ΚΕΙΜΕΝΟΝ 38 - ΠΕΡΙ ΘΕΙΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
- vlaxosalexandros20

- 26 Νοε 2022
- διαβάστηκε 10 λεπτά

1
Σώτερ Ιησού με ελέησον πρεσβείας της τεκούσης σε πάντων Ιησού των Αγίων σου προφητών τε πάντων Σωτήρ μου Ιησού και της τροφής του παραδείσου αξίωσον με Ιησού φιλάνθρωπε.
Τόσο η Δευτέρα του Κυρίου παρουσία όσον και η καθολική των νεκρών ανάστασης και γενική κρίση. Είναι γεγονότα που δεν δύνανται να διακριθούν χρονικός, δεδομένου ότι θα λάβουν χώρα χωρίς να υπάρχει ανάγκη μεσολάβησης χρόνου. Καθ ότι ο δημιουργός των γεγονότων τούτων είναι ο παντοδύναμος Θεός. Άμα τη Δευτέρα παρουσία δια του σαλπίσματος του Αγγέλου ως η Αγία Γραφή διδάσκει θα αναστηθούν εκ νεκρών πάντες οι άνθρωποι από του Αδάμ μέχρι και του τελευταίου θανόντος. Οίτη αι ψυχαί των θα ενωθούν μετά των αναστηθησσόμενων σωμάτων τα οποία θα είναι όχι υλικά ουδέ θα φέρουν τα χαρακτηριστικά και τα γνωρίσματα του επίγειου σώματος. Αλλά θα είναι άφθαρτα και αποπνευματοποιήμενα σώματα εννοείται ότι τα πνευματικά ταύτα σώματα τα οποία ουδέ καν ως υλικά τοιαύτα υφίστανται δι’ άγνωστο εις ημάς τρόπο και δια του προστάγματος του Παντοδύναμου Θεού. Θα παρουσιαστούν φέροντα την μορφή ην είχον κατά την επίγειο του ανθρώπου ζωή όχι όμως και τας ιδιότητας και τα χαρακτηριστικά εκείνων όντα πλέον άφθαρτα και πνευματικά. Δεν πρόκειται κατά συνέπεια περί αναστάσεως των ψυχών οι οποίες δεν αποθνήσκουν αλλά περί ενώσεως αυτών μετά των αναστηθησομένων σωμάτων.
Οι άνθρωποι οι οποίοι κατά την έλευση του Κυρίου κατά την Δευτέρα παρουσία θα ζουν επί τη γής. Θα μεταλλαχτούν εις πνευματικές υπάρξεις ήτοι τα σώματα των θα αποπνευματωθούν γινόμενα κατά πάντα όμοια των αναστηθησομένων. Θα αναστηθούν δε πάντες δίκαιοι και άδικοι οι μεν εις ζωήν αιώνιον οι δε εις κατακρίσιν και αιώνια κόλαση. Εν τη Παλαιά Διαθήκη το δόγμα της εκ νεκρών αναστάσεως ως συμβαίνει και με τα πλείστα των δογμάτων της ορθοδόξου πίστεως. Δεν είναι σαφώς αναπτυγμένο ουδέ κατά συνέπεια στηριζόμενος τις επί της Παλαιάς Διαθήκης μπορεί να ομιλήσει περί αναστάσεως των σωμάτων κατά την Δευτέρα παρουσία. Υπάρχει βεβαίως η αντίληψη και πίστη ες την ανάστασή νεκρών (Ησαΐα 26-19 Όσιε 13-14 και άλλα). Η διδασκαλία περί της αναστάσεως των νεκρών είναι μια εκ των θεμελιωδέστερων της ημετέρας πίστεως παραλληλίζεται δε προς την εν αρχή δημιουργίας υπό του Θεού των όντων και των ανθρώπων.
Όπως δηλαδή δια του δημιουργικού αυτού προστάγματος ο Θεός έφερε εκ της ανυπαρξίας εις το είναι πάντα τα όντα ούτω και κατά την Δευτέρα παρουσία. Θα εγείρει εκ των νεκρών πάντας τους ανθρώπους όχι μόνο τους δικαίους ως ο Κύριος εδίδαξεν. «αμήν αμήν λέγω υμίν ότι έρχεται ώρα εν η πάντες οι εν τοις μνημείοις ακούσονται της φωνής αυτού και εκπορευσόνται οίτα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής οίδε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως (Ιωάννου 5-28). Την αλήθεια ταύτην του Κυρίου επανέλαβε και ο Απόστολος Παύλος διδάξας «είδε το πνεύμα του εγείροντας τον Ιησού εκ νεκρών οικεί εν υμίν ο εγείρας εκ νεκρών χριστόν Ιησού ζωοποιήσει και τα θνητά σώματα υμών διά του ενοικούντος αυτού Πνεύματος εν υμίν» (Ρωμαίους 8-11 Α΄ Θεσσαλονικείς 4-14 Ιωάννου 5-22-27 Α΄ Κορινθ 15-13 Πράξεις 17-18).
Την πνευματική των ανθρώπων κατάσταση μετά την ανάσταση των νεκρών κατά την οποία οι μέλλοντες να αναστηθούν άνθρωποι. Ουδεμία σαρκική μείξη και επιθυμία έχουν αλλά διάκεινται προς αλλήλους ως οίεν ουρανοίς Άγγελοι εδίδαξεν ο Θεάνθρωπος. Ως εις ημάς παρέδωσε ο ευαγγελιστής Ματθαίος διατυπώσας την ύψιστη ταύτην αλήθεια και είπον «εν γαρ τη αναστάση ούτε γαμούσιν ούτε γαμίζονται αλλά ως άγγελοι εν τω είσιν» (Ματθαίου 22-30 Μάρκου 12-25 Λουκά 20-24). Το ότι τοιαύτα σώματα πνευματικά με μορφή και ιδιότητες πνευματικές δεν δύναται να κατανοηθούν δια της λογικής και των θετικών επιστημών είναι περιττό και να λεχθεί. Δοθέντος ότι εν των θα πρόκειται όχι περί υπερφυσικών της πίστεως αληθειών. Διότι υπερβαίνουν τον ανθρώπινο λόγο και τα όρια του πεπερασμένου και της εμπειρίας.
2
Κατά τον Απόστολο Παύλο «είδε το φθαρτόν τούτω (σώμα) ενδύσασθε αυθαιρεσία και το θνητόν τούτο ενδύσασθε αθανασίαν» (Α΄ Κορινθ 15-53). Εν τη αυτή δε περικοπή ο αυτός απόστολος λέγει. «σαλπίσει γαρ και οι νεκροί εγερθήσονται άφθαρτοι και ημείς αλλαγησόμεθα»(Α΄Κορινθ 15-52). Εκτός των ανωτέρω χωρίον των περί των αναστηθησομένων σωμάτων ομιλούντων ομιλούντων έχομεν ωσαύτης τα χωρία Ματθαίου 13-14 «τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών» και εν τη Παλαιά Διαθήκη ο Δανιήλ λέγει 12-3 «και οι συν εν ταίς εκλάμψουσιν ως η λαμπρότης του στερεώματος και από των δικαίων των πολλών ως οι αστέρες εις τους αιώνας». Στο χωρίο Φιλιπησσίους 3-21 λέγει «ως μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών σύμμορφων τω σώματι της δόξης αυτού».
Εκ πάντων τούτων των χωρίον συνάγεται ότι τα αναστηθησόμενα σώματα θα είναι άφθαρτα αθάνατα πνευματικά μετά δε την τελικήν κρίσιν και την απόδοσιν έκαστο κατά τα έργα αυτού. Ταυτόν δικαίων θα είναι και δεδοξασμένα και με τα δυνάμεως πεπροικισμένα τοιαύτα δε θα γεύονται της θείας Μακαριότητας μετά των ψυχών ενωμένα. Ήτοι θα έχουν την χάριν της θείας θεωρίας ταυτοχρόνως προς την ανάσταση των νεκρών θα πραγματοποιηθεί η γενική των ανθρώπων κρίσις ίνα λογοδοτήσουμε πάντες διά πάσαν ημών τη ζωήν και πολιτείαν επί της γής. Εις ται Αποστολικάς Διαταγάς αναγιγνώσκομεν «κάντε εν πελάγει τελευτήσωμεν και εν γη διασπάρωμεν η υπό θηρίων ή όρνεων διασπασθώμεν αναστήσει ημάς τη εαυτού δυνάμει ότι ο πας κόσμος τη του Θεού συνέχεται χειρί». Ο Ιερός Χρυσόστομος ακολουθών την διδασκαλία του Παύλου διδάσκει ότι το αναστηθησόμενο σώμα θα είναι πνευματικό το δε Άγιο Πνεύμα θα παραμείνει «διηνεκώς τη σαρκί των δικαίων και αυτού έσται το κράτος παρούσης και τη ψυχής».
Ο Κύριλλος ο Ιεροσολύμων διδάσκων την μετά του σώματος ανάσταση των νεκρών δικαίων και αδίκων γράφει, «εγειρόμεθα αιώνια μεν πάντες έχοντες σώματα ου πάντες δε όμοια ει τις αμαρτωλός εστί λαμβάνει σώμα αιώνιον υπομονετικό τιμωρίας αμαρτιών ίνα εν πυρί αιώνιω καιόμενος προς το δόγμα της καθολικής των ανθρώπων αναστάσεως συνάπτεται η γενική των ανθρώπων κρίσις και ανταπόδοσης. Ήτοις θα λάβει χώραν είτε ταυτοχρόνως προς την παρουσία του Κυρίου και την εκ νεκρών ανάσταση είτε εν ακαριαία τούτων διαδοχή. Και όπως ο χρόνος της δευτέρας του Κυρίου παρουσίας και της των νεκρών αναστάσεως είναι εις ημάς παντί άγνωστος ούτω συμβαίνει και με τον χρόνον καθ ον θα πραγματοποιηθεί η Καθολική των ανθρώπων κρίσις. (Ματαίου 24-36 Μάρκου 13-32 Λουκά 12-30 πράξεις 1-6-7) και άλλα.
3
Υπό τις Αγίας Γραφής χρησιμοποιούνται μεγαλοπρεπείς και εν φοβεράς εκφράσεις δια να ζωγραφίσουν το υπερφυσικόν της παγκοσμίου κρίσεως γεγονός. Χωρίς βεβαίως δια τούτου να θέλουμε να πούμε ότι αι εκφράσεις αυταί δύνανται να εκληφθούν κατά γράμμα. Λόγω του πεπερασμένου της ανθρώπινης φύσεως και της ημετέρας αδυναμίας να συλλάβουμε την υπερφυσικήν της γενικής κρίσεως πραγματικότητα. Απεκαλύφθη εις ημάς όχι ο τρόπος ουδέ ο τόπος της των ανθρώπων κρίσεως αλλά το δια την κρίσιν κριτήριο και ο Κανών. Τοιούτον κριτήριο είναι η δι αγάπης ενεργούμενη πίστη ειδικότερον δε και κατ’ εξοχή τα έργα της αγάπης. Και άλλα μεν χωρία της Αγίας Γραφής διδάσκουν ότι την καθολική κρίση θα επιτελέσει ο Θεός Πατήρ.
Αρκετοί λένε ότι ο Υιός ως Θεάνθρωπος και ως αρμοδιότερος δια την κρίση ταύτη έτεροι δε θεωρούν κριτή τον Θεόν Πατέρα δια του Υιού. Ο θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός ως εκπρόσωπος του Θεού Πατρός, ο παθών και σταυρωθείς και σώσας τους ανθρώπους που είναι Θεός Παντοδύναμος και δίκαιος θα είναι ο Ύψιστος και υπέρτατος κριτής. Απάντων των ανθρώπων κατά την γενική κρίση εκδίδων σύμφωνος προς τα Πράξεις τους λόγους και τας σκέψεις αυτών απολύτως αντικειμενική και δικαίαν ετυμηγορία. Εκτός της περικοπής του Ματθαίου 25-31-46 ήτοις κατ’ εξοχήν εκφράζει και απεικονίζει το γεγονός της παγκοσμίου κρίσεως υπάρχει πλήθος περικοπών. Διδάσκεται σαφώς και κατηγορηματικώς η ανώτερο εκτεθείσα περί γενική κρίσεως των ανθρώπων διδασκαλία του μέλλοντος να κρίνει τον κόσμο εν ευθύτητα και δικαιοσύνη.
Σε βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης διδάσκεται η παραχώρησης της κρίσεως των ανθρώπων υπό του Γιαχβέ εις τον Μεσίαν αποκαλούμενο Υιό του ανθρώπου (Ιωήλ 3-2 Ιεζεκιήλ 33-20 Δανιήλ 7-9-14) και άλλα. Σαφώς όμως και κατηγορηματικώς την αλήθεια περί γενικής κρίσεως δίδαξαν η Καινή Διαθήκη εις μέγα πλήθος χωρίον του Κυρίου. Προς τούτο πολλάς παραβολές διδάξαντος ακριβώς καταδειχθεί η μέλλουσα κρίση και ανταποδόσεως. Τοιαύται παραβολαί είναι αι αναφερόμεναι εις τα χωρία Ματθαίου 13-24 / 30-47 / 50-18/23-35/20-1-16/25-1/13-14-30 και άλλα πολλά. Όπως και το Ιωάννου 5-22 λέγει «ουδέ γαρ ο Πατήρ κρίνει ουδένα αλλά την κρίσιν πάσαν δέδωκεν τω Υιώ και εξουσίαν έδωκεν αυτώ κρίσιν ποιεί ότι υιός ανθρώπου εστίν».
Ρωμαίους 2-5 «κατά δε την σκληρότητα σου και αμετανοήτον καρδίαν σου θησαυρίζεις σε αυτώ οργήν εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως δικαιοκρισίας του Θεού αποδώσει έκαστων κατά τα έργα αυτού». Ρωμαίους 14-10 «πάντες γαρ παραστησόμεθα τω βήματι του Θεού». Πράξεων 17-31 «καθώτι έστησεν ημέραν εν η μέλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη εν ανδρι ως όρισεν πίστιν παράσχων πάσι αναστήσας αυτόν εκ νεκρών». Αναφέρομαι επί του αυτού θέματος γίνονται στα κεφάλαια Μάρκου κεφάλαια Λουκά Α΄ Κορινθίους Β΄ Κορινθίους Φιλιω Α΄ Θεσσαλονικείς Β΄ Θεσσαλονικείς Β΄ Τιμοθέου Ιακώβου αποκαλύψεις. Είναι νοητόν βέβαια ότι δεν είναι δυνατόν να αναφέρουμε λεπτομερώς ταύτα. Την αλήθεια ταύτην της ορθοδόξου πίστεως στηριχθείσα επί της Αγίας Γραφής εδίδαξεν ομοφώνως και η Ίερα Παραδοση.
4
Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων υπό του Θεού κρίσιν διδασκει γράφει «ουδέ γαρ ο Πατήρ κρίνει ουδένα αλλά την κρίσιν πάσα δέδωκε του Υιού ουκ απολοτρίων ταύτον της εξουσίας αλλά δια του Υιού κρίνων. Πνεύματι τοι νυν του Πατρός κρίνει ο Υιός ου γαρ αλλά πατρός και άλλα Υιού τα νεύματα αλλ’ εν αι το αυτό» τα αυτά διδάσκει και ο Άγιος Γρηγόριος ο Νίσσυς. «ο γαρ κρίνων πάσαν την γην δια του Υιού ω πάσαν δέδωκε την κρίσην τούτο ποιεί και παν το παρά του Μονογενούς γινόμενον εις τον Πατέρα την αναφοράν έχει ώστε και κριτής αυτόν του παντός είναι και κρίνειν ουδένα δια το πάσαν ως είρηται την κρίσιν τω Υιώ δέδωκε πάσαν την του Υιού κρίσιν του πατρικού μη απαλλοτριώσθαι βουλήματος». Με την πραγμάτωσιν της κρίσεως κλείνει ο κύκλος του ανθρώπου σχετικά με την επίγια ζωή. Το τέλος αυτής της περιόδου ανοίγει το κεφάλαιο της αιωνίου ζωής. Ομιλούντες περί αιωνίου ζωής και αιωνίου κολάσεως εννοούμε την ατελεύτητο εκείνη κατάσταση εν τη οποία θα υποκεινται μετά την τελική κρίση οι δίκαιοι και οι άδικοι. Και δια με της αιωνίου ζωής εννοούμε την μακάρια εκείνη παρά του Θεού διαβίωση των δικαίων και αγαθών ανθρώπων θεωρούντο πρόσωπο προς πρόσωπο τον Τριαδικόν Θεόν.
Υπ’ Αυτού δε θεώμενων συνισταμένης εις τούτο ακριβώς της ζωής και μακαριότης των αναστηθέντων και ήδη κριθέντων υπό του Θεού ανθρώπων. Δοθέντος ότι η γειτνίασης του ανθρώπου προς τον Θεόν τον Δημιουργό και πηγή της ζωής αυτού προσδίδει το στοιχείο της ευδαιμονίας και αγαλλιάσεως έστω και αν ωε εν τη παρούση ζωή συμβαίνει. Ο γειτνιάζων Θεός είναι αόρατος εις τον άνθρωπο εν τη μελλούσης ζωή κατά μείζονα λόγο ότε και οι δίκαιοι συμφώνως προς τα υπό του Κυρίου επιγγελμένα. Όχι μόνο θα ευρίσκονται πλησίον του Θεού αλλά θα δύνονται και να τον ειδούν ο βαθμός της μακαριότητος των δικαίων θα είναι πολύ μεγαλύτερος μη δυναμένης προς ουδέν έτερον αγαθόν να συγκριθεί.
Εν αντιθέσει προς την άφατο των δικαίων ευδαιμονία ήτοις και θα είναι αιωνία κα ατελεύτητος. Οι αποξενοσάντες εαυτούς από του Θεού και ανεπίδεκτους της θείας χάριτος καταστήσαντες θα οδηγηθούν εις την ατελεύτητον κακοδαιμονία και θλίψη ήτοι εις την αιώνιο κόλαση εις την γέενα του πυρός και εις το πυρ το εξώτερον ως η Αγία Γραφή διδάσκει. Και ενώ οι δίκαιοι και αγαθοί άνθρωποι μετά των αγγέλων θα απολαμβάνουν άρρητον ευδαιμονία διατελούντες εν κοινωνία μετά του χριστού και τον Θεόν θεώμενοι. Ενώ οι άδικοι και μετά των πονηρών πνευμάτων συνταχθέντες θα βασανίζονται αδιάπτωτος δι’ ανέκφραστου θλίψεως και οδύνης. Και ενώ προσδιορίζεται υπό της θείας Αποκαλύψεως συμφώνος προς την ανθρώπινη αντιληπτική ικανότητα εις τι περίπου έγκειται η μακαριότης των δικαίων.
5
Δεν δυνάμεθα μετά βεβαιότητας να αποφανθούμε περί της φύσεως της δυστυχίας και αθλιότητες των εν τη κολάσει οδηγούμενων πονηρών πνευμάτων και ανθρώπων. Η δυσκολία που προσκρούει ο ανθρώπινος λόγος δεν είναι τόσο η φύσις των αγαθών και των δεινών των εν τη κόλαση και του παράδεισο. Αλλά η αιώνιος αυτών διάρκεια ήτοις είναι άπειρος δυσανάλογος εν σχέση προς το βραχύ της επίγειου ζωής διάστημα η και ανταμοιβή είναι η μέλλουσα ζωή. Και τον μεν η αιωνιότητες της ευδαιμονίας και των ουρανίων αγαθών είναι ευεξήγητος και αντιληπτή υπό των ανθρώπων. Προκειμένου περί της αιωνίου κακοδαιμονίας αυτή καθίσταται απρόσιτος εις την ανθρώπινη διάνοια και ενώ δια της πίστεως αποδεκτή και εύλογος.
Ήδη από το παρελθόν επεξηγηθεί υπό των ανθρώπων η εύρεσης λύσεως του προβλήματος που προκύπτει εκ της αντιθέσεως μεταξύ της αιωνίου κολάσεως και των θείων ιδιωμάτων των δύο δε τη πανσοφίας και της αγαθότητας αφού μέγα μέρος των ανθρώπων των εν ευδαιμονία δημιουργηθέντων θα καταδικασθεί εις αιώνιο αθλιότητα. Τούτο θα μπορούσε να θεωρείται αποτυχία πραγματώσεως του Θείου σχεδίου και σκοπού ι ον οι άνθρωποι επλάσθησαν. Εις τούτο δύναται να δοθεί απάντηση ότι ο πεπερασμένος του ανθρώπου νους αδυνατεί να κατανοήσει τας θείας βουλάς και την θείαν πανσοφία του θεού βουλευόμενου όχι κατά τα ανθρώπινα μέτρα. Προς το ιδίωμα της θείας αγάπης αντιτίθεται η αιώνια κακοδαιμονία του τέλειου όντος μη βουλόμενου και ευδοκούντος την αθλιότητα των δι Αυτού εις ύπαρξη ελθόντων πλασμάτων.
Η σκέψη αυτή οδήγησε τον Ωριγένη και την εξ αυτού επηρεασθέντα Γρηγόριο τον Νύσσης να ομιλήσουν περί της των πάντων αποκαταστάσεως της επαναφοράς των επί το κακόν, διαστραφέν τον πονηρών πνευμάτων και ανθρώπων εις την κατάσταση της διήν επλάσθησαν ευδαιμονίας. Την κακοδοξία ταύτην καταδίκασε η Ε΄ οικουμενική Σύνοδος και αναθεμάτισε. Ως δε ήδη παρατηρηθεί αφού οι ανθρώπινη θέληση είναι απολύτως σεβαστή υπό του Θεού ελεύθερος και αναγκαίος κλήρος των αμαρτωλών είναι η αιώνιος οδύνη. Περιττό βεβαίως να προσθέσουμε ότι αι ελεύθεραι του λογικού των ανθρώπων σκέψεις παραθεωρούν τα της Αγίας Γραφής και της Ιεράς Παραδόσεως διδάγματα δεν δύνανται να οδηγήσουν εις ορθά συμπεράσματα. Κατά ταύτα οι τα φαύλα πράξαντες επί της γης μετά την γενική κρίση θα θλίβονται και θα ταλανίζονται αιωνίως.
6
Οι δε δίκαιοι και αγαθοί τον θεόν καθορώμενοι θα απολαμβάνουν πλήρως της ευδαίμονος εν ουρανοίς βιώτη. Εννοείται ότι εφόσον οι άνθρωποι εβίωσαν κατά διαφόρο βαθμό τας αληθείας του θεού ή ακολούθησαν τας του διαβόλου προτροπές θα είναι και ο βαθμός της ευδαιμονίας ή κακοδαιμονίας μετά την γενική κρίση. Ουδέ είναι δυνατόν να φαντασθώμεν τον δίκαιο θεό το αυτό μέγεθος εδαιμονίας εις τον ηγιασμένον και τον μόλις και μετά βίας της σωτηρίας τυχόν τα αποδίδονται. Δεν μπορει να γίνεται λόγος περί πνευματικής και υπερφυσικής καταστάσεως εν η ευρίσκονται αποπνευματωθέντα όντα είναι άστοχος περί του τόπου της διαμονής αυτών λόγος, δοθέντος ότι σχέσεις χώρου και πνευματικών όντων δεν δύναται να υπάρχει η τουλάχιστον αγνοούμε πλήρως. Να προσθέσουμε ότι δια του διαχωρισμού των προβάτων από των εριφίων και της κατατάξεως εις αυτούς της κακοδαιμονίας η ευδαιμονίας κατάσταση.
Οδηγούμεθα εις πλήρωση του υπό του Κυρίου αναληφθέντος έργου ήτοι εις το πέρας του βασιλικού αυτού αξιώματος. Και ναι μεν ο θεάνθρωπος Ιησούς είναι ο αιώνιος και αΐδιος βασιλεύς ουδέποτε δε θα λάβει τέλος η βασιλεία Αυτού. Κατά την διδασκαλία όμως του Αποστόλου Παύλου «όταν υποταγεί αυτώ τα πάντα τότε και αυτός ο Υιός υποταγήσεται τω υποτάξαντι αυτώ τα πάντα ίνα η ο Θεός τα πάντα εν πάσι» (Α΄ Κορινθ. 15-18). Δια τω ανωτέρω χωρίου ο Απόστολος Παύλος ομιλών περί της υποταγής του Κυρίου εις τον θεόν Πατέρα εννοεί την υποταγή μόνο της ανθρώπινης του Κυρίου φύσεως όχι δε και της θείας. Την περί αιωνίου ζωής και κολάσεως διδασκαλία της ημετέρας εκκλησίας διδάσκει η Αγία Γραφή και η Ιερά Παράδοση.
Εκτός του χωρίου του Δανιήλ 12-2 ένθα γίνεται λόγος περί αιωνίας ζωής και κολάσεως η Καινή Διαθήκη εκφράζει πολλαχού την δογματική ταύτην αλήθεια παραδείγματος χάρι. «και επελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» (Ματθ. 25-46/25-34-11). «και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως» (Ιωάννου 5-29). «τοις μεν καθ’ υπομονήν έργου αγαθού δόξαν και τιμήν και αφθαρσίαν ζητούσιν ζωήν αιώνιον τοις δε εξ εριθείας και απειθούσι τη αλήθεια πειθόμενοις δε τη αδικία οργή και θυμός». (Ρωμ. 2-7-8). «άλλη δόξα ηλίου άλλη δόξα σελήνης και άλλη δόξα άστερων άστηρ γαρ αστέρος διαφέρει εν δόξη Α΄ Κορινθ. 15-41» και άλλα πολλά χωρία.
Δόξα ζωή των πάντων η άφραστος
Δόξα τήση του παντός προμηθεία
Στο επόμενο η συνέχεια.


Σχόλια