι του Χριστού είναι μέσα δια την απόκτησιν του Αγίου Πνεύματος. Σημειώσατε καλώς τούτο, μόνον το εν ονόματι του Χριστού ποιηθέντα καλά έργα φέρουν εις ημάς τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Αλλά καίτοι, καλλαί πράξεις, εάν δεν εγένοντο εν ονόματι του Χριστού, δεν είναι δυνατόν να μας βοηθήσουν ώστε να λάβωμεν αμοιβήν εν τη ζωή του μέλλοντος αιώνος, ούτε να προσφέρουν εις ημάς την χάριν του Θεού εν τη παρούση ζωή. Δια τον λόγον αυτόν, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είπεν <<Ο μη συνάγων μετ’ Εμού, σκορπίζει>> (Ματθ. 1Β-30). Με άλλους λόγους το αυτόνομον αγαθόν δεν πρέπει να υφίσταται δι’ ένα χριστιανόν, εν έργον είναι καλόν εφ΄όσον υπηρετεί την μετά του Θεού ένωσιν εφ’ όσον καθιστά εις ημάς οικείαν την χάριν.
2
Αι αρεταί δεν είναι ο σκοπός αλλά τα μέσα ή μάλλον τα σημεία, αι εξωτερικαί εκδηλώσεις της Χριστιανικής ζωής, διότι εις μόνον σκοπός υπάρχει η απόκτησις της χάριτος. Η ιδέα της αρετής είναι ξένη προς την ανατολικήν παράδοσιν. Η λέξις αύτη συναντάται σπανίως εις την πνευματικήν φιλολογία της Ανατολικής Εκκλησίας και δεν έχει την αυτήν έννοιαν ως εις την Δύσιν. Η αιτία πρέπει να ζητηθεί εις την γενικήν στάσιν της Ανατολικής Θεολογίας έναντι της χάριτος και του αυτεξούσιου. Το θέμα τούτο ουδέποτε είχεν εις την Ανατολήν την οξύτητα την οποία προσέλαβεν εις την Δύσιν από του Αγίου Αυγουστίνου.
Η ανατολική παράδοσις ποτέ δεν διαχωρίζει τας δύο αυτάς στιγμάς: η χάρις και η ανθρώπινη ελευθερία εκδηλούνται ταυτοχρόνως και δεν δύναται να νοηθούν η μία άνευ της άλλης κατά την παράδοσιν ταύτην. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης εκφράζει σαφέστατα τον αμοιβαίον τούτον σύνδεσμον, ο οποίος σχηματίζει εκ της χάριτος και του αυτεξούσιου δύο πόλους, μιας και της αύτης πραγματικότητας. <<Η τε γαρ του Θεού χάρις ψυχαίς φευγούσαις την σωτηρία ουκ έχει επίφοιτον, ητε της του ανθρώπου αρετής δύναμις ουκ εξάρκει καθ’ εαυτήν προς το της ζωής είδος αναβιβάσαι ψυχάς αμοιρούσας της χάριτος>>.
<<Προελθούσα δε εις ταύτον δικαιοσύνη έργον και πνεύμα της χάρης εις ην συνήλθον ψυχήν, ταύτην ζωής μακαρίας μετ’ αλλήλων ενέπλησαν>>.
Επομένως η χάρις δεν είναι μια ανταμοιβή της αρετής της ανθρώπινης θελήσεως, ως ήθελε τούτο ο πελαγιανισμός, αλλ’ ούτε πολύ περισσότερο η αιτία των <<ενάρετων πράξεων>> του αυτεξουσίου ημών, διότι δεν πρόκειται περί αρετών αλλά περί συνεργίας, περί συνεργασίας των δύο θελήσεων, Θείας και ανθρώπινης, περί συμφωνίας εν τη οποία η χάρις βλαστάνει όλονεν και περισσότερον και οικειούται <<κτάτε>> αυτήν το ανθρώπινον πρόσωπον.
Η χάρις είναι η παρουσία του Θεού εν ημίν η οποία απαιτεί εκ μέρους ημών συνεχής προσπάθειας. Εν τούτοις αι προσπάθειαι αύται ουδόλως υποχρεώνουν την χάριν, ουδέ η χάρις κινεί την ελευθερία ως μία άγνωστος προς αυτήν δύναμις.
Η Θεία αύτη πίστη εις το αποφατικόν πνεύμα της ανατολικής παραδόσεως εκφράζει το μυστήριον της συμπτώσεως της χάριτος και της ημετέρας θελήσεως κατά τας αγαθάς πράξεις αποφεύγουσα τους θετικούς και λογικούς όρους. Το βασικόν σφάλμα του Πελαγίου ήτο η μετάθεσις του μυστηρίου της χάριτος επί του λογικού πεδίου εν ώ αι πνευματικαί πραγματικότητες, η χάρις και η ελευθερία μεταβάλλοντο εις δύο αντιτιθεμένας ιδέας αι οποίαι έπρεπε να συμφωνήσουν μεταξύ των, ως δύο εξωτερικά αντικείμενα, το εν μετά του άλλου. Ο Άγιος Αυγουστίνος κατά την πολεμικήν του εναντίον του πελαγιανισμού ηκολούθησε το παράδειγμα του αντιπάλου του τοποθετούμενος επί του αυτού λογικού πεδίου εφ’ ου το θέμα ουδέποτε θα ελύετο. Εις αντιπροσώπους της ανατολικής παραδόσεως, ο Άγιος Ιωάννης Κασιανός, ο οποίος έλαβε μέρος εις την διαμάχη αυτήν εναντίον των πελαγιανών και του Αγίου Αυγουστίνου συγχρόνως δεν επέτυχεν υπό τας συνθήκας αυτάς να γίνει ορθώς αντιληπτός. Η στάση του <<ανώτερα των δυνάμεων του>> ερμηνεύθει εν τω λογικό πεδίω ως ημιπελαγιανισμός και κατεδικάσθει εις την Δύσην. Αντιθέτως η Εκκλησία της ανατολής τον εθεωρεί πάντοτε ως μάρτυρα της παραδόσεως (εξ’ άλλου ετιμήθει επίσης ως Άγιος επί μακρόν και εις την Δύσην. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Μέγας τον αναφέρει, ο δε Πάπας Ουρβανός ο 5ος τον αποκαλεί κατά τον 14ον αιώνα Άγιον Ιωάννη).
