top of page
ΣΥΝΤΟΜΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
IMG_20200614_073708.jpg

                   Αναφέρομαι σε γεγονότα που διαμόρφωσαν το χαρακτήρα μου και    αυτό που είμαι σαν άνθρωπος.

Είμαι το έκτο παιδί Αγροτικής οικογένειας από τη Βόρεια Κέρκυρα.

Γεννήθηκα το 1945, δύσκολοι καιροί.

Τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και αρχές του εμφυλίου πολέμου.

Κατά τη γνώμη μου ο εμφύλιος έβλαψε την Ελλάδα μας περισσότερο από τον πόλεμο με τους Ιταλούς και τους Γερμανούς. Γεννήθηκα έχοντας στην πλάτη μου ένα τσουβάλι ερωτήματα κυρίως υπαρξιακά και ιδεολογικά που αναζητούσαν απαντήσεις. Τα παιδικά μου χρόνια πολύ δύσκολα και αυτό δεν οφειλόταν μόνο στο άσχημο περιβάλλον και κακό κοινωνικό γίγνεσθαι αλλά και στο γεγονός ότι πριν αρχίσω να γνωρίζω τον κόσμο αποδήμησε η μητέρα μου. Το συναισθηματικό κενό και το ψυχικό τραύμα που μου δημιουργήθηκε τα έκανε όλα πιο δύσκολα. Το κενό που μου άφησε ο χαμός της μητέρας μου δεν έχει αναπληρωθεί ως σήμερα.

Αυτό το κενό είναι το αίτιο που με παρακίνησε από μικρή ηλικία να ασχοληθώ με τις ανθρώπινες σχέσεις και τις υπαρξιακές μου αναζητήσεις.

Πριν συμπληρώσω το 14ο έτος της ηλικίας μου βρισκόμουν σε πάρα πολλά αδιέξοδα και σε μεγάλη ψυχοπνευματική σύγχυση. Μέσα μου κυριάρχησε η ιδέα της φυγής, νομίζοντας ότι φεύγοντας θα άφηνα πίσω μου όλα όσα με απασχολούσαν. Κι όμως όλα εξακολουθούν να με ακολουθούν έως σήμερα.

Στο πέρασμα του χρόνου έμαθα πολλά, αλλά όχι όλα. Έχω πάρει πολλές απαντήσεις χωρίς να ξέρω εάν θα μπορέσω να μάθω όσα δεν ξέρω πριν φύγω από αυτή τη ζωή.

Φεύγοντας από την οικογένειά μου, πρώτος μου σταθμός ήταν το Ξυλόκαστρο Κορινθίας.

Πρώτη μέριμνα η επιβίωση. Βρήκα γρήγορα δουλειά. Άρχισα να γνωρίζω αγνώστους σε άγνωστο τόπο και περιβάλλον και αυτό το άγνωστο μου δημιούργησε σύγχυση. Τότε δεν υπήρχε στις σχέσεις των ανθρώπων ο όρος ρατσισμός. Τον έζησα σε όλο του το μεγαλείο. Σαν λύση βρήκα και πάλι τη φυγή.

Χωρίς καλά καλά να καταλάβω το πώς και το γιατί, βρέθηκα στην Τρίπολη. Ήταν χειμώνας 1960, Φεβρουάριος, πολύ κρύο. Η παγωνιά μου περόνιαζε τα κόκαλα. Τα βρήκα σκούρα. Από  δουλειά έβγαζα κάποια χρήματα για φαγητό, αλλά να νοικιάσω σπίτι ήταν αδύνατον. Είχα βρει καταφύγιο σε ένα παλιό βαγόνι στο σιδηροδρομικό σταθμό και κούρνιαζα τις νύχτες. Ένα απόγευμα λίγο πριν νυχτώσει έπιασε χιονοθύελλα και βρήκα καταφύγιο στην εσοχή μιας εισόδου διώροφης κατοικίας. Είχε πέσει το σκοτάδι, όταν πέρασε ο χωροφύλακας, όπου ήταν περίπολο, με συνέλαβε και με πήρε στην ασφάλεια για αλητεία.

Αρχικά πίστευα ότι στην αστυνομία θα έβρισκα κάποια θαλπωρή. Η θαλπωρή ήτανε απλόχερη, με το που πέρασα την πόρτα άρχισαν τα χαστούκια και τελείωσε με φάλαγγα. Με κράτησαν εκεί και την επόμενη μέρα, χωρίς να μου δώσουν ένα ποτήρι νερό. Αφού νύχτωσε με έβγαλαν σέρνοντας και με άφησαν στο δρόμο, μέσα στο χιόνι. Οι πατούσες μου από το ξύλο είχαν ανοίξει, τα πόδια μου είχαν πρηστεί τόσο που δεν μπορούσα να φορέσω τα παπούτσια μου και τα κρατούσα στο χέρι. Δεν μπορούσα να σταθώ όρθιος, περπατούσα με τα γόνατα. Η πρώτη σκέψη ήταν και πάλι η φυγή.

Πολύ σύντομα βρέθηκα στην Αθήνα από την πρώτη μέρα βρήκα δουλειά. Έκανα διάφορα, ιδίως στο χώρο της εστίασης. Σύντομα ενοικίασα ένα υπόγειο δωμάτιο στην πλατεία Βάθης. Κατέβαινα εννέα σκαλοπάτια. Γυρίζοντας την τρίτη μέρα από τη δουλειά, με περίμεναν δύο κύριοι και μου είπαν ότι ήταν της Ασφάλειας και ότι έπρεπε να τους ακολουθήσω. Με οδήγησαν στα κολαστήρια της Μπουμπουλίνας.

Μου είπαν ότι ο ιδιοκτήτης ήταν κομμουνιστής και έπρεπε να φύγω από κει, αλλά και ότι έπρεπε να με συνετίσουν. Με συνέτισαν καλά, “αυτό για να μην το ξεχάσεις” μου είπαν. Και πάλι από την αρχή.

Ευτυχώς, δεν αντιμετώπιζα πρόβλημα δουλειάς.

Σχολείο είχα πάει μόνο δημοτικό. Ήθελα να πάω σχολείο και αποφάσισα να πάω νυχτερινό γυμνάσιο.

Είχα και έχω μεγάλο πρόβλημα στη γραφή και την ορθογραφία. Αυτό οφείλεται στο ότι είμαι δυσλεξικός.

Τότε αυτή η ιδιαιτερότητα δεν αναγνωρίζονταν. Για να γραφτώ στο νυχτερινό έπρεπε να δώσω εξετάσεις γραπτά και προφορικά. Πλήρωνα τέσσερις μήνες δάσκαλο να μου κάνει φροντιστήριο.

Πέτυχα στις εξετάσεις και άρχισε η σχολική χρονιά. Όλα κυλούσαν αρμονικά ήμουν ενθουσιασμένος και πολύ επιμελής ώσπου συνέβη το αναπάντεχο. Ήταν λίγο πριν τις διακοπές για τις γιορτές το Χριστουγέννων.

Μία ημέρα είχα καθυστερήσει για μερικά δευτερόλεπτα, έφτασα στην πόρτα της αίθουσας του μαθήματος ακριβώς τη στιγμή που η καθηγήτρια έκλεινε την πόρτα. Πρόβαλα το πόδι μου στο άνοιγμα της πόρτας και την έσπρωξα με το σώμα μου για να μπω μέσα. Η πόρτα υποχώρησε και πέρασα μέσα. Η καθηγήτρια με έπιασε από το αυτί και μου λέει “έξω αλήτη”. Της έδωσα ένα χαστούκι και έφυγα. Την χτύπησα όχι γιατί με έβγαλε έξω αλλά γιατί με αποκάλεσε αλήτη. Το αποτέλεσμα ήταν να με διώξουν από το σχολείο.

Ήταν άδικο, ήμουν αγανακτισμένος και οργισμένος με όλους και για όλα. Ο κόσμος όλος ήρθε τούμπα. Άλλαξαν όλα μέσα μου και άλλαξα συμπεριφορά απέναντι στους ανθρώπους. Τους έβλεπα όλους σαν εχθρούς μου. Ένιωθα μίσος για όλους και για όλα, διψούσα για εκδίκηση.

Εισχώρησα σε συμμορίες του λεγόμενου υποκόσμου, εκείνος ο υπόκοσμος είχε ένα λόγο τιμής που ήταν όρος απαράβατος. Σήμερα αυτός ο λόγος τιμής σε πολύ ευυπόληπτους κοινωνικούς κύκλους δεν υπάρχει.

Η κοινωνία μας λειτουργεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργεί θύματα, για να δείχνει το απαίσιο φιλανθρωπικό της πρόσωπο. Αυτά και πολλά άλλα από ορθόδοξους χριστιανούς, πιστοί στο Λαϊκό ρητό, «Θα σε κάψω Γιάννη μου για να σε αλείψω λάδι».

Αυτό κράτησε ως την 17η Απριλίου του 1965 που κατατάχθηκα στον ελληνικό στρατό.

Υπηρέτησα στη Θήβα, Ιωάννινα, Ορεστιάδα ως ασυρματιστής του πυροβολικού.

Στο στρατό διαπίστωσα ότι δεν είναι όλοι και όλα ίδια και ιδίως οι άνθρωποι. Συνάντησα ανθρώπους πολύ αξιόλογους. Ανθρώπους που μου ενέπνεαν τον σεβασμό και την εκτίμηση. Κάποιους τους θαύμαζα για την παιδεία που είχαν, αλλά και γιατί είχαν το αγνό συναίσθημα του ανθρωπισμού. Ζήλευα και με απασχολούσε το ερώτημα, αν θα μπορούσα να γίνω σαν αυτούς. 

Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας έμαθα πάρα πολλά, πρώτον, κάτι που κρατάω ως σήμερα, να μην απορρίπτω τίποτα αν πρώτα δεν το εξετάσω. Δεύτερον πολύ σημαντικό για εμένα, κοινωνικοποιήθηκα.

Η συναναστροφή με αξιόλογους ανθρώπους με βοήθησε στην κοινωνική μου και επαγγελματική μου πορεία. Ήρθε η ώρα της απολύσεως 14/4 του 1967 (ημερομηνία κατάταξης 17/4 του 1965).

Έφυγα από το στρατό ένας διαφορετικός άνθρωπος. Για ένα μικρό διάστημα ασχολήθηκα με διάφορα, ωσότου πήρα την απόφαση να περάσω στο χώρο της οικοδομής. Τα πήγαινα πολύ καλά, μάθαινα γρήγορα. Βγήκα στην αγορά εργασίας ως εμπειροτέχνης και το 1974 ανέλαβα υπεύθυνα τις εργασίες μιας κατασκευής.

Στο μέσο των εργασιών και ενώ όλα πήγαιναν καλά μεσολάβησε το Κυπριακό και επιστρατεύτηκα για τρεις μήνες. Στην επιστράτευση πέρασα απαίσια, τόσο που χρειάστηκε να νοσηλευτώ στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων. Κινδύνεψε η πνευματική και ψυχική ισορροπία, μη με ρωτάτε γιατί. Την εργασία που είχα αφήσει στη μέση, την είχε αναλάβει άλλος, είχαν χαθεί τα πάντα οικονομικά. Χρειάστηκε κάποιος χρόνος ώσπου να ισορροπήσω σαν άνθρωπος για να βγω και πάλι στην αγορά εργασίας.

Για ακόμη μία φορά από το μηδέν. Όλα κυλούσαν ομαλά ώσπου τον Ιανουάριο του 1977 εισήχθη εκτάκτως στο νοσοκομείο με ανίατο νόσημα από την πρώτη εξέταση οι γιατροί ήταν κατηγορηματικοί, “έχει πεθάνει, δεν υπάρχει περίπτωση να ζήσει”. Οι μέρες περνούσαν και οι γιατροί απορούσαν γιατί δεν πέθαινα. Αυτό κράτησε περισσότερο από τέσσερα χρόνια. Ήμουν ομοίωμα ανθρώπου, φοβόμουν και εγώ ο ίδιος να δω τον εαυτό μου στον καθρέφτη,  βρισκόμουν δύο μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης.

Όταν ο άνθρωπος γεννιέται, βγαίνει από την μήτρα της μάνας του και του κόβουν τον ομφάλιο λόρο αρχίζει απεγνωσμένα να κλαίει ανήσυχα. Όταν ο γιατρός το τοποθετεί πάνω στο στήθος της μητέρας του αμέσως ηρεμεί. Συμπεραίνω ότι η ανησυχία του οφείλεται στην έλλειψη μιας αγκαλιάς. Σηματοδοτεί και κάτι άλλο, σηματοδοτεί την εξάρτησή του από τον συνάνθρωπο στην πορεία της ζωής τους από την γέννηση έως τον θάνατο. Τα χρόνια που ήμουν νοσηλευόμενος ήταν πολλές φορές που ένιωθα ότι φεύγω ότι αποχωρίζομαι αυτόν τον κόσμο αυτό με άφηνε κάπως αδιάφορο. Και αυτό χωρίς να ξέρω το γιατί και είναι πολλές οι φορές που νιώθω ξένος στον κόσμο που υπάρχω. Εκείνες τις συγκλονιστικές στιγμές, εκείνο που με γέμιζε τρόμο ήταν ο φόβος για το άγνωστο δεν ήξερα που πάω. Ήθελα όσο τίποτα άλλο μια αγκαλιά, έψαχνα απεγνωσμένα μια αγκαλιά να πιαστώ από ένα χέρι. Γύρω μου βασίλευε ερημιά, ήταν στιγμές συγκλονιστικές, ο τρόμος για το άγνωστο σαν γάγγραινα έτρωγε τα σπλάχνα μου. Ήταν στιγμές που δεν μπορούν να περιγραφτούν. Ο φόβος και η ερημιά με τσάκιζαν περισσότερο από την ίδια την αρρώστια.

Αύγουστος του 1981 ξημέρωνε η 15η Αυγούστου ημέρα της Παναγίας μας. Στις 3:00πμ, τη νύχτα, επικαλέστηκα τον άγνωστο θεό για τον οποίο είχε μιλήσει ο Απόστολος Παύλος στους Αθηναίους και του είπα “θέλω να ζήσω από εσένα για εσένα.  Σε αναγνωρίζω ως δημιουργό μου και ότι έχεις κάθε εξουσία στην ψυχή μου, στο σώμα μου και στη ζωή μου” και έφυγα από το νοσοκομείο με την πιτζάμα. Δεν είχα σώβρακο να αλλάξω, ούτε τόπο να σταθώ. Κι όμως πίστευα ότι όλα θα πάνε καλά, ένιωθα μία φωνή μέσα μου να με καθοδηγεί και να μου λέει μη φοβάσαι είμαι κοντά σου και πράγματι δεν μου έλειψε το απαραίτητο ούτε για μία στιγμή, όλα λειτουργούσαν μαγικά, ανεξήγητα.

Η φυσική μου κατάσταση ήταν τέτοια που δεν κυκλοφορούσα την ημέρα γιατί τρόμαζαν αυτοί που με έβλεπαν. Και όμως μέσα μου είχα και έχω γαλήνη, είχα και έχω χαρά, πίστευα και πιστεύω ότι όλα θα πάνε καλά.

Από την στιγμή εκείνη που κρεμάστηκα από τα πόδια του θεού και παραδόθηκα στην θεία αγκαλιά του, όλα άρχισαν να αλλάζουν είναι κάτι αισθητό. Σε λίγο χρονικό διάστημα ο φόβος χάθηκε, ο τρόμος που με κυρίευε έγινε μέσα μου γαλήνη, η γάγγραινα που έτρωγε τα σπλάχνα μου έγινε γλυκασμός και η ερημιά αποκαταστάθηκε από μια άγνωστη αόρατη παρουσία που με ακολουθεί αδιάκοπα. Φοβόμουν να κοιμηθώ γιατί δεν ήξερα αν θα ξυπνήσω. Ποτέ δεν νιώθω μόνος μου, νιώθω ότι είμαι σε μια αγκαλιά. Όλα αυτά έχουν γίνει ελπίδα χαρά και προσμονή να βρεθώ στο άγνωστο που το νιώθω πολύ οικείο. Θεέ μου σε ευγνωμονώ να είναι στους αιώνες ευλογημένο το πανάγιο όνομα σου.

Η βελτίωση της υγείας μου ήταν σταθερή, κάθε μέρα ήμουν και λίγο καλύτερα. Μετά από μικρό διάστημα με δέχτηκαν σε μία ταβέρνα τα βράδια να πλένω πιάτα. Μάζευα τα υπολείμματα των φαγητών και έτρωγα.

Ενώ όλοι με λυπόντουσαν, εγώ ένιωθα ευτυχισμένος και χαρούμενος. Αυτό κράτησε περίπου 8 μήνες.

Η υγεία μου είχε βελτιωθεί αρκετά τόσο που μου επέτρεπε να σκεφτώ να βγω και πάλι σαν ελεύθερος επαγγελματίας στην αγορά εργασίας. Όλο αυτό το διάστημα έκανα σχέδια για την επιβίωση μου, την κοινωνική μου και επαγγελματική μου αποκατάσταση.

Παρότι καθημερινά μου συνέβαιναν πράγματα που δεν είχαν λογική εξήγηση, τον Θεό και την υπόσχεσή που του είχα δώσει τα είχα ξεχάσει.

Ο Θεός όμως δεν με είχε ξεχάσει. Μία μέρα είδα ένα όραμα θα μπορούσα να πω ότι ήταν κάτι σαν ένα μήνυμα. Χτύπησαν μέσα μου καμπανάκια και από εκείνη τη στιγμή και μετά, κύριο μέλημά μου ήταν είναι και θα είναι το πως η πίστη μου στον κύριο μου και δημιουργό μου, μέσα από την ομολογία της πίστης μου και της εμπιστοσύνης μου σε αυτόν, θα είναι επωφελή στους συνανθρώπους μου. Όλα τα άλλα ήταν, είναι και θα είναι, σε δεύτερη μοίρα.

Την ορθόδοξη εκκλησία τη συμπαθούσα, αν και δεν είχα καμία σχέση μαζί της. Ήθελα να την πλησιάσω, τα εμπόδια πολλά.  Πρώτο και κύριο οι ρασοφόροι. Είχα και έχω πολύ άσχημες εμπειρίες από τους ρασοφόρους, χωρίς σήμερα να αποκλείω την ύπαρξή του τιμημένου και δοξασμένου ράσου. Για να δικαιολογήσω κάποια πράγματα έλεγα και λέω στον εαυτό μου, η εξαίρεση του κανόνα. Σήμερα, διαπιστώνω με θλίψη ότι η εξαίρεση, έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις και αποδοχή, που λειτουργεί σαν κανονικός κανόνας που σαν γάγγραινα τρώει τα σπλάχνα της ιεραρχίας. Όσο ο Θεός μέσα από την εκκλησία του, τους επιτρέπει να είναι σε αυτή τη θέση, ο κάθε χριστιανός έχει υποχρέωση να τους αντιμετωπίζει σύμφωνα με αυτό που θα έπρεπε να είναι και όχι με αυτό που είναι.

Το πρόβλημα της υγείας μου ήταν πλέον ανύπαρκτο. Είχε επέλθει πλήρης αποκατάσταση και σήμερα την περιπέτεια μου αυτή τη θεωρώ δώρο Θεού, αν και δεν ήξερα αυτό το δώρο πως να το αξιοποιήσω σωστά. Ευχαριστώ τον Θεό για τη δωρεά του αυτή.  Από την περιπέτεια αυτή βγήκα αναγεννημένος και αλλαγμένος. Αναζητώ τον παλιό άνθρωπο και δεν βρίσκω να έχω καμία σχέση σε τίποτα με εκείνον.

Εν τω μεταξύ είχα βρει την άκρη του νήματος σε ότι αφορά τη σχέση μου με το Θεό με πολλή υπομονή και επιμονή και πολύ τρέξιμο συνάντησα τον Γέροντα μου, στην ιερά μονή Τιμίου Προδρόμου στη Δημητσάνα της Γορτηνίας, τον γέροντα Γεννάδιο. Έχω πολλούς λόγους να πιστεύω στην αγιότητα του. κοιμήθηκε πριν από μερικά χρόνια. Τον είχα πικράνει πολλές φορές. Πολύ ταπεινά και με πολλές ενοχές και με πολύ σεβασμό, του βάζω μετάνοια και του ζητώ συγνώμη. Του χρωστάω πολλά, του οφείλω το γεγονός ότι η σχέση μου με το Θεό στηρίχθηκε σε στέρεες και υγιείς βάσεις. Ποτέ δεν με στεναχώρησε, δεχόταν πάντα αδιαμαρτύρητα την κακή μου συμπεριφορά, ήταν για μένα ένας ακοίμητος φρουρός, μου λείπει. Πάντα με αγάπη και υπομονή με οδηγούσε στην οδό της θεογνωσίας και της αποκάλυψης και πάνω από όλα, τη γνώση και την εμπειρία με έμαθε να τα κάνω τρόπο ζωής. Πέραν αυτού είχα την ευλογία να γνωρίσω αρκετούς σε ζωή Αγίους.

Οι πιο σημαντικοί με τους οποίους είχα και κάποια σχέση μαζί τους, ο Άγιος Πορφύριος, ο άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης ηγούμενος στη Μονή Οσίου Δαυίδ, ο  Άγιος Παΐσιος.  

Συνάντησα και πάρα πολλά λαμόγια, που είχαν το Θεό στο τσεπάκι τους και τον χρησιμοποιούσαν κατά βούληση. Δυστυχώς τέτοιοι, στους κόλπους της ιεραρχίας υπάρχουν πολλοί.

Από την νύχτα της 15ης Αυγούστου του 1981 που έφυγα από το νοσοκομείο ως τον Ιούλιο του 1995 δεν είχα επισκεφθεί ποτέ γιατρό, με εξαίρεση τον οδοντίατρο και από φάρμακα δεν είχα πάρει ποτέ, ούτε μία ασπιρίνη. Το 1995 επισκεύαζα την Ουρανία μιας Βασιλικής εκκλησίας(όρος αρχιτεκτονικός), έπεσα από το ύψος περίπου 8 μέτρων. Όταν με βρήκα δεν επικοινωνούσα με το περιβάλλον, δεν υπήρξε το παραμικρό κάταγμα αλλά εσωτερικά είχαν διαλυθεί τα πάντα και είχε δημιουργηθεί εσωτερική αιμορραγία. Με πήγαν στο νοσοκομείο, χρειάστηκαν 9 ώρες χειρουργείου και 17 ημέρες ήμουνα διασωληνωμένος σε καταστολή. Έμεινα ένα διάστημα στο νοσοκομείο και αρκετό διάστημα στον καναπέ του σπιτιού μου.

Δεν μπορούσα να πάω στο μπάνιο, δεν μπορούσα να φτιάξω κάτι να φάω, ακόμα κι αν πεινούσα. Η προσμονή ότι ο Θεός θα στείλει τον κόρακα όπως τον έστειλε στον Προφήτη Ηλία με έκανε ευτυχισμένο. Μέσα σε αυτές τις δυσκολίες έζησα τις πιο ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου. Αχ και να ξέρετε πόσο νοσταλγώ εκείνες τις στιγμές.

Στην οικοδομή είχα ειδικευτεί στην αναπαλαίωση και υποστύλωση παλαιών κτιρίων. Το 1987 πέρασα στο χορό της ορθόδοξης ναοδομίας έως σήμερα. Ασχολούμαι με τη λεγόμενη και καταφρονημένη λαϊκή τέχνη. Ένα διάστημα ασχολήθηκα με την εικονογραφία, τα πήγαινα αρκετά καλά, θα μπορούσα να το κάνω επάγγελμα. Προτίμησα το σφυρί και το καλέμι στην σκαλωσιά, και όχι τα πινέλα στην καρέκλα. Επαγγελματικά στον χώρο της οικοδομής έχω καταξιωθεί, έχω φτιάξει έργα που έχουν καταγραφεί ως μνημεία.

 

Όλα αυτά τα χρόνια που έχω αφιερώσει τη ζωή μου στο Θεό και την εκκλησία του, είμαι σε συνεχή σύγκρουση με την ιεραρχία. Το 2014 τύπωσα ένα τεύχος 110 σελίδες, σε 3.000 αντίτυπα. Στάλθηκε σε όλες τις ορθόδοξες Μητροπόλεις, εσωτερικού και εξωτερικού. Σε όλες τις αρχιερατικές περιφέρειες της Ελλάδος και σχεδόν σε όλα τα ελληνικά μοναστήρια. Σύντομα θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα. Το περιεχόμενο του ο δάκτυλος επί τον τύπο των ήλων με τίτλο:

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΟΡΓΑΝΟ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ Ή ΜΗ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, με απασχολούν οι ανθρώπινες σχέσεις και η σχέση του ανθρώπου με το Θεό, έχω διαβάσει πάρα πολύ, πάσης φύσεως βιβλία. Τα τελευταία χρόνια με έχει απορροφήσει η βιβλιογραφία της ορθόδοξης εκκλησίας. Για λόγους που δεν χρειάζεται να αναφέρω, δεν μπόρεσα να κρατήσω όλα τα βιβλία που έχω διαβάσει, η βιβλιοθήκη μου πάντως απαριθμεί περισσότερους από 1.000 τόμους σήμερα. Με υπερηφάνεια και καμάρι αυτοπροσδιορίζομαι πρώτα ως χριστιανός ορθόδοξος και μετά οτιδήποτε άλλο. Αγαπώ την ορθόδοξη εκκλησία και η σχέση μου με το Θεό είναι σε ερωτικό επίπεδο ψυχοπνευματικά.

Διανύω το 75ο έτος της ζωής μου, διαχρονικά είδα, έμαθα, έπαθα πολλά, με το ισοζύγιο μείον στα καλά. Με αυτό που είμαι σήμερα σαν άνθρωπος είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος, τόσο που παραβλέπω όλα τα κακά. Πολλές φορές αναρωτιέμαι αν δεν είχα ζήσει όλες αυτές τις καταστάσεις θα ήμουν αυτό που είμαι; Ευγνωμονώ το θεό για αυτό που είμαι, για αυτά που μου παρέχει και για ότι με έχει πείσει ότι δεν θα με εγκαταλείψει ποτέ. Ο φόβος μου είναι μήπως εγώ τον προδώσω.

Αυτά πολύ περιληπτικά από μερικά γεγονότα που συνέβησαν στη δημιουργία για αυτό που είμαι σαν άνθρωπος και για τη σχέση μου με το Θεό. Το ποιος είναι αυτός ο Θεός; Τι είναι αυτός ο θεός; Αν είναι δυνατόν να μπορεί να τον περιγράψει άνθρωπος; Για τη δημιουργία της εκκλησίας, για το πώς πρέπει να λειτουργεί η εκκλησία του, για τον ρόλο της ιεραρχίας με κέντρο τη σχέση ανθρώπου με το Θεό. Γιατί επέλεξα αυτόν τον θεό για Θεό μου, θα μιλήσω στην ιστοσελίδα μου στην συνέχεια. Όλα αυτά Σύμφωνα με τις αρχές της εκκλησίας μέσα από τη βιβλιογραφία της Αγίας Γραφής και τη βιβλιογραφία των Πατέρων της εκκλησίας.

 

ΓΕΝΟΙΤΟ ΚΥΡΙΕ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΣΟΥ ΑΜΗΝ

 

 

             Βλάχος Αλέξανδρος

bottom of page