top of page
Αναζήτηση

ΠΕΡΙ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΕΙΜΕΝΟ 1

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 8 Δεκ 2021
  • διαβάστηκε 11 λεπτά

Έγινε ενημέρωση: 15 Δεκ 2021


ree

1


Σεσωσμένη εθέλων την ανθρώπινον φύσιν, παράδεισον φυτεύσας ωραίον εκ παντός ξύλου του εκ γης εν αυτόμεν εθού εν τρυφόν, άπαντα, απέχεσθαι δε ξύλου του της γνώσεως και σοι προσάδειν.


Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,


Για το θέμα που θα μιλήσουμε έχουν ασχοληθεί πολλοί στο πέρασμα του χρόνου και δεν έχουν πάψει να ασχολούνται. Ίσως να είναι από τα μοναδικά θέματα στον κόσμο που έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον τόσων πολλών κατηγοριών ανθρώπων από όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη. Έχουν γραφτεί και έχουν ειπωθεί πάρα πολλά, αλλά και όσα να γραφτούν θα εξακολουθεί το μεγάλο αυτό θέμα να μένει ανεξάντλητο. Και αυτό γιατί η εικόνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν είναι μια απλή εικόνα. Η εικόνα της Χριστιανικής Εκκλησίας αποτελεί έκφραση της Παναγίας Τριαδικής Θεότητας. Η χάρις που φέρει η κάθε εικόνα εξαρτάται από τους παράγοντες που έχει καθιερώσει η Εκκλησία. Δεν αρκεί μόνο η τεχνική αρτιότητα, χρειάζεται και αυτό αλλά ο ρόλος του αγιογράφου είναι επίσης σημαντικός. Δίκαια η Εκκλησία αποδίδει στον αγιογράφο βαθμό ιεροσύνης.


Ο αγιογράφος οφείλει να έχει πνευματική σχέση με το αντικείμενο. Μέχρι πριν από κάποια χρόνια υπήρχαν αγιογράφοι, σήμερα είναι στην πλειονότητα τους απλοί εικονογράφοι που δεν έχουν καμία πνευματική σχέση με το αντικείμενο και γενικά με την Εκκλησία. Παρόλα αυτά που είναι γνωστά στους ιθύνοντες, σήμερα στους Ιερούς Ναούς υπάρχουν εικόνες που αποτελούν σχίσμα από αυτήν την απεικόνιση που έχουν. Υπάρχουν φωτογραφικά αντίτυπα ευτελούς αξίας που προσφέρονται προς προσκύνηση στους πιστούς. Αυτά τα αντίτυπα λειτουργούν απαξιωτικά και προσβλητικά για τον εικονιζόμενο και για την αντικειμενικότητα του χώρου. Αυτά τα αντίτυπα δεν έχουν καμία σχέση με το πνεύμα της Εκκλησίας. Εκφράζουν σε όλο τους το μεγαλείο το κοσμικό πνεύμα.


Όχι μόνο δεν προσελκύουν τον πιστό αλλά τον απωθούν διότι λειτουργούν αποτρεπτικά στο να ενεργοποιηθεί η Θεία Χάρη. Εκείνο που με λυπεί είναι ότι οι Επίσκοποι τα βλέπουν όλα αυτά, γνωρίζουν όλα τα ανώτερα αλλά αδιαφορούν. Γιατί κύριοι; Ο Ορθόδοξος Ναός δεν είναι ούτε γκαλερί, ούτε έκθεση Θεσσαλονίκης. Το πλήρωμα δεν ξέρει διότι φρόντισαν κάποιοι να μην ξέρει. Καθώς και αρκετοί παπάδες δεν ξέρουν. Αυτοί που ξέρουν γιατί δεν μιλούν;


2


Μέσα από τον χείμαρρο των ερμηνειών που έχουν δοθεί στις εικόνες αλλά τις θεωρήσεις ως προς την συμβολή της εικόνας ως μέσο επικοινωνίας του ανθρώπου με το Θείο, προσπάθησα να στοιχειοθετήσω για να κάμω μια παρουσίαση της εικόνας ως προς τον πνευματικό τομέα και το ρόλο της εικόνας στη ζωή της Εκκλησίας. Αν και νιώθω πολύ λίγος για αυτό το εγχείρημα. Ο ιδρυτής της Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας μας είναι ο πρώτος αγιογράφος, αποτυπώνοντας το πρόσωπο του στο Άγιο Μανδήλιον. Μετά από μακρά ταλαιπωρία και αγώνα η Εκκλησία μας κατόρθωσε την μόνιμη Αναστήλωση των Αγίων Εικόνων. Η Αγία μας η Εκκλησία, τον θρίαμβο της νίκης υπέρ των εικόνων τον γιορτάζει την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Σαρακοστής.


Η νίκη υπέρ των Αγίων Εικόνων επιβραβεύει τα βασανιστήρια, τις φυλακίσεις, τους διωγμούς, τους θανάτους αρκετών χρόνων. Η εικόνα ήταν και είναι το κέντρο επίθεσης απ’ όλους αυτούς που πολεμούσαν και πολεμούν την Αγία Ορθόδοξη του Χριστού Εκκλησία. Πολεμιέται σαν ένα ξεχωριστό κομμάτι της Εκκλησίας όχι μόνο από τους έξω εχθρούς αλλά πολεμιέται και εν των έσωθεν, θέλοντας να καθιερωθούν λαμαρίνες ευτελούς αξίας που θυμίζουν κονσερβοκούτια να τους αποδίδεται προσκύνηση και τιμή στον βωμό του κέρδους. Έχουν εμπορευματοποιηθεί τα Ιερά και τα όσια. Πόλεμος κατά των εικόνων δεν είναι τίποτε άλλο παρά πόλεμος κατά της ίδιας αυτής της Εκκλησίας.


Η μάχη που δίνει η εικόνα για να κρατηθεί καθώς και η Εκκλησία στιγματίζεται από τα εκάστοτε πολιτικο-οικονομικά συστήματα αλλά και από την ιερατική εξουσία. Οι δύο αυτές εξουσίες διαχρονικά βρίσκονται σε αρμονική συνεργασία προς εκμετάλλευση του λαού. Θεωρώ απαραίτητο να κάνουμε μια σύντομη αναδρομή της πορείας της εικόνας μέσα στον χρόνο. Πιστεύω ότι αυτό θα μας βοηθήσει να έχουμε μια πιο σωστή άποψη και αντιμετώπιση της εικόνας μέσα στην ζωή της Εκκλησίας αλλά και στην προσωπική μας σχέση με τον Θεό. Ο Χριστιανισμός εμφανίστηκε δειλά- δειλά σαν ένα κίνημα αγάπης, αδελφοσύνης και καλοσύνης. Σαν ανακούφιση από την καταπίεση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.


3


Τα πρώτα χρόνια οι αρχές έδειχναν κάποια ανοχή στην νέα θρησκεία. Όσο πλήθαιναν οι πιστοί τα περιθώρια ανοχής στένευαν. Όταν οι χριστιανομάχοι αντελήφθησαν ότι με τις παραινέσεις δεν είχαν αποτέλεσμα, κατέφυγαν στις φυλακίσεις, βασανιστήρια, εξορίες, θανατώσεις, τα γνωστά σε όλους μας. Ανάμεσα στους αντιφρονούντες του καθεστώτος, οι περισσότεροι ήταν Έλληνες. Οι άνθρωποι αυτοί πεθαίνοντας μαρτυρούσαν την ύπαρξη του ενός και μόνο αληθινού Τριαδικού Θεού. Δικαίως όλους αυτούς που μαρτύρησαν για την πίστη τους η Εκκλησία διαχρονικά τους ονόμασε μάρτυρες και τους αφιερώνει το θαυμάσιο τροπάριο.


Των εν όλο τω κόσμω μαρτύρων σου

ως πορφυρόν και βύσσον τα αίματα

η Εκκλησία σου στολισάμενη δι’ αυτών

βοά σοι Χριστέ ο Θεός.


Την εποχή εκείνη οι Χριστιανοί της Ρώμης (που ήταν το επίκεντρο των γεγονότων της εποχής), για χώρους προσευχής και λατρείας προς τον θεό χρησιμοποιούσαν τις κατακόμβες (στοές μεταλλίων). Οι κατακόμβες διακοσμήθηκαν με τοιχογραφίες χωρίς προγραμματισμό και συνοχή αλλά και χωρίς καλλιτεχνική αξία. Επίσης τις χρησιμοποιούσαν και για Νεκροταφεία. Οι καταστάσεις βελτιώνονταν κάπως όταν τους χριστιανομάχους άρχοντες διαδέχονταν εκείνοι που σταματούσαν τις διώξεις των Χριστιανών. Μια τέτοια περίοδος ήταν οι αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα που ο Κωνσταντίνος διαδέχτηκε τον πατέρα του Κωνσταντίνο Χλώρο στα καθήκοντα του Αυγούστου των Ρωμαίων.


Την εποχή εκείνη η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχε δύο Αυγούστους για την διοίκηση του ανατολικού και δυτικού τομέα. Ύστερα από εσωτερικές αναταραχές και διενέξεις μεταξύ των δύο Αυγούστων, ο Κωνσταντίνος επεκράτησε και ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας το 324 μ.Χ.. Για άγνωστους ως σήμερα λόγους ο Κωνσταντίνος εγκαταλείπει την Ρώμη και επιλέγει σαν καινούργια πρωτεύουσα την Ανθούσα. Έναν μικροοικισμό στον Βόσπορο που είχαν ιδρύσει οι Μεγαρείς τον 7ον π.Χ. αιώνα με αρχηγό τον Βύζαντα. Αρχικά ονομάστηκε Νέα Ρώμη αλλά τελικά πήρε το όνομα Κωνσταντινούπολη που παραμένει ως σήμερα. Τα εγκαίνια της έγιναν στις 11 Μαΐου του 330 μ.Χ..


Ο Κωνσταντίνος συγκέντρωσε ότι το πιο αξιόλογο σε σοφία, τέχνη και πολιτισμό απ’ όλη την αυτοκρατορία στην Κωνσταντινούπολη. Που πολύ σύντομα θα θεωρείται σαν η πιο πλούσια και λαμπρή πόλη όλου του τότε γνωστού κόσμου. Την βασική σύνθεση του πληθυσμού της πόλης την αποτελούσαν Έλληνες. Παρ’ όλα αυτά ο Κωνσταντίνος διατήρησε πολλά γνωρίσματα από την διοίκηση και οργάνωση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Επίσημη γλώσσα ήταν η λατινική. Η Εκκλησία κατ’ εξαίρεση είχε καθιερώσει την Ελληνική από την αρχή της συστάσεως της. Εξακολούθησε να λέγεται Ρωμαϊκή αυτοκρατορία έως την εποχή των Παλαιολόγων.


4


Στην προσπάθεια του ο Κωνσταντίνος να αναπλάσει την αυτοκρατορία συνάντησε πολλά προβλήματα και πολλές δυσκολίες στις μεγάλες διαφορές που υπήρχαν μεταξύ των λαϊκών μαζών. Οι λιγότεροι από όλους ήταν οι Χριστιανοί αλλά ξεχώριζαν για το θάρρος, την επιμονή και σταθερότητα που παρ’ όλους τους εναντίων τους διωγμούς αντί να λιγοστεύουν, πλήθαιναν. Η μητέρα του Κωνσταντίνου, Ελένη, ασπάζεται ενωρίς τον Χριστιανισμό και προσηλύτισε σε αυτόν το άμεσο περιβάλλον της απλώνοντας την επιρροή της και στους αυλικούς ώσπου πείθει και τον Κωνσταντίνο να ασπαστεί τον Χριστιανισμό. Έτσι ο Χριστιανισμός καθιερώνεται επίσημη θρησκεία του κράτους και αρχίζει η γρήγορη ανάπτυξη και διάδοση του.


Οι Χριστιανοί εγκαταλείπουν τις κρύπτες και κτίζουν μεγαλοπρεπείς ναούς. Καθιερώνονται οι στολισμοί, τα άμφια και πρωτοφανείς εντυπωσιακές λειτουργικές τελετές. Με πρωτοβουλία της ακούραστης Βασίλισσας γίνονται έρευνες που καταλήγουν στην εύρεση του Τιμίου Σταυρού. Αυτό το γεγονός έδωσε καινούργια ώθηση στην ανοδική θριαμβευτική πορεία του Χριστιανισμού. Έτσι, επί αυτοκράτορος Κωνσταντίνου, ο Χριστιανισμός εδραιώνεται και υπερισχύει όλων των άλλων θρησκευτικών ομάδων, για να παρουσιάσει χαλάρωση μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου. Επανέρχεται η σταθερότητα και άνοδος μετά από κάποια χρόνια. Σημαντικά όμως ενισχύθηκε επί Ιουστινιανού τον 6ον μ.Χ. αιώνα που καθιερώνονται πλέον οι φορητές εικόνες στις Εκκλησίες.


Έως τότε οι Χριστιανοί που δεν είχαν την δυνατότητα ευρέσεως εικόνων, προσκυνούσαν τον Τίμιο Σταυρό. Σύμφωνα με τον Νικόλαο Καβάσιλα αλλά και τον Μητροπολίτη Μόσχας Φιλάρετο, ο Πατήρ είναι η Αγάπη που σταυρώνει, ο Υιός η σταυρωμένη Αγάπη και το Άγιον Πνεύμα η αήττητη δύναμη του Σταυρού. Και φυσικά δεν πρέπει να παραλείψουμε αυτά που λέει ο Απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή. Διότι ο λόγος του Σταυρού, τους μεν απολυμένους είναι μωρία, εις ημάς δε τους σωζόμενους είναι δύναμης Θεού. Και να επανέλθουμε στα θέμα μας.


Στην περίοδο των διαδόχων του Ιουστινιανού παρατηρήθηκε και πάλι χαλάρωση ώσπου φθάσαμε στις αρχές του 8ου αιώνα, την περίοδο της εικονομαχίας και έτσι κλείνει η πρώτη περίοδος της εικόνας που την χαρακτήριζε το συμβολικό στοιχείο των τοιχογραφιών και ψηφιδωτών που ο ουρανός γινόταν γαλανός και μόνο στο τέλος του 6ου αιώνα άρχισε να γίνεται χρυσός και έχει επικρατήσει ως σήμερα. Αρχίζει η δεύτερη περίοδος της εικόνας που είναι η μικρότερη σε χρόνο αλλά η πιο σημαντική και όχι μόνο για το μέλλον της εικόνας αλλά και για την Εκκλησία. Αν η εικόνα έχανε την μάχη δεν ξέρουμε ποιες θα ήταν οι συνέπειες στην Εκκλησία και πως θα είχε διαμορφωθεί έως σήμερα. Η εικόνα πολεμήθηκε με λύσσα. Ο πόλεμος ήταν δύσκολος, επικίνδυνος και άνισος.


5


Εκείνο που τον έκανε άνισο ήταν το γεγονός ότι οι αρνηταί έτυχαν μεγάλης υποστήριξης και από πλευράς Ιεραρχίας. Το γεγονός ότι η συμβολική εικόνα υποχωρούσε και την θέση της την έπαιρνε μια εικόνα με μεταφυσικό και ποιητικό περιεχόμενο που εξέφραζε πνευματικότητα, επηρέαζε πάρα πολύ τους αρνητές της Ορθοδοξίας. Την έβλεπαν ως απειλή. Αυτήν την άποψη την ενίσχυε το γεγονός ότι όλες οι άλλες θρησκείες δεν έχουν εικόνες. Οι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι το θέμα της εικονομαχίας παρακινήθηκε από τον Ιουδαϊσμό και Μωαμεθανισμό. Βλέποντας και οι δύο αυτές θρησκείες τον Χριστιανισμό να εξελίσσεται ραγδαία και μη μπορώντας να ανακόψουν την πορεία του, προσπάθησαν να τον υποσκάψουν με δόλιους τρόπους.


Χρησιμοποίησαν την μέθοδο του αρνητικού προσηλυτισμού κατά των εικόνων. Η προπαγάνδα τους αυτή άρχισε να υλοποιείται όταν αυτοκράτορας ανέλαβε ο Λέων ο Ίσαυρος ο τρίτος ο οποίος ήταν Σύριος και είχε αρκετές μωαμεθανικές επιρροές. Οι προπαγανδιστές τον βρήκαν σύμμαχο και αργότερα τον γιό του Κωνσταντίνο Κοπρόνυμο. Το 717 μ.Χ. ο Λέων ο Ίσαυρος κάλεσε τον τότε πατριάρχη Άγιο Γερμανό και με δόλιο τρόπο του ζήτησε να κρεμάσει τις εικόνες ψηλά για να μην τις μολύνουν τα χείλη των αμαρτωλών προσκυνητών. Ο Πατριάρχης αντέδρασε. Άρχισε μια πάλη μεταξύ τους χωρίς να υποχωρεί κανείς. Αυτή η πάλη κράτησε 13 χρόνια.


Το 730 μ.Χ. ο αυτοκράτορας βλέποντας ότι ο Πατριάρχης ήταν ανυποχώρητος, διατάσσει να εξοριστεί. Και στον πατριαρχικό θρόνο τοποθετεί τον Αναστάσιο ο οποίος κήρυξε επίσημα τον πόλεμο ως ηγεσία της Εκκλησίας κατά των εικόνων. Ολόκληρο το πλήρωμα της Εκκλησίας αντέδρασε. Άρχισαν βασανιστήρια, θανατώσεις, εξορίες. Αυτή η κατάσταση κράτησε έναν και πλέον αιώνα. Οι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι τα βασανιστήρια των τότε Χριστιανών ήταν τα πιο φρικτά στην ιστορία της Εκκλησίας.


Το 842 μ.Χ. στον αυτοκρατορικό θρόνο βρισκόταν ο Θεόφιλος ο οποίος θεωρείται από τους πιο αδίστακτους και σκληρούς διώκτες. Ο Θεόφιλος είχε παντρευτεί την Θεοδώρα η οποία μαζί με τη μητέρα της και τα πέντε παιδιά της (τέσσερα κορίτσια και ένα αγόρι) παρέμεναν πιστοί στην Αγία Ορθοδοξία. Η Θεοδώρα είχε κρυμμένες εικόνες τις οποίες προσκυνούσε και ασκούσε τα θρησκευτικά της καθήκοντα. Για τις πράξεις της αυτές η Θεοδώρα είχε κινδυνεύσει πολλές φορές από τον Θεόφιλο, αλλά η Θεία Χάρη την προστάτευε. Περί το τέλος του 841, ο Θεόφιλος αρρώστησε βαριά. Η Θεοδώρα τοποθέτησε πάνω στο στήθος του την εικόνα της Θεοτόκου και προσευχήθηκε. Ο Θεόφιλος έγινε καλά. Τότε η Βασίλισσα έπεισε τον Θεόφιλο να ασπαστεί τις Άγιες Εικόνες.


6


Μετά από λίγο διάστημα ο Θεόφιλος πέθανε ομολογώντας ότι πρέπει να τιμάμε και να ασπαζόμαστε τις εικόνες. Μετά τον θάνατο του Θεόφιλου, βασιλιάς ανακηρύχτηκε ο τριετής υιός του Μιχαήλ με επίτροπο την μητέρα του. Η βασίλισσα αμέσως έδωσε εντολή να σταματήσουν οι διωγμοί, να ελευθερωθούν οι φυλακισμένοι και να επιστρέψουν οι εξόριστοι. Καθαίρεσε εκ του πατριαρχικού θρόνου τον Ιωάννη τον 7ον και έστεψε πατριάρχη τον υπεράξιο ομολογητή του Χριστού Άγιο Μεθόδιο ο οποίος είχε βασανιστεί αρκετές φορές υπέρ των Αγίων Εικόνων.


Πρέπει να πω εδώ ότι οι Βασιλείς τότε ήταν επίσημα αρχηγοί της Εκκλησίας, ενώ σήμερα διοικούν την Εκκλησία οι πολιτικοί άρχοντες ανεπίσημα. Η Βασίλισσα ζήτησε να συγκληθεί η σύνοδος και να επικυρώσει τις αποφάσεις της 7ης Οικουμενικής Συνόδου υπέρ των εικόνων και να καταδικάσει και να αναθεματίσει τους εικονομάχους. Μετά από την απόφαση της Συνόδου, συνήχθησαν όλοι οι διωχθέντες από τους εικονομάχους επίσκοποι, ιερείς, λαϊκοί και πλήθος πιστών με επικεφαλή τη βασίλισσα (συνοδευόμενη από τον βασιλιά γιο της). Ετέλεσαν λιτανεία από εκκλησία σε εκκλησία αποκαθιστώντας τις εικόνες καταλήγοντας στην Αγία Σοφία όπου τέλεσαν δοξολογία και ευχαρίστησαν τον Θεό. Ήταν 19 Φεβρουαρίου του έτους 842 μ.Χ.. Ήταν ημέρα Κυριακή, πρώτη Κυριακή των νηστειών. Έτσι κλείνει η δεύτερη περίοδος της εικόνας. Από τότε έως τώρα γιορτάζεται ως Κυριακή της Ορθοδοξίας, την πρώτη Κυριακή των νηστειών.


Η Τρίτη περίοδος αρχίζει από τα μέσα του 9ου αιώνα μέχρι το τέλος του 12ου αιώνα. Είναι οι χρόνοι των Μακεδόνων και των Κομνηνών. Η περίοδος αυτή αναγνωρίζεται ως αναγέννηση της Ορθόδοξης αγιογραφίας. Οι εικονομάχοι δεν είχαν αντέξει πλέον στα επιχειρήματα των Πατέρων της Εκκλησίας. Η νίκη της Ορθοδοξίας σήμαινε μια νέα εποχή για την εικόνα αλλά και γενικότερα για την Εκκλησία. Αυτή η αγιογραφική αναγέννηση διήρκησε μέχρι την εποχή των Κομνηνών. Μέτα από τους Κομνηνούς ακολούθησε η εποχή των Παλαιολόγων που κράτησε έως την πτώση της πόλης στους Τούρκους. Αυτή η περίοδος ήταν η χρυσή εποχή για την εικόνα. Τα επιτεύγματα της περιόδου εκείνης ήταν πολύ υψηλά. Είχε αναπτυχθεί ένα είδος αγιογραφίας υψηλής πνευματικής στάθμης. Μετά από αυτά τα επιτεύγματα ακολουθεί μια αμφιταλαντευόμενη περίοδος, η περίοδος της τουρκοκρατίας.


7


Στα μέσα αυτής της ζοφερής περιόδου εμφανίζονται δύο ανεπανάληπτοι αγιογράφοι που ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Ο Πανσέληνος και ο Θεοφάνης ο Κρής που δίνουν νέα ώθηση στην εικόνα. Τα έργα τους σώζονται έως σήμερα. Αποτελούν όχι μόνο θρησκευτική παρακαταθήκη αλλά και μεγάλο εθνικό κεφάλαιο. Τα έργα των δύο αυτών αγιογράφων έχουν γίνει αντικείμενο έρευνας και σεβασμού σε παγκόσμια κλίμακα. Εδώ κλείνω την ιστορική αναδρομή της εικόνας για να πούμε με πολύ συνοπτικό τρόπο τι είναι η εικόνα ως θρησκευτικό αντικείμενο.


Η φυσική ζωγραφική εικονίζει τα οπτικά φαινόμενα, τη σωματική ωραιότητα και δύναμη, ενώ η Ορθόδοξη ζωγραφική εικονίζει το πνευματικό κάλλος. Η θεωρία και η κατανόηση του πνευματικού έργου είναι δυνατή μόνο από αυτούς που έχουν εμβαθύνει και έχουν ασχοληθεί με την κάθαρση της ψυχής τους. Αυτοί που δεν έχουν ασχοληθεί με την προσωπική τους κάθαρση αδυνατούν να αντιληφθούν την πνευματική διάσταση και κατανοούν μόνο το σαρκικό κάλλος.


Η αγιογραφία έχει μεθοδικότητα και κανόνες που βοηθούν στο πρακτικό μέρος για την άρτια κατάρτιση του έργου. Οι κανόνες αυτοί ανήκουν στο θεωρητικό μέρος, είναι οι βασικές αρχές, τα όρια και η γραμμή που πρέπει να ακολουθήσει ο αγιογράφος. Ο αγιογράφος πρέπει να έχει υπ’ όψιν του για την εικόνα που φτιάχνει ότι ο Άνθρωπος που θα προσευχηθεί σε αυτή εισέρχεται σε απόλυτη αναφορά με το απόλυτο, με την μεσολάβηση της αγωνίας και του πόνου μέσω της εικόνας. Για να έχει ή εικόνα μια πνευματική πνοή, μια υπερβατικότητα, μια Χριστιανική αύρα. Για να κάνει απτή και ορατή την εξωκόσμια πραγματικότητα να προσελκύει και να εμπνέει τον προσκυνητή και όχι να τον απωθεί, πρέπει ο αγιογράφος δημιουργός να είναι ανώτερης πνευματικής στάθμης, να είναι άνθρωπος εξαγνισμένος.


Αγιογραφία δεν σημαίνει ακριβή αντιγραφή διαστάσεων και αποχρώσεων. Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει εικόνα αλλά πτώμα εικόνας. Η εικόνα απαιτείται να είναι εμποτισμένη από την αγιασμένη ζωή του αγιογράφου για να αντέξει στον χρόνο. Εικόνες που ξεθωριάζουν στον χρόνο είναι απλά αντικείμενα. Δεν επιτρέπεται τέτοια αντικείμενα να παίρνουν θέση εικόνας στους Ναούς και να προσφέρονται προς προσκύνηση. Η αγιογραφία είναι μεν το σημάδεμα αρμονικών διαστάσεων αλλά από εκεί και πέρα είναι μια ποιητική σχεδίαση υψηλών πνευματικών εκφράσεων. Η αγιογραφία είναι ένα μεγάλο κομμάτι της Ορθοδοξίας και της λατρείας της όπως είναι η Βυζαντινή μουσική και ο λόγος του κηρύγματος.


8


Η εικόνα είναι αυτή που έρχεται σε άμεση απτή επαφή με τον πιστό. Για να εμπνεύσει τον πιστό απαιτείται να έχει αρτιότητα τεχνική και πνευματική να διεγείρει την αίσθηση. Ο λόγος λειτουργεί διαφορετικά, δεν μπορεί να περιγραφεί με σχήματα διότι λειτουργεί διαφορετικά. Ο λόγος λειτουργεί αισθηματικά. Αν τα συναισθήματα του πιστού δεν είναι σε αρμονία με τα συναισθήματα που εκφράζει ο λόγος, τότε ο λόγος είναι απλός ένας ήχος χωρίς περιεχόμενο. Γι’ αυτό και για τον ψάλτη, τον παπά, τον ιεροκήρυκα απαιτείται να υπάρχει συναισθηματικός δεσμός του περιεχόμενου του λόγου με τον εκφωνητή. Είναι αυτό που λέμε λόγος καρδιάς. Διαφορετικά ο λόγος αποτελεί μέρος ηχορύπανσης. Η Εκκλησία απαιτεί (Ορθοτομούντες τον λόγο της αλήθειας). Ο αγιογράφος είναι και αυτός ένας ιερουργός της Εκκλησίας και δικαίως του αποδίδεται βαθμός ιεροσύνης.


Επίσης, πρέπει να πούμε ότι η αγιογραφία έχει τα δικά της υλικά και εργαλεία. Τα υλικά της αγιογραφίας είναι κάτι σαν το λιβάνι του Ααρών στη σκηνή του μαρτυρίου που όποιος το χρησιμοποιούσε για άλλη χρήση επέθαινε. Ένας από τους σκοπούς της εικόνας είναι να εξυπηρετεί σαν εποπτικό μέσο στο έργο της Εκκλησίας. Επειδή αυτός είναι ο σκοπός της σαν συνέπεια ακολουθεί να έχουν στενό σύνδεσμο ο θεατής και η εικόνα. Τα γεγονότα τα οποία ζωγραφίζονται καθώς και τα πρόσωπα, δεν είναι άσχετα και αμέτοχα ως προς το σήμερα. Τα εικονιζόμενα πρόσωπα και αντικείμενα υπάρχουν μετέωρα και ανυπάκουα στους νόμους της βαρύτητας που ορίζουν τα γήινα όχι όμως και τον διαστημικό χώρο. Το ότι οι Βυζαντινοί αγιογράφοι αδιαφόρησαν για την πιστή αντιγραφή της φύσης δεν οφείλεται σε αδυναμία αλλά σε διαφορετικό πνευματικό αίτημα. Τους ενδιέφερε να πετύχουν την συγκινησιακή υπέρβαση έστω και αν ανήκουν κατά την κοσμική θεωρία στην ιστορία, δεν είναι ιστορία. Είναι ταυτόχρονα παρελθόν – παρόν – μέλλον, διαχρονικά έχουν περάσει στην αιωνιότητα.


Ο χρόνος δεν είναι κάτι αφηρημένο, είναι ψυχοπνευματική κατάσταση άρρηκτα δεμένη με όλη την εμπειρία της κάθε ημέρας. Γι’ αυτό και δεν μετριέται με αριθμούς αλλά κυρίως με κόστος μόχθου, χαράς, οδύνης, καλοσύνης, ευγενείας, ευαισθησίας, καλλιέργειας, μνήμης, συναισθηματικής καχεξίας ή ευρωστίας. Συνέπειας θλίψεως, ανατάσεων, υπέρβασης, προσφοράς, αγάπης. Μετρώντας όλα αυτά ένα προς ένα και συνολικά, καταλαβαίνουμε για τον εαυτό μας και για τους άλλους όχι μόνο την σχέση μας με τον χρόνο αλλά αντιλαμβανόμαστε την θέση μας και την αποστολή που έχουμε στην δημιουργία.


Έτσι μετρούσαν τον χρόνο ο κύριος μας Ιησούς Χριστός και άλλοι άγιοι της Εκκλησίας μας. Ο τρόπος αυτός μετρήματος του χρόνου είναι μέρος της παράδοσης της Αγίας μας Εκκλησίας. Ο αγιογράφος επομένως έχει ηθική δέσμευση να δίνει στο έργο του το στίγμα αυτού του χρονομέτρου. Τα πρόσωπα των εικόνων είναι αγαπητά και οικεία για τον προσκυνητή. Καθώς και ο προσκυνητής είναι αγαπητός στους Αγίους. Είναι και οι δύο μέλη της Αγίας του Χριστού Εκκλησίας και τους ενώνει ο δεσμός της ειρήνης και της αγάπης.


Δόξα τω δεδοκότι εις δουλείαν τα κτήνη. Δόξα τω τα θηρία δειματώσαντι φρίκη.


Στο επόμενο η συνέχεια.

 
 
 

Σχόλια


bottom of page