3
Ως διδάσκαλος του χριστιανικού ασκητισμού ο Άγιος Κασιανός της Μασαλίας υπήρξεν ο πατήρ του δυτικού μοναχισμού προ του Αγίου Βενέδικτου, ο οποίος βασίζεται εν πολλοίς εις τας κείμενα αυτού. Ο Άγιος Βενέδικτος και όλη η αδελφότης του πολλά οφείλουν εις τον Άγιον Κασιανό, βαθμηδόν όμως θα σημειωθεί μία απομάκρυνσης μεταξύ της ανατολικής πνευματικότητος του Αγίου Ιωάννου Κασιανού και της Αυγουστηνείου διδασκαλίας περί των σχέσεων Θείας χάριτος και ελευθερίας της βουλήσεως, η οποία θα αναπτυχθεί και θα γενικευθεί εις την Δύσην καθ’ όσον αυτή θα χάσει την ζώσαν επαφήν της μετά της ανατολικής παραδόσεως. Η ανατολική παράδοσις επιβεβαίωσε πάντοτε το σύγχρονον εν τη συνεργία της Θείας χάριτος και της ανθρώπινης ελευθερίας. Ούτως ο Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος έλεγε <<το ουν θέλημα του ανθρώπου ως παράστασις υποστατική μη παρόντος δε θελήματος, ουδ’ αυτός ο Θεός τι ποιεί>>. Κατά τον 19ον αιώνα, ο Επίσκοπος Θεοφάνης, μέγας Ρώσος ασκητικός συγγραφεύς επιβεβαίωνεν ότι <<το Άγιον Πνεύμα ενεργούν εν ημίν, επιτυγχάνει τη συνεργία ημών την ημετέραν σωτηρίαν>> αλλά έλεγε συγχρόνως ότι <<ο άνθρωπος πραγματοποιεί το έργον της σωτηρίας του βοηθούμενος υπό της χάριτος>>.
Η χάρις η οποία κατά την έκφρασιν του Αγίου Μακαρίου αναπτύσσεται εν τω ανθρώπω καθώς το φύραμα ανυψεί την ζύμην γίνεται. <<Αυτό συν, ον τω άνθρωπω ως μία ουσία>>.
Είναι αυτό το οποίον ο Άγιος Σεραφείμ απεκάλει <<κτήσιν της χάριτος>>. Η υποκειμενική πλευρά της μετά του Θεού ενώσεως, η αρχή της πνευματικής ζωής είναι η επιστροφή, μία θέσις της θελήσεως η οποία στρέφεται προς τον Θεόν αρνούμενη τον κόσμο. Ο κόσμος έχει εις το σημείον αυτό την έννοιαν ενός ασκητικού όρου. <<Κόσμος εστείν όνομα περιεκτικόν επιπίπτον επί τα ειρημένα πάθη>> λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος.
Δια τον μεγάλον αυτόν ασκητήν και μυστικόν <<τα πάθη μέρη εισή του δρόμου της διαδοχής του κόσμου και όπου λήγουσι τα πάθη, εκεί ο κόσμος ησθήθει εκ της διαδοχής αυτού>>. Ο κόσμος εκφράζει εις το σημείον τούτο μίαν διασποράν, μίαν εξωτερικήν περιπλάνησιν της ψυχής, μίαν προδοσίαν της ειδικής της φύσεως.
Διότι η ψυχή είναι ΑΠΑΘΗΣ καθ’ ευατήν, αλλά εγκαταλείπουσα την εσωτερικήν αυτής απλότητα, εξωτερικευόμενη, υποκύπτει εις τα πάθη. Η άρνησις του κόσμου είναι επομένως μία επάνοδος της ψυχής εις ευατήν, μία αυτοσυγκέντρωσις, μία αποκατάστασις του πνευματικού είναι το οποίον επανέρχεται εις ένωση μετά του Θεού.
Η επιστροφή θα είναι επομένως μία συνεχής προσπάθεια της προς τον Θεόν εστραμένης θελήσεως.
4
Ο μοναχισμός δεικνύει τον ανώτατον βαθμόν αυτής της θέσεως. Ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακας (7ος αιών) εκφράζει τούτο εις ένα επιγραμματικόν ορισμόν <<μοναχός εστί βία φύσεως διηνεκής και φυλακή αισθήσεων ανελλιπής>> <<Τις άρα εστίν ο πιστός και φρόνιμος μοναχός ως της θερμήν την εαυτού εφύλαξεν άσβεστον και μέχρι της αυτού εξόδου καθ’ ημέραν (προστιθείς) πύρ πυρί και θερμήν θέρμην και σπουδή σπουδή και πόθον πόθω ουκ επαύσατο>>.
Εν τούτοις εάν η καρδία πρέπει να είναι πάντοτε ζέουσα, το πνεύμα πρέπει να παραμένει απαθές διότι το πνεύμα αγρυπνεί επί την καρδία. Επομένως η καρδία δια την ασκητικήν παράδοσιν, παράδοσιν της χριστιανικής Ανατολής είναι το κέντρον του ανθρωπίνου. Είναι η πηγή των ενεργητικών δυνάμεων, της διανοίας και της θελήσεως, το σημείον εξ’ ου προέρχεται και προς το οποίον τείνει ολοκληρεί η πνευματική ζωή.
Πηγή όλων των φυσικών και πνευματικών κινήσεων η καρδία κατά τον Άγιον Μακάριον τον Αιγύπτιον είναι το εργαστήριον της δικαιοσύνης και αδικίας. Είναι δοχείον περιέχον όλας τας κακίας, αλλά συγχρόνως εβρίσκεται <<εκεί ο Θεός, εκεί οι Άγγελοι, εκεί η ζωή και η Βασιλεία εκεί το φως και οι Απόστολοι εκεί οι θησαυροί της χάριτος>>.
<<Και είπαν κατάσχει τας νομάς της καρδίας η χάρις Βασιλεύει όλων των μελών και των λογισμών εκεί γαρ εστίν ο νους και όλοι οι λογισμοί της ψυχής>>.
Δια τον λόγον αυτόν η χάρις εκ της καρδίας διέρχεται εις ολόκληρον την φύσιν του ανθρώπου. Ο νους το πνεύμα ανώτατον μέρος του ανθρωπίνου είναι, είναι θεωρητική δύναμις δια της οποίας ο άνθρωπος τείνει προς τον Θεόν. Το πλέον προσωπικόν μέρος του ανθρώπου, αρχή της συνειδήσεως και της ελευθερίας του, ο νους ανταποκρίνεται περισσότερον εις το πρόσωπον.
Δυνάμεθα να είπωμεν ότι είναι η έδρα του προσώπου, της ανθρώπινης υποστάσεως η οποία περιλαμβάνει εν εαυτή το σύνολον της φύσεως, νουν ψυχή σώμα. Δια τον λόγον αυτόν οι Έλληνες Πατέρες ταυτίζουν συχνάκις τον νουν προς την εν τω ανθρώπω εικόνα του Θεού. Ο άνθρωπος οφείλει να ζει συμφώνως προς το πνεύμα. Ολόκληρως η σύνθεσις του ανθρώπου οφείλει να γίνει πνευματική, να επιτύχει το <<καθ’ ομοίωσιν>>. Πράγματι, το πνεύμα ενούται με την χάριν του βαπτίσματος και αυτό εισάγει την χάριν εις την καρδίαν – κέντρο της ανθρώπινης φύσεως η οποία οφείλει να θεωθεί. <<Η ένωσις του πνεύματος μετά της καρδίας>> η κάθοδος του πνεύματος εν τη καρδίαν <<η φρούρησις της καρδίας υπό του πνεύματος>> αι εκφράσεις αύται επαναλαμβάνονται συνεχώς εις την ασκητικήν φιλολογίαν της Ανατολικής Εκκλησίας.
5
Άνευ της καρδίας, η οποία είναι το κέντρο όλων των ενεργειών, το πνεύμα είναι ανίσχυρον. Άνευ του πνεύματος η καρδιά μένει τυφλή, στερούμενη διευθύνσεως. Πρέπει επομένως να έβρομεν μιαν αρμονικήν σχέσιν μεταξύ πνεύματος και καρδίας, δια να σχηματίσωμεν, να οικοδομήσωμε το πρόσωπον εν τη χαρίτι διότι η οδός της ενώσεως δεν είναι μια ασυνείδητος πρόοδος. Προϋποθέτει μιαν ακατάπαυστον νύψη του πνεύματος, μιαν συνεχή προσπάθειαν της θελήσεως <<Ούτως ο κόσμος, δρόμος εστί του αγώνος και στάδιον των δρόμων και ούτως ο καιρός της πάλης εστί>> έλεγεν ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος. Δια να νικήσωμε αυτή τη μάχη πρέπει να είμεθα συνεχώς εστραμένοι προς τον Θεό <<Εστί γαρ και παντοδύναμος ο Κύριος – λέγει ο ίδιος συγγραφεύς – και ισχυρότερος πάντων, και εν παντί καιρώ νικητής εν τω σώματι τω θνητώ, όταν συγκατέλθει αυτού εν τω πολέμω. Εάν δε και νικηθώσι, δηλούν ότι εκτός αυτού νικώνται. Ούτοι είσιν οι γυμνούντες εαυτούς τη προαίρεση αυτών εξ αυτού δια την αγνωμοσύνην αυτών. Όταν ο ζήλος ελαττούται, όταν η απόφασις κάμπτεται, η χάρις παραμένει ανενέργητος. Το Ευαγγελικόν παράγγελμα να αγρυπνώμεν, δια να μην απομακρυθώμεν υπό του ύπνου, είναι ο προέχων σκοπός του ανατολικού ασκητισμού. Ο οποίος απαιτεί την πλήρη προσωπική συνείδησιν του ανθρώπου εις όλους του βαθμούς της προς την τέλειαν ένωσιν ανόδου του.
Η άνοδος αύτη περιλαμβάνει δύο βαθμίδας, ηκριβέστερον πραγματοποιείται ταυτοχρόνως επί δυο διαφόρων μεν αλλά στενώς συνδεδεμένων πεδίων, επί του πεδίου της πράξεως και του πεδίου της θεωρίας.
Αμφότερα είναι αχώρισται εις την χριστιανικήν γνώση η οποία είναι η προσωπική και συνειδητή εμπειρία των πνευματικών αληθειών. Η <<γνώσις>> κατά τον Άγιον Μάξιμο, η θεωρία άνευ της πράξεως, η θεωρία η οποία δεν στηρίζεται επί της πράξεως, ουδέν διαφέρει της φαντασίας. Της ανυποστάτου φαντασίας ομοίως η πράξις εάν δεν εμπνέεται υπό της θεωρίας, είναι στείρα και ξηρά ως εν άγαλμα. <<Και το φυλάξαι τα πάθη τα κρυπτά λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος – ίνα μη απαντήσει τι εξ αυτών εν τη χώρα τη κρυπτή και πνευματική. Τούτο έργον της καρδίας όπερ καλείται πολιτεία της διανοίας. Εν τούτο το έργο της πολιτείας της διανοίας, εν τούτω τω έργω της πολιτείας όπερ καλείται πράξις ψυχική λεπτύνεται η καρδιά>>.
Η πρακτική ζωή συνίσταται επομένως εις την κάθαρσιν της ψυχής και η πράξις αυτή θα είναι συνειδητή ως διευθυνόμενη υπό του νοός, δυνάμεως θεωρητική, η οποία θα εισέλθει εις την καρδιά θα ενωθεί μετ’ αυτής, ενώνουσα, συγκεντρώνουσα την ανθρώπινη ύπαρξιν εν τη χάριτι.
Δια της πράξεως, κατά τον Ευάγριον τον Ποντικόν (4ος αιών), ο άνθρωπος θα φθάσει τελικώς εις μιαν κατάστασιν απάθειας, εις την ανεξαρτησία της φύσεως του, η οποία δεν είναι πλέον υποκείμενη εις τα πάθη, η οποία υπό ουδενός πλέον επηρεάζεται. Η απάθεια δεν είναι μια κατάστασις παθητική επί του πεδίου της πνευματικής ζωής εν ω πραγματοποιείται η αντίθεσις μεταξύ ενεργητικού και παθητικού δεν έχει πλέον θέσιν.
6
Αι δύο αύται αντίθετοι θέσεις ανήκουν εις την φθαρτήν φύσιν, την αιχμάλωτον υπό της αμαρτίας. Το πνεύμα, το οποίον ανακτά την ακεραιτότητα του.
Υπό ουδενός επηρεάζεται, δεν υποτάσσεται πλέον, πολλώ μάλλον όμως δεν είναι ενεργόν με την συνήθη έννοιαν της λέξεως. Η ασκητική και μυστική παράδοσις της Ανατολικής Εκκλησίας δεν κάμει σαφή διάκρισιν μεταξύ των ενεργητικών και παθητικών καταστάσεων εις τας ανωτέρας σφαίρας της πνευματικής ζωής. Το ανθρώπινο πνεύμα εν τη φυσική του κατάσταση δεν είναι ούτε ενεργόν, ούτε παθητικόν, είναι άγρυπνον. Η <<νύψις>>, η <<καρδιακή προσοχή>>, η ιδιότης διακρίσεων και κρίσεων των πνευματικών πραγμάτων, η διάκρισις είναι εκείνη η οποία χαρακτηρίζει την ανθρώπινη ύπαρξιν εν τη ακεραιότητι αύτη.
Αι ενεργητικαί και παθητικαί καταστάσεις δηλούν αντιθέτως μίαν εσωτερικήν διάρρηξιν, είναι καταστάσεις οφειλόμεναι εις την αμαρτίαν. Το να εισαγάγωμεν αυτάς εις τον μυστικισμόν, θα ήτο ως να διεστρέφομε τας απόψεις της πνευματικής ζωής ηνα επεφέρομεν συγχύσεις.
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος διακρίνει τρείς βαθμίδας εις την οδόν της ενώσεως την μετάνοιαν, την κάθαρσιν και την τελείωσιν. Δηλαδή. την αλλαγήν της Θελήσεως, την απελευθέρωσιν εκ των παθών και την απόκτησιν της τέλειας αγάπης, η οποία είναι το πλήρωμα της χάριτος.
Τούτο δεν σημαίνει ότι είναι μια στιγμή μεταβατική, μία προσωρινή βαθμίς. Πράγματι δεν είναι μια βαθμίς αλλά μία κατάστασις η οποία πρέπει να διαρκεί πάντοτε μία διαρκής θέσις εκείνων, οι οποίοι ποθούν αληθώς την μετά του Θεού ένωσιν. Η μετάνοια εις την ελληνική σημαίνει κατά λέξη <<αλλαγήν σκέψεως>>, <<μεταβολή νοός και πράξεων>>. Είναι μια δεύτερα γέννησις, την οποίαν ο Θεός παρέχει μετά το βάπτισμα, μια δυνατότις επιστροφής προς τον Πατέρα. Η συνεχής έξοδος εξ ημών από την κατάσταση της αμαρτίας είναι μια δύναμις η οποία ενεργεί για την μεταβολή της φύσεως ημών.
7
Είναι μια κατάστασις ψυχής, αντίθετος προς την ικανοποίησιν, προς την πνευματικήν αστικοποίησιν ενός φαρισαίου ενός δικαίου ο οποίος κρίνει ευατόν εις κατάστασιν χάριτος επειδή δεν γνωρίζει ευατόν.
Όπως και η οδός της ανόδου προς το Θεό, το μετανοείν είναι ατέρμον. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέγει πάσιν αμαρτωλοίς και δικαίοις πάντοτε, τοις βουλομένοις σωτηρίας τύχει. Και ουδείς εστίν όρος τελειώσεως, ότι η τελειότις και των τελείων οντως ατελεύτιτος. Δια τούτο η μετάνοια ούτε καιροίς, ούτε πράξεσι περιορίζεται έως θανάτου. Η έννοια αύτη της μετανοίας ανταποκρίνεται εις την αποφατικήν θέσιν έναντι του Θεού. Όσον περισσότερον ενούμεθα μετά του Θεού, τόσον περισσότερον γνωρίζομαι την αγνωσία Του, τόσον περισσότερο τελειοποιούμεθα, τόσον περισσότερον γνωρίζομαι την ιδικήν μας ατέλεια.
Η ψυχή η οποία δεν κινείται υπό μετανοίας, είναι ξένη προς την χάριν, η παύσις της ανόδου είναι αναισθησία της σκληρυνθείσης καρδιάς συμπτώματα του πνευματικού θανάτου. Η μετάνοια κατά τον Άγιον Ιωάννην της Κλίμακος είναι μια ανανέωσις του βαπτίσματος, μείζων του βαπτίσματος, μετά το βάπτισμα των δακρύων πηγή η μετάνοια. Το συμπέρασμα τούτο ίσως φανεί παράδοξον και δύναται να σκανδαλίσει την λησμόνηση τις ότι η μετάνοια είναι ο καρπός της χάριτος του βαπτίσματος. Αυτή αύτη η χάρις, αλλά κτησθείσα οικιωθείσα υπό του προσώπου, η οποία έχει γίνει εν αυτώ <<δωρεά δακρύων>> βέβαιον σημείον περί του ότι η καρδιά προσεβλήθει υπό της Θείας αγάπης. Τα δάκρυα αυτά της χάριτος ολοκλήρωσις της μετανοίας είναι συγχρόνως η αρχή μιας αιωνίου ζωής (Οι Μακαρισμοί προαναγγέλουν εις το Ευαγγέλιον <<μακάριοι οι κλαίοντες νυν ότι γελάσετε>> (Λουκ. Στ. 21)).
Τα δάκρυα εξαγνίζουν την φύσιν διότι η μετάνοια δεν είναι μόνον η δική μας προσπάθεια, οι πόνοι ημών αλλά και η φωτεινή δωρεά του Αγίου Πνεύματος, η οποία διεισδύει και μεταμορφώνει την καρδιά. Η επιστροφή προς τον Θεόν είναι η θεραπεία της ασθενούς φύσεως κατά τον Άγιο Ιωάννη ο οποίος δίδει τον ακόλουθον ορισμόν της μετανοίας, <<μετάνοια εστί εκ του παραφύσιν εις το καταφύσιν και εκ του διαβόλου προς τον Θεόν επάνοδος δι’ ασκήσεως και πόνων>>. Αι προσπάθειαι αύται θα είναι απαραίτητος εις όλας τας βαθμίδας της ανόδου, διότι μέχρι τέλους οφείλομεν να μη εμπιστευώμεθα εις την ατομικήν ημών ελευθερίαν. Κατά τον Άγιον Ισαάκ τον Σύρον η προσευχή του τελώνου <<Ο Θεός ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ>> θα συνοδεύσει τους δικαίους έως την θύραν της Βασιλείας, διότι ο χριστιανός κατά την οδόν της σωτηρίας πρέπει συνεχώς να εβρίσκεται μεταξύ φόβου και ελπίδας.
8
Ως έλεγε ο Πατήρ Αμβρόσιος της Μονής Optina, Μεγάλος πνευματικός Stapes του τελευταίου αιώνος. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος εξέφρασε την ιδέαν αύτην εις μια συναρπαστική φράσιν <<μετάνοια εστίν η χάρις η δεύτερα και τίκτεται εν τη καρδιά εκ της πίστεως και του φόβου. Ο φόβος δε εστί ράβδος πατρική, η κυβερνώσα ημάς έως αν φθάσωμε εις τον παράδεισον των αγαθών, τον πνευματικό μας>>. Εάν ο άνθρωπος δεν στραφεί προς τον Θεόν εξ’ ιδίας θελήσεως και με όλον αυτόν τον πόθον, εάν δεν απευθυνθεί προς Αυτόν δια προσευχής με όλην την πίστην δεν δύναται να θεραπευθεί.
Η προσευχή έρχεται δια των δακρύων και της συντριβής, δεν πρέπει όμως το μέσον αυτό εναντίον των παθών. Κατά τον Άγιον Νείλον τον Σιναίτην υπάρχει η ενεργός προσευχή, η προσευχή των λόγων, αυτή καταλήγει εις την απάθειαν η οποία είναι ο όρος της προσευχής. Εις το σήμειον τούτο έρχεται η θεωρητική προσευχή άνευ λόγων κατά την οποίαν η ψυχή ανοίγεται μυστικώς ενώπιων του Θεού. Η προσευχή είναι η κινητήριος δύναμις όλων των ανθρωπίνων προσπαθειών ολόκληρου της πνευματικής ζωής. Έκαστη ομιλία εν κρυπτώ γινόμενη και πάσα μέριμνα αγαθής διάνοιας εν Θεώ και πάσα των πνευματικών μελέτη εν τη ευχή ορίζεται, λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος δίδων μίαν πλατυτέραν έννοιαν εις την λέξην προσευχή.
Δόξα των Αγγέλων η Θεία ευπρέπεια. Δόξα Αρχαγγέλων η άφραστως εύκλεια.
*************************
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
9
Όσομε πριν ο βροτοκτόνος, ανατρέπων με φόνο εν παλάμη και ώσθεις του πέσειν από καρδίας κράζων, αντιλαβού και στήριξον εν χειρί με ζωηφόρο.
Η μετά του Θεού ένωσις δεν δύναται να πραγματοποιηθεί εκτός της προσευχής, διότι η προσευχή είναι προσωπική σχέσις του ανθρώπου μετά του Θεού. Επομένως, η ένωσις οφείλει να επιτευχθεί εν τοις προσώποις, οφείλει να είναι προσωπική επομένως συνειδητή και εκούσια. <<Η δε της ευχής δύναμις, λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αυτήν ιερουργεί και τελεσιουργεί την του ανθρώπου προς τον Θεόν ανάτασιν τε και ένωσιν σύνδεσμος ούσα των λογικών προς τον κτίσαντα κτισμάτων>>.
Είναι τελειότερα της ασκήσεως των αρετών εφόσον είναι <<κορυφαία του χόρου αρετών>>. Το σύνολον των αρετών οφείλει να βοηθήσει εις την τελειότητα εν τη προσευχή. Εξ’ άλλου, αι αρεταί δεν δύναται να είναι σταθεραί εάν το πνεύμα δεν είναι συνεχώς εστραμμένων προς την προσευχήν.
Αλλά η μεγαλυτέρα των αρετών, το έλεος, η προς τον Θεόν αγάπη, εν τη οποία εκπληρούται η μυστική ένωσις είναι ο καρπός της προσευχής, η αγάπη εκ της ευχής, λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος. Διότι εν τη προσευχή ο άνθρωπος συναντάται μετά του Θεού προσωπικώς. Τον γνωρίζει και Τον αγαπά. Η γνώσις και η αγάπη είναι στενώς συνδεδεμέναι εις τον ανατολικόν ασκητισμόν.
Η προσευχή άρχεται δια των αιτήσεων. Είναι η ικετήριος προσευχή, κατά τον Άγιον Ισαάκ τον Σύρον, ανήσυχος πλήρης μεριμνών και φόβων. Τούτο δε είναι η μία προετοιμασία δια την αληθή, την <<πνευματικήν προσευχήν>>. Μία βαθμιαία άνοδος προς τον Θεόν, η αναζήτησις και η προσπάθεια. Αλλά ολίγον κατ’ ολίγον η ψυχή συγκεντρούται, περισυλλέγεται, αι ιδιαίτεραι αιτήσεις εξαφανίζονται, φαίνονται άχρησται διότι ο Θεός απαντά εις την προσευχήν εκδηλώνων την πρόνοιαν του, η οποία τα πάντα περιβάλει.
Παύομεν να αιτούμεθα διότι εμπιστευόμεθα πλήρως εις την βουλήν του Θεού. Η κατάστασις αυτή καλείται προσευχή καθαρά. Είναι το τέρμα της πράξεως, ούτε ουδέν ξένον προς την προσευχήν εισέρχεται εις την συνείδησιν ημών, ουδέ αποστρέφει πλέον την προσανατολισμένη προς τον Θεόν θέλησιν, την μετά της Θείας Θελήσεως ηνωμένη. Η συνεργία, η συμφωνία των δύο συνεργαζομένων θελήσεων συνεχίζεται εις όλας τας βαθμίδας της προς του Θεού ανόδου.
10
Αλλά εις τι σημείον, όταν εγκαταλείπωμεν την φυσικήν σφαίρα ένθα το πνεύμα κινείται πάσα κίνησις διακόπτεται, η προσευχή παύει και αυτή επίσης.
Είναι η τελείωσις της προσευχής, παύει και αυτή επίσης. Είναι η τελείωσις της προσευχής - η πνευματική προσευχή, η θεωρία - <<διότι πέπαυται τα της προσευχής και θεωρία εστί και ουχί προσευχήν προσεύχεται ο νούς>>.
Αυτή είναι η τέλεια ειρήνη, η ησυχία, ψυχή και κίνησις, λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, είσι την ενεργεία του Αγίου Πνεύματος κοινωνούσαι δι’ ακριβούς αγνείας και καθαρότητος. Η φύσις μένει εκ της όλης κινήσεως και μνήμης των ενθάδε ανενέργητος. Η σιωπή του πνεύματος είναι ανωτέρα της προσευχής. Είναι η κατάστασις του μέλλοντος αιώνος όπου οι Άγιοι ου προσευχή προσευχούνται όταν ο νούς αυτών έχει καταποθεί υπό του Πνεύματος. Η έκπληξη αυτή, ο θαυμασμός, η αγαλλίασις του ησυχάζοντος πνεύματος καλείται ενίοτε <<έκστασις>> διότι ο άνθρωπος εξέρχεται εαυτού και δεν γνωρίζει εάν εβρίσκεται εις αυτήν την ζωήν ή εις την αιώνιον. Δεν ανήκει πλέον εις ευατόν αλλά εις τον Θεόν, δεν αυτοκυβερνάται πλέον αλλά οδηγείται υπό του Αγίου Πνεύματος. Του έχει αφαιρεθεί η ελευθερία κατά τον Άγιον Ισαάκ τον Σύρο. Εν τούτοις αι εκστατικαί καταστάσεις με τον χαρακτήρα αυτόν της παθητικότητος της απώλειας της ελευθερίας και της αυτοσυνειδήσεως είναι τυπικαί κυρίως εις τας αρχάς της μυστικής ζωής.
Κατά τον Άγιον Συμεών τον Νέον Θεολόγον, αι εκστάσεις και αι απολαύσεις ανήκουν εις τους αρχάριους, εις τους άπειρους, εις αυτούς των οποίων η φύσις δεν εδέχθει εισέτι την πείραν του άκτιστου.
Ο Άγιος Συμεών παραβάλλει την έκστασιν με την κατάστασιν εις την οποίαν θα εβρίσκετο τις εις μίαν σκοτεινήν φυλακήν, αμυδρώς φωτιζόμενη υπό τινός λυχνίας, εις φυλακισμένος ο οποίος ουδεμία ιδέαν θα είχε περί του φωτός του ήλιου, μηδέ περί της ωραιότητος του εξωτερικού κόσμου.
Εάν εξαίφνης θα έβλεπε το φως της ημέρας και εν φωτόλουστον τοπίον δια μέσου σχισμής του τοίχου της φυλακής του. Ο άνθρωπος αυτός θα κατελαμβάνετο από αγαλίασιν, θα ήτο <<εν εκστάση>>. Εν τούτοις ολίγον κατ’ ολίγον αι αισθήσεις του θα εσυνήθιζον εις το φως του ηλίου, θα προσηρμόζοντο εις την νέαν εμπειρίαν. Ομοίως και η ψυχή, η οποία προοδεύει εις την πνευματικήν ζωήν δεν γνωρίζει πλέον έκστασιν μια στιγμιαία κατάσταση, αλλά μιαν μόνιμον εμπειρίαν της Θείας πραγματικότητος εν τη οποία ζεί. Η μυστική εμπειρία η οποία είναι αχώριστος της οδού προς την ένωσιν, δεν δύναται να επιτευχθεί ειμή εν τη προσευχή.
11
Δια της προσευχής εν ευριτέρα έννοια πάσα εμφάνησις του ανθρώπου ενώπιον του προσώπου του Θεού είναι προσευχή. Πρέπει όμως η εμφάνησις αυτή να γίνει μία μόνιμος στάσις, πάντοτε συνειδητή η προσευχή πρέπει να γίνει συνεχής ακατάπαυστος ως και η αναπνοή ως ο παλμός της καρδιάς. Τούτο απαιτεί μίαν ειδικήν τέχνην, μίαν τέχνην προσευχής, μιαν ολόκληρον πνευματικήν επιστήμην, εις την οποίαν οι μοναχοί αφοσιώνονται εξ ολοκλήρου.
Η μέθοδος της εσωτερικής πνευματικής προσευχής, γνωστής υπό το όνομα <<ησυχασμός>> ανήκει εις την ασκητικήν παράδοσιν της Ανατολικής Εκκλησίας και ανάγεται αναμφιβόλως εις μίαν παρωχημένην αρχαιότητα.
Μεταδιδόμενη από διδάσκαλο σε μαθητήν δια του προφορικού λόγου, δια του παραδείγματος και της πνευματικής καθοδηγήσεως, η τάξις αυτή της εσωτερικής προσευχής δεν καθορίσθει γραπτώς ειμή εις τας αρχάς του 11ου αιώνος εις μια πραγμάτειαν αποδιδομένην εις τον Άγιον Συμεών τον Νέον Θεολόγον. Αργότερα υπήρξε το θέμα των ειδικών εκθέσεων του μοναχού Νικηφόρου (13ος αιών) και κυρίως του Αγίου Γρηγορίου του Σιναϊτου ο οποίος καθιέρωσε την άσκησιν αυτήν κατά τας αρχάς του 14ου αιώνος εις το όρος Άθω. Υπό τίνα μορφήν ολιγότερον σαφή εβρίσκομεν νύξεις περί της αυτής ασκητικής παραδόσεως εις τον Άγιον Ιωάννη της Κλίμακος (7ος αιών). Εις τον Αγίον Ησύχιον τον Σιναίτη (8ος αιών) και εις άλλους διδασκάλους της πνευματικής ζωής της Χριστιανικής Ανατολής.
Ο ησυχασμός έγινε γνωστός εις την Δύσιν κυρίως χάρις εις τα έργα των πατέρων, οι οποίοι ήσαν λίαν πεπαιδευμένοι συγγραφείς <<Jusie και Hausherr Δυτικοί>>. Δυστυχώς επέδειξαν περίεργον ζήλον εις το να δυσφημίσουν το αντικείμενον των μελετών των, εμένοντες κυρίως εις την εξωτερικήν τεχνικήν της νοεράς προσευχής, οι νεότεροι αυτοί κριτικοί επιτίθενται εις τα έργα των δια να γελοιοποιήσουν μίαν άσκησιν της πνευματικής ζωής η οποία είναι ξένη προς αυτούς. Παρουσιάζουν τους ησυχαστάς ως αμαθείς και χονδροειδείς υλιστάς, οι οποίοι φαντάζονται ότι η ψυχή κατοικεί εις τον ομφαλόν και ότι η ανθρώπινη αναπνοή περιλαμβάνει το πνεύμα του Θεού.
12
Θα αρκούσε επομένως να συγκρατήσει τις την αναπνοήν και να προσηλώσει το βλέμμα του επί του ομφαλού επαναλαμβάνων συνεχώς τους αυτούς λόγους. Για να περιέλθει εις κατάσταση εκστατική, τούτο θα ήτο γενικώς ένας καθαρός μηχανικός τρόπος, δια να προκαλέσει μίαν πνευματικήν κατάστασιν.
Στην πραγματικότητα όμως η νοερά προσευχή, αυτή που υπάρχει και εφαρμόζεται εις την ασκητικήν παράδοση της Ανατολικής Εκκλησίας, ουδέν το κοινόν έχει με την γελοιογραφία των Δυτικών. Ο τρόπος της Ανατολικής Εκκλησίας περιλαμβάνει σχετικούς τρόπους ως προς την φυσική πλευράν ως προς τον ρυθμόν της αναπνοής και τη θέση του σώματος τελείως εξωτερικά. Αυτό σκοπεύει μόνο στη στάση του Σώματος να είναι άνετη γιατί αυτό βοηθάει στην αυτοσυγκέντρωση.
Ολόκληρως η προσοχή πρέπει να στραφεί προς τους λόγους της συντόμου προσευχής <<Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού ελέησον με τον αμαρτωλόν>>. Η προσευχή αυτή επαναλαμβανόμενη συνεχώς είτε δια ζώσης φωνής είτε νοερώς, με έκαστην εισπνοή και εκπνοή γίνεται η δεύτερα φύσις αυτού που ασκείται σε αυτό, χωρίς να μηχανοποιεί την εσωτερικήν ζωήν, χρησιμεύει αντιθέτως εις το να την απελευθερώνει, να την στρέφει προς την θεωρία του Θείου και απομακρύνει από την περιοχή της καρδιάς πάσαν επαφήν αμαρτίας, πάσα σκέψη ή εικόνα προερχόμενη έξωθεν. Και τούτο δυνάμει του Παναγίου ονόματος του Ιησού και κάτι πολύ σημαντικό, περιορίζει τις δυνατότητες του διαβόλου να δημιουργεί πειρασμούς.
Ο Επίσκοπος Θεοφάνης, διδάσκαλος της πνευματικής ζωής και μέγας ασκητικός συγγραφέας του τελευταίου αιώνα εκφράζεται ως εξής περί του σκοπού της νοεράς προσευχής. <<Αναζητούμε – λέγει – την φλόγα της χάριτος η οποία εκχέεται εις την ψυχήν. Όταν η σπίθα αυτή του Θεού (η χάρις) εβρέθει εις την ψυχήν, η προσευχή του Ιησού την αναζωπυρώνει και την μεταβάλλει εις φλόγα. Εν τούτοις, η προσευχή δεν παράγει την σπίθα αλλά δίδει μόνον την δυνατότητα να την δεχθώμεν αυτοσυγκεντρούμενοι, στρέφοντες την ψυχήν προς τον Κύριον. Το σπουδαιότερον είναι να σταθώμεν ενώπιον του Θεού κράζοντες προς Αυτόν εκ βαθέων καρδίας, κατ’ αυτόν τον τρόπον πρέπει να πράξουν όλοι όσοι αναζητούν την φλόγα της χάριτος. Οι λόγοι ή αι θέσεις του σώματος κατά την προσευχήν έχουν δευτερεύουσαν σημασίαν. Ο Θεός βλέπει την καρδίαν>>.
13
Τοιουτοτρόπως παρατηρούμεν ότι η άσκησις της νοεράς προσευχής ιδιάζουσα εις τον χριστιανόν της ανατολής εν αντιθέσει προς ότι δύνατο να ειπεί τις περί αυτής, συνίσταται εις τον υπό της χάριτος εναγκαλισμόν της ψυχής, η οποία επαγρυπνεί συνεχώς επί της εσωτερικής καθαρότητας του ανθρώπου.
Χωρίς να αναζητεί την έκστασιν, η κατάσταση ενθουσιασμού, το πνεύμα στην προσευχή οφείλει να μη εμπιστεύεται εις το να αποδίδει εις την θεότητα μίαν οποιανδήποτε εικόνα. <<Επιθυμώντας να δείτε το πρόσωπο του ουρανίου πατρός – λέγει ο Άγιος Νείλος ο Σιναϊτης – μη αναζητάτε καμία μορφή και κανένα σχήμα μη δέχεστε. Μην ποθείτε να ειδείτε Αγγέλους ή δυνάμεις ή Χριστόν αισθητώς. Προσκυνόν λύκον αντί ποιμένος δεχόμενος και αποδεχόμενος δαιμονικές δυνάμεις, αρχή πλάνης. <<Ο νους της Θεοειδούς εικόνος, τον χαρακτήρα εν εαυτώ γνωρίζει και της Δεσποτικής ομοίωσης το νοητόν και άρρητον καλώς συνιήσι, κατά τον Άγιον Μάρκον τον Ερημίτη>>, ο Διάδοχος ο Φωτικής βλέπει την εικόνα αυτήν εν ονόματι του Ιησού, αποτετυπωμένη εν τη καρδία ημών δια μιας συνεχούς ενθυμήσεως δια της αδιαλήπτου προσευχής. <<Εκχρονίζον γαρ το ένδοξον εκείνο και πολυπόθητον όνομα δια της μνήμης του νου, τη θέρμη της καρδιάς. Εξείν ημίν παντώς του αγαπάν την αυτού αγαθότητα δηδενός όντος λοιπών του εμποδίζοντος εμποιεί. Ούτως γαρ εστίν ο Μαργαρίτης ο Πολύτιμος, όντι να πωλήσας την περιουσία αυτού πάσαν τις κτίσασθαι δύναται και έχειν ανεκλάλητον τον επί της αυτού έβρεση χαράν>>.
Ο καρπός της προσευχής είναι η Θεία αγάπη η οποία ουδέν έτερον είναι ειμή η κτηθείσα χάρις εις το εσωτερικόν της υπάρξεως ημών. Διότι η αγάπη κατά τον Διάδοχο Φωτικής δεν είναι μόνον μία κίνησις της ψυχής αλλά και άκτιστος δωρεά. << Αλλά έκαυσις απαύστου κολλήσεως της ψυχής προς τον Θεόν δια της ενέργειας του Αγίου Πνεύματος>>.
Η αγάπη δεν είναι εκ του κόσμου τούτου εφόσον είναι το όνομα αυτού τούτου του Θεού. Δια τον λόγον αυτόν είναι άρρητος κατά τον Άγιον Ιωάννη της Κλήμακος <<Ο περί αγάπης λόγος, Άγγελος γνώριμος και κοινόν κατά την ενέργειαν της ελλάμψεως>> <<Νύν δε μου ψυχήν κεκαρδίωκας και ου δύναμαι κατέχειν σου την φλόγα, όθεν υμνήσας σε πορεύομαι>> κατά τον Άγιον Συμεών το Νέο Θεολόγο και συνεχίζει <<Συγχωριθείημεν παρα σου, αγία αγάπη και δια σου των αγαθών του ημετέρου Δεσπότου εν απολαύσει γενοίμεθα, ων ουδείς ειμή δια σου γεύσεται της γλυκύτητος.
14
Ο δε καταλάβων σε ή καταληφθείς υπό σου, παντώς βέβαιος επειδή τέλος νόμου συ ει, η εμέ περικυκλούσα, η εμέ φλέγουσα και εκ πόνου καρδίας. Εις πόθον άπειρον με Θεού και των εμών αδελφών και πατέρων ανάπτουσα. Συ γαρ των προφητών η διδάσκαλος των αποστόλων, η σύνδρομος των μαρτύρων, η δύναμις των πατέρων και διδασκάλων, η έμπνευσις, η πάντων των αγίων τελείωσις και εμή νυν προς την παρούσαν διακονίαν προχείρισις>>.
Ως είπομεν ανωτέρω, η ανατολική θεολογία κάμνει διάκρισιν πάντοτε μεταξύ δωρεάς και Δοτήρος, μεταξύ της ακτίστου χάριτος και του προσώπου του Αγίου Πνεύματος το οποίον την μεταδίδει. Εσημειώσαμεν επίσης ότι το τρίτον Θείον Πρόσωπο ουδέποτε εθεωρήθει ως μία αμοιβαία αγάπη του Πατρός και του Υιού, ως δεσμός αγάπης ο οποίος ενώνει τα δύο πρώτα πρόσωπα της Τριάδος. Τούτο είναι προφανές εφόσον η δογματική παράδοσις της Ανατολικής Εκκλησίας βλέπει εις τον Πατέρα την μοναδικήν υποστατικήν πηγήν του Αγίου Πνεύματος.
Επομένως το όνομα αγάπη όταν αποδίδεται εις το Άγιον Πνεύμα υπό των μυστικών της ανατολής δεν δηλοί τον υποστατικό Αυτού χαρακτήρα, τας τριαδικάς Αυτού σχέσεις, αλλά πάντοτε φανεροί την ιδιότητα του Δοτήρος της αγάπης, την πηγήν της εν ημίν αγάπης, την ιδιότητα εκείνου ο οποίος καθιστά ημάς μέτοχους αυτής της υπέρτατης τελειότητος της κοινής φύσεως της Αγίας Τριάδος. Διότι η αγάπη είναι <<η ζωή της άνω φύσεως>> κατά τον Άγιον Γρηγόριον Νύσσης.
Η δύναμις της αγάπης μεταδιδόμενη εις την ψυχήν δια του Αγίου Πνεύματος, δεν είναι εν κτιστόν αποτέλεσμα, μια τυχαία ιδιότις, η ύπαρξη της οποίας θα εξηρτάτο εκ της κτιστής ημών ουσίας, αλλά μία άκτιστος δωρεά, μία Θεία και Θεούσα ενέργεια εν τη οποία μετέχομεν αληθώς της φύσεως της Αγίας Τριάδος, γινόμενοι <<Θείας κοινωνοί φύσεως>> <<Η αγάπη εκ του Θεού εστίν λέγει ο Άγιος Ιωάννης (Α΄Ιωανν. Δ-7)>>.
Αλλά η αγάπη αύτη Θείον δώρον, προϋποθέτει κατά τον Άγιον Βασίλειον, μίαν ιδιάζουσαν διάθεσιν της κτιστής φύσεως, εν σπέρμα ή μίαν αγαπητικήν δύναμιν εις τον άνθρωπο, ο οποίος εκλήθει να επιτύχει την τελειότητα του εν τη αγάπη. Η αγάπη, Θεία δωρεά, τελειοποιεί την ανθρώπινην φύσιν έως <<εν και τούτον δείξετε κατά την έξιν της χάριτος>>. Κατά την έκφρασιν του Αγίου Μάξιμου, η προς την πλησίον αγάπη θα είναι το σημείον της κατοχής της αληθούς αγάπης του Θεού.
15
<<Των δε φθασάντων την τελειότητα – λέγει ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος – τούτο εστί το τεκμήριον εάν καθ΄ημέραν δεκάκις εις καύσιν παραδοθώσιν υπέρ της αγάπης των ανθρώπων, ου κορέννυνται εκ τούτου>> <<και είδον – λέγει ο Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος – έτερον ούτω την σωτηρίαν των αδελφών αυτού παραζηλούντα και θέλοντα ως πολάκις μετά δακρύων θερμών εξ όλης ψυχής δέεσθαι του φιλανθρώπου Θεού ή και κείνος σωθήναι ή και αυτόν συν εκείνοις κατακριθήναι από διαθέσεως Θεομίμητου και όλος σωθήναι μόνον ευατόν μη θέλοντα.
<<Τη Αγία γαρ αγάπη εν τω Αγίω Πνεύματι πνευματικός αυτοίς συνδεθείς, ουδέ εις αυτήν την βασιλείαν των ουρανών εισελθείν προηρείτο και χωρισθήναι αυτών>>. Εν τη προς τον Θεόν αγάπη παν ανθρώπινον πρόσωπον εβρίσκει την τελειότητα του. Επομένως τα πρόσωπα δεν δύνανται να επιτύχουν την τελείωσιν των, χωρίς να πραγματοποιηθεί η ενότις της ανθρώπινης φύσεως.
Η αγάπη του Θεού θα είναι κατ’ ανάγκη συνδεδεμένη με την ευσπλαχνίαν προς τον πλησίον. Η τέλεια αυτή αγάπη θα καταστήσει τον άνθρωπον όμοιον προς το Χριστόν. Διότι θα ενωθεί δια της φύσεως του με όλην την ανθρωπότητα και θα συγκεντρώσει εν τω πρόσωπο του τον κτιστόν και άκτιστον, το ανθρώπινον σύνθετον και την Θεούσα χάρη. Οι εκλεκτοί ηνωμένοι με τον Θεόν επιτυγχάνουν την κατάστασιν του τέλειου ανθρώπου, το <<μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού>> κατά τον λόγον του Αγίου Αποστόλου Παύλου (Εφ. Δ.13).
Εν τούτοις, εάν η ομοίωσις αυτή προς τον Χριστόν είναι η εσχάτη κατάστασις εν τη οποία καταλήγομεν, η οδός η άγουσα προς αυτήν ως ηδυνήθημεν να είδωμεν τούτο, δεν είναι η οδός της μιμήσεως του Χριστού.
Πράγματι η οδός του Χριστού, Θείου Προσώπου, ήτο μια κάθοδος προς το πλάσμα, μία ανάληψις της ημετέρας φύσεως. Η οδός των κτιστών προσώπων πρέπει να είναι μία άνοδος προς την Θείαν φύσιν, η ένωσις μετά της ακτίστου χάριτος η οποία μεταδίδεται δια του Αγίου Πνεύματος. Η μυστική μίμησις την οποία δυνάμεθα να έβρωμεν εις την δύσιν είναι ξένη προς την Ανατολικήν πνευματικότητα η οποία προσδιορίζεται μάλλον ως εν Χριστώ ζωή. Η ζωή αυτή εν τη ενότητι του σώματος του Χριστού παρέχει εις του ανθρώπους όλας τας απαραίτητας προϋποθέσεις για να αποκτήσουν την χάριν του Αγίου Πνεύματος. Δια να συμμετάσχουν δηλαδή εις αυτήν ταύτην την ζωήν της Αγίας Τριάδος εις την υπέρτατην τελειότητα η οποία είναι η αγάπη.
16
Η αγάπη είναι αχώριστος της γνώσεως. Είναι εν σημείον της προσωπικής συνειδήσεως άνευ του οποίου η προς την ένωσιν οδός θα ήτο τυφλή. Ασκόπως, μία <<άσκησις φαινόμενη ανενέργητος>> κατά τον Άγιον Μακάριον τον Αιγύπτιον. Η ασκητική ζωή η <<ουκ εν τη γνώση>> ουδεμίαν αξίαν έχει κατά τον Άγιον Δωρόθεον. Μόνο μία πνευματική ζωή πάντοτε εν γνώσει, μίαν ζωή εν συνεχή μετά του Θεού επικοινωνία δύναται να μεταμορφώσει την φύσιν ημών, καθιστώσα αυτήν όμοιαν προς την θείαν ποιούσα αυτήν μέτοχον του ακτίστου φωτός της χάριτος κατά το παράδειγμα της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού. Ο οποίος ενεφανίσθει εις τους μαθητάς περιβεβλημένος την άκτιστον δόξαν επί του όρους Θαβώρ.
Η <<γνώσις>> ή προσωπική συνείδησις αυξάνει κατά το μέτρον κατά το οποίον μεταμορφούται η φύσις ερχόμενη εις στενότερον ένωσιν μετά της Θεούσης χάριτος. Εις εν τέλειον πρόσωπον, δεν θα μείνει πλέον θέσις δια το <<ασυνείδητον>> δια το αυθόρμητον ή το ακούσιον το παν θα περιβληθεί υπό του Θείου φωτός. Το οποίον θα οικειωθεί ο άνθρωπος, το οποίον θα γίνει η δική του αρετή δια της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Διότι <<οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος>> εν τη βασιλεία του Θεού (Ματθ. Γ.43).
Όλαι αι απαραίτηται προυποθέσεις, δια να επιτύχωμεν το έσχατον τούτο τέλος, εδόθησαν εις τους Χριστιανούς εν τη Εκκλησία. Αλλά η μετά του Θεού ένωσις δεν είναι ο καρπός μιας οργανικής και ασυνειδύτου προόδου. Επιτυγχάνεται εν τοις προσώποις δια του Αγίου Πνεύματος και της ανθρώπινης ελευθερίας. Όταν ερώτησαν τον Άγιον Σεραφείμ του Sarov ποια προϋπόθεσις λείπει από τους Χριστιανούς της εποχής του, δια να προέλθουν οι καρποί αγιότητας οι οποίοι ήσαν άφθωνοι εις το παρελθόν, απάντησε, δεν λείπει ειμή μόνον η
απόφασις.
Δόξα πρόνοια σου τη αρήτω. Δόξα Χριστότητι σου απείρω.
Δια της παρούσης αναρτήσεως κλείνει ο κύκλος της παρουσίασης της Τριαδικής Θεότητος, την σχέση των τριών Θείων Προσώπων και την ενέργεια αυτών προς την ανόρθωση της ανθρώπινης φύσεως. Στον επόμενο εισερχόμεθα εις την εν Χριστώ εποχή επί γης με την ίδρυση και λειτουργία της Χριστιανικής Εκκλησίας και της σχέσης της με τον άνθρωπο. Χριστιανική Εκκλησία εστί Ιησούς Χριστός ενώνων το ανθρώπινο γένος με το πρόσωπο Του.


Σχόλια