top of page
Αναζήτηση

ΚΕΙΜΕΝΟΝ 35 - ΠΕΡΙ ΘΕΙΩΝ ΔΟΓΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 3 Νοε 2022
  • διαβάστηκε 9 λεπτά

ree

1


Ιησού γλυκύτατε ψυχής εμείς θυμηδία Ιησού η κάθαρσης του νου μου. Δέσποτα πολυέλαιε Ιησού σώσον με Ιησού Σωτήρ μου παντοδύναμε μη εγκαταλείπεις με.


ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ


Το τελευταίο κεφάλαιο της δογματικής είναι η εσχατολογία. Το κεφάλαιο αυτό δεν περιλαμβάνονται μόνο εις του εσχάτους χρόνους αναφέρομαι της πίστεως αλήθεια αλλά και εις την μετά θάνατον ζωής. Και ενώ εις τα προηγούμενα τμήματα εξετέθησαν τα εις τον Θεόν τον κόσμο και το απολυτρωτικό του Κυρίου έργο αναφερόμενα ζητήματα. Εις την εσχατολογία γίνεται εν σύντομο λόγο περί της μελλούσης εν τω πέραν του τάφου βίο της των ανθρώπων ως και περί της σχέσεως της υφιστάμενης σχέσης μεταξύ ζώντων και τεθνεώντων. Ιδιαιτέρως δε περί της τελειώσεως των πάντων και τη γενικής και καθολικής κρίσεως της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου. Ο όρος εσχατολογία η συντέλεια του κόσμου και δόξα αυτού στηρίζεται επί της Αγίας Γραφής.


Ο κύριος πολλάκις επ΄ αυτού ομιλείσαι. Της μαρτυρίας δε ταύτης του κυρίου ευρίσκομαι και εις τα συγγράμματα και επιστολάς των Αποστόλων Παύλου ομιλεί περί της παρουσίας του Χριστού. Σχετικό είναι και το χωρίον Ματθαίου 24-3 όπου ταυτίζεται η παρουσία του κυρίου προς την συντέλεια του αιώνος και το χωρίο του Ματθαίου 24-14 που ομιλεί περί του τέλους. Ομιλούν επίσης Ιωάννου 6-39-40 Β Τιμιθ. 3-1 Ιούδα στ 18 Α΄ Πέτρου 1-5 Ρωμαίους 8-30 Α΄ Πέτρου 4-. Ως και το χωρίο της Π. Διαθήκης Γενέσεως 49-1 Ιεζεκιήλ 38-16 Ησαίου 2-2 και άλλα πολλά. Το ότι ο κόσμος θα έχει εν ορισμένο χρόνο τέλος είναι όχι μόνο δίδαγμα της Αγίας Γραφής άλλα και του ορθού λόγου.


Δοθέντος ότι πον ότι λαμβάνει αρχή θα έχει και τέλος. Πλήν των πνευματικών όντων η υλικών τοιούτων αλλά δια πνεύματος πεπροικισμένων που σύμφωνα προς την θείαν βουλής θα παραμείνουν εν ατελεύτητο και διηνεκές ύπαρξη. Αιρομένων εντός των κανόνων της λογικής των περί αναγκαίου τέλους πάσης πεπερασμένης ύπαρξης. Η ορθόδοξη Δογματική ποιεί λόγον περί τελειώσεως των πάντων η περί υπέρ λόγο τελειοποιήσεως ως και περί τέλους της εν τω αιώνα η τω κόσμο τούτο κρατούσης καταστάσεως. Η εσχατολογία κατά συνέπεια ασχολείται με τα μέλλοντα να συμβούν είτε εξ υποκειμένου ήτοι ευθύς μετά τον θάνατο εκάστου ήτε εξ. αντικειμένου ήτοι της δευτέρας του κυρίου ελεύσεως και της καθολικής κρίσεως. Τα εν τη εσχατολογία διαλαμβανόμενα της πίστεως δόγματα είναι μέγιστης σπουδαιότητας δοθέντος ότι αναφέρονται όχι πλέον εις την γνωστή κατά το άλλα εν των παρόντι κόσμο κατάστασιν.


2


Αλλά εις την άγνωστον και μέλλουσα κατάσταση που θα έλθει και θα αποτελεί το κριτήριον και το παρόντα βίο υπό το πρίσμα της επερχόμενης προς εμάς αιωνιότητας. Η άποψη αυτή της αιωνιότητας είναι και η καταξίουσα τον βίον εν τω παρόντι κόσμω. Εάν δεν υπηρχέν η ανταπόδοση εν τω μελόντι κόσμω η μακαριότης και η δόξα των ευσεβον, η κακοδαιμονία δε και η καταισχύνη των άσεβων. Θεμελιούμενοι διδασκαλίας επί της Αγίας Γραφής και τη Ιεράς παραδόσεως τότε θα οδηγούμεθα ως πλήρη αχρεωσει της έννοιας άνθρωπος. Πάσα δε περί τούτου διδασκαλία θα αποτελούσε άνευ ουδενός ερείσματος μετέωρος ηθικοδιδασκαλίας και άγονους θεωρίας.


Ταύτα πάντα καταδεικνύουν την θεμελιώδη σπουδαιότητας δογματική διδασκαλία της ημετερας εκκλησίας περί εσχάτων. Εις το τμήμα τούτο της δογματικής θα περιλάβουμε ως είθισται παρατοις δογματολογους την περί μερικής κρίσεως των ανθρωπίνων ψυχών διδασκαλία. Τας σχέσεις μεταξύ ζώντων και τεθνεώτων ως και την περί τελειώσεως και παγκοσμίου κρίσεως δογματική αλήθεια εις την εξέταση των οποίον θα μιλήσουμε στην συνέχεια. Εις το περί προπατορικής αμαρτίας κεφάλαιο είδαμε ότι μια των φοβερότερων αυτής συνέπεια είναι ο θάνατος. Υπό τον όρο θάνατος εννοούμε τρία τινά πρώτον, τον θάνατο σώματος τον χωρισμό σώματος και ψυχής τον καλούμενο φυσικό θάνατο.


Δεύτερη μορφή θανάτου είναι η συνέπεια της αμαρτίας ήτοι την απομάκρυνση του ανθρώπου από του θεού την απώλεια της υπερφυσικής του θεού χάριτος η τις καλείται ψυχικός του άνθρωπου θάνατος. Και τρίτο τινών το αιώνιο χωρισμό του αμαρτωλού ανθρώπου από τον Θεόν και την αιώνια αυτού καταδίκη και κακοδαιμονία ήτοι τον αιώνιο θάνατο. Εις το πρώτο είδος του θανάτου υποκεινται πάντες οι άνθρωποι εξαιρέσει του Ενώχ και του Ηλία ητινες σύμφωνα με την μαρτυρία της Αγίας Γραφής δεν έλαβον θάνατο. Αλλά ανελήφθησαν ζώντες εις του ουρανούς (Γενέσεως 5-24 Δ. Βασιλ. 2-1 Εβραίους 11-5 σοφία σεράχ 44-16 και αλλά.). Ευθύς ως ο άνθρωπος αποθάνει (φυσικός θάνατος) το μεν σώμα διαλυόμενο εις τα εξ συνετέθη στοιχεία συμφώνως προς τους φυσικούς νόμους πάσης νεκρός οργανικής ύλης. Σύμφωνα με την διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου «έσχατος εχθρός καταργείται ο θάνατος» (Α΄Κορινθιους 15-16).


Η ψυχή μεταβαίνει εις τον άλλον κόσμο είτε δια να προγευθεί των απαγγελμένων υπό του Θεού εις τους ενάρετους αγαθών είτε των συνεπειών της εμπράκτου κακίας επερχομένων τη ψυχή δεινών. Ότι αι υπό του Θεού δημιουργήθησα πνευματικαί υπάρξεις συμφώνος προς την θείον Βουλήν δεν θα λάβουν θάνατο. Η ανθρώπινη ψυχή ούσα μια τοιαύτη πνευματική ύπαρξη φύσει αθάνατος. Εχει αφενός μεν την δυνατότητα αφ ετέρου δε υπόκειται εις την αναγκαιότητα να μεταβεί εν τω πνευματικό κόσμο, είτε προς κατάκριση είτε προς επιβράβευση και ευδαιμονία. Το προλεγόμενο δεύτερο είδος του θανάτου ήτοι ο ψυχικός θάνατος δεν δύναται να έχει σχέση προς την διάρκεια της υπάρξεως της ψυχής αλλά μόνο προς τον τρόπον της υπάρξεως αυτής.


3


Η ανθρώπινη ψυχή αν και πεπερασμένη πνευματική ύπαρξη αν και έλαβε αρχήν, ούσα θείον δημιούργημα θέλησε ο Θεός να παραμένει εν διηνεκές και ατελεύτητο ύπαρξη. Και τον δια πάντα τα σωματικά και υλικά δημιουργήματα θα σημαίνει κάποτε η στιγμή του τέλους και του θανάτου αυτών η της μεταλλαγής αυτών ως δίδαξε ο Απόστολος Παύλος (Α΄ Κορινθ. 7-31 και Ιωάννου 2,17) μόνη η ανθρώπινη ψυχή ως και αι πνευματικαί και άυλοι δυνάμεις του αγαθού και του κάκου θα παραμένουν εν αιωνία ύπαρξη. Το δόγμα περί της αθανασίας της ψυχής στηρίζεται εις πλήθος χωρίων της Αγίας Γραφής διδάσκεται δε ομοφώνως και υπό της Ιεράς Παραδόσεως. Βασική σπουδαιότητα και μαρτυρία και ιδία τη Καινής Διαθήκης είναι η του Κυρίου προς τον σταυρωθέντα μετ Αυτού ληστή λεχθείσα φράση «σήμερον μετ’ εμού εσύ εν τω παραδείσω>>.


Επίσης ο λόγος του Κυρίου «Τη ωφελήσει άνθρωπο ον τον κόσμο όλον κερδίσει κα απολέσει την ψυχή αυτού». Αν κάνει κανείς σύγκριση σε αυτά και μόνο τα λόγια του Κυρίου είναι κάτι το ασύλληπτο, τα ωφέλει που έχει μια ενάρετος ψυχή στην αιωνιότητα δεν συγκρίνονται με όλον τον εδώ κόσμο. Επίσης η παραβολή του Κυρίου του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου σαφέστατα εξεικονίζεται η εις τον άλλον κόσμο συνέχισης της αθανάτου ψυχής. Το γεγονός της του Κυρίου Μεταμορφώσεως επί του όρους Θαβώρ όπου οι εν πνευματική ύπαρξη εν ουρανό ζώντες Μωυσής και Ηλίας συνομιλούν μετά του Θεανθρώπου.


Το περί της εις Άδου του Κυρίου καθόδου μαρτυρεί επίσης το χωρίον (Ματθαίου 22-32) όπου ο Κύριος διδάσκει εις τη ύπαρξη εν το άλλο κόσμο των ψυχών των ανθρώπων. Ως επίσης και πολλά χωρία που ομιλούν περί ανταποδόσεως εν τω άλλο κόσμω. Περιτόν δε είναι και να τονίσωμεν ότι το δόγμα της αθανασίας της ψυχής αποτελεί εν εκ των βασικότατο της ορθοδόξου πίστεως θεμέλιο για τη δημιουργία της χριστιανικής εκκλησίας. Αν αφαιρέσουμε τούτο καθίσταται περιττή πάσα ετέρα χριστιανική διδασκαλία μη αρμόζουσα θέσεως να εξετασθεί το περί της αθανασίας της ψυχής κεφάλαιο. Αρκούμεθα να βασιστούμε εν τη αποστολική και να πούμε ενταύθα ότι το δόγμα τούτο της ημετέρας εκκλησίας. Αποτέλεσε ήδη από τη προχριστιανική εποχής αντικείμενο φιλοσοφικής διερευνήσεως του ανθρώπινου λόγου.


Επιζητήσαντος να αποδείξει λογικός την αθανασία της πνευματικής του ανθρώπου ουσίας δια τον λεγόμενων αποδείξεων της υπάρξεως της αθανασίας της ψυχής. Ως έχει ήδη παρατηρηθεί συνδεόνται αναπόσπαστος μετά των περί υπάρξεως του Θεού αποδείξεων. Ισχύουν δε και περί του Κύρους των αποδείξεων της αθανασίας της ψυχής όσα περί των αποδείξεων της υπάρξεως του Θεού ελέχθησαν τας αποδείξεις η ενδείξεις ταύτας οι δογματολόγοι δια κρίνουν Ιστορικήν λογικήν, οντολογικήν και ιθικήν απόδειξη. Η πρώτη μοιάζει προς την αντίστοιχη περί της υπάρξεως του Θεού εκ του ότι πάντες οι άνθρωποι ανέκαθεν πίστευαν εις την αθανασία της ψυχής. Ωσαύτος και η Δευτέρα ουχί μακρόν της αντιστοίχου αυτής ομιλεί περί του σκοπού και του τέλους του ανθρώπου.


4


Επιδιώκοντας και ενατενίζοντας προς υπερκόσμο και υπερφυσική τελείωση μη ευρίσκοντος τούτου την πραγμάτωση να θεμελιώσει την αθανασία της ψυχής επί του γεγονότος ότι φύσις της ψυχής ως απλής και πνευματικής ουσίας αναγκαία εις την αποδοχή του αθανάτου αυτής. Η απόδειξη αυτή ενέχει μεγάλη σπουδαιότητα δια τους αποδεχόμενους ότι το πνεύμα δεν δύναται να αποτελείται εκ διαφόρων στοιχείων απλούν και αδιαίρετο. Παν δε το πνευματικό μη υποκείμενων εις τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου κέκτηται την αθανασία. Η τέταρτη απόδειξη τέλος αποτελεί έτερον μορφη διατυπώσεως που οδηγεί τον διανοητή εις αποδοχή της αθανασίας της ψυχής. Εκ του γεγονότος ότι το ηθικόν το προς το αγαθόν ταυτιζόμενο δεν επιβραβεύεται πάντοτε εν τω παρόντι κόσμο, καθότι καθημερινός παριστάμεθα μάρτυρες θριάμβου του κακού και της αδικίας.


Εφ όσον μόνον το αγαθόν ταυτίζεται προς το τέλειον το δε κακό ως και πάσα αδικία έχει στοιχεία της ατέλειας λογικώς η επικράτηση του ατελούς είναι απαράδεκτος. Μη επικρατέστερο το τέλειον εν τω παρόντι κόσμω πρέπει κατ ανάγκη να επικρατήσει εις άλλον κόσμο. Και κατά συνέπεια η ανθρώπινη ψυχή οφείλει να είναι αθάνατος ώστε και θα ευφρανθεί του αγαθού και του τέλειου. Τα περί της αθανασίας της ψυχής αποδείξεων αποτελούν απλά ενδείξεις για κανένα λόγο επιστημονικές αποδείξεις. Η χρησιμοποίηση αυτών συνίσταται δια τους εις την αθανασία της ψυχής πιστεύοντας και την πίστη αυτών θέλοντας να εισχύσουν και να δικαιολογήσουν. Πρέπει επίσης να πούμε ότι ουδείς δύναται να αποδείξει ότη η ψυχή είναι θνητή ή ότι δεν υπάρχει.


Ανεξαρτήτως της δογματικής βεβαιότητας περί της αθανασίας της ψυχής το πρόβλημα τούτο έχει ερευνηθεί από πολλούς φιλοσόφους. Κάτι που δεν μπόρεσαν να αποδείξουν άλλοι και ούτε να απορρίψουν κατέληξαν ότι ο άνθρωπος αποδέχεται ή απορρίπτει ανάλογα με την λογική του. Λόγο του ότι και εις τους φιλοσόφους υπάρχουν διχογνωμίες σε μεταξύ τους συμβιβασμό καταλήγουν ότι το αίτημα του καθαρού λόγου λέγει. Ότι το ύψιστο αγαθό είναι δυνατό πρακτικώς μόνο υπό την προϋπόθεση της αθανασίας της ψυχής θεωρούν δε την αθανασία της ψυχής ως αδιαχώριστος συνδεδεμένη με τα του ηθικού νόμου. Είναι βεβαίως αρχαιόθεν η περί της αθανασίας της ψυχής διδασκαλία του Πλάτωνος γνωστή την οποίαν εκτός των άλλων ομιλεί και ο Φαίδρος. Ο Πλάτων λέγει ψυχή πάσα αθάνατος το γαρ αεικινητον αθάνατον εξ ανάγκης αγέννητος και αθανατόν ψυχή αν ειη.


Περιτόν να λεχθεί ότι η Ιερά της χριστιανικής εκκλησίας παραδόσεις ομοφώνως επαναλαμβάνει την διδασκαλία της Αγίας Γραφής περί αθανασίας της ψυχής. Θεολογικής και φιλοσοφικής αποδεικνυόμενης ως προς το αθάνατο της ψυχής ευθύς αυτής μετά τον χωρισμό αυτής εκ του σώματος δια του φυσικού θανάτου. Μεταβαίνει αναλόγως της επίγειου αυτής πολιτείας είτε εν τω ουρανώ είτε εν των Άδη. Και εάν αι πράξεις οι λόγοι και τα διανοήματα των ανθρώπων εν τω κόσμω τούτο δεν αντειβαινει προς το θείον θέλημα ή εν τω άλλω κόσμω μετάβασεις. Γίνεται πρόξενος ανεκλαλητου χαράς και αγαλλιάσεως διότι εκεί λαμβάνει χώρο ή βράβευση και η ανταμοιβή παντός αγαθού τελεσθέντος επί της γής υπό των ανθρώπων.


5


Εάν αντιθέτως εν τη παρούσα ζωή προηγηθεί βίος άνομος και άσεβής μη δια μετάνοιας ειλικρινους εξιλασθείς. Η ασώματος της ψυχής συνέχιση της ζωής εν τω Άδη αποτελεί οδυνηρή κατάσταση θείο δίκαιο δια τας δια παραχθείσας αδικίας και ανομίες. Λέγοντες ταύτα δεν εννοούμε ότι οι τα φαύλος πράξαντες οδηγούνται κατ ανάγκη εις τον Άδην διότι η θεία ευσπλαχνία δυνατόν να έδωσε εις τούτους τον χρόνο προς ειλικρινή μετάνοιαν. Όποτε έλαβον την υπό του θεού παρεχομένη άφεση και συγχώρεση των ανομημάτων ένεκα δε τούτου η στιγμή του θανάτου έκαστου ανθρώπου αποτελεί το κρισιμότερον σημείο της ψυχής στην αιώνια πορεία της.


Η επιβράβευση του αγαθού και η τιμωρία του κακού εν τω άλλω κόσμω ευθύς μετά τον θάνατο του ανθρώπου λαμβάνει χώρο δια απόλυτης δικαίας κρίσεως του Θεού ήτοις και καλείται μερική κρίσεις. Άπαξ και η ψυχή αποχωρίστει από το σώμα και ο άνθρωπος αποθάνει παύει πλέον δια αυτής πάσα δυνατότης προόδου εν των αγαθώ ή εν το κακό. Αυτονόητο είναι ότι την θέση της ψυχής εν τω μελόντι κόσμω καθορίζεται από την προσωπική σχέση με το απολυτρωτικό έργο του Κυρίου. Εάν ο άνθρωπος μεταλάβει της θείας χάριτος της δια των μυστηρίων της εκκλησίας παρεχόμενης και παρέμεινε μέχρι την τελειότητα της αυτού εν τη χάριτη του Θεού έχει την βεβαιότητα τη ουρανίου ευδαιμονίας.


Εάν δε απομακρυνθεί του Θεού και απέκρουσε την εξαγιάζουσα τον άνθρωπον θείαν χάριν αναγκαίως οδηγείται εις αιωνία κακοδαιμονία. Ποία είναι η φύσις και η ουσία της κακοδαιμονίας ή ευδαιμονίας εν τω άλλω κόσμω δεν είναι εις ήμας γνωστός εμείς παραμένουμε εν το ορισμό και την έννοια των λέξεων. Σύμφωνος πάντοτε προς την διδασκαλία της Αγίας Γραφής μεταβαίνουσαι αι ψυχαί εν τω άλλω κόσμω κέκτηνται αυτοσυνειδησία στερούνται δε οιουδήποτε υλικού περιβλήματος μη δυνάμενοι να έχουν σχέση προς την ύλη. Ως αυτοσυνείδητες δε υπάρξεις αισθάνονται τα πάντα και έχουν επίγνωση της πρότερης και της παρούσης αυτών καταστάσεως ως και της σχέσεως αυτων προς τους επί γής και εν ουρανοίς.


6


Η διδασκαλία κατά την οποία αι ψυχαί των ανθρώπων μετά θάνατον είτε δεν κρίνονται υπό του Θεού αλλ’ αναμένουν την καθολική κρίση ή εν τω άλλω κόσμω ευρισκόμενοι δύνανται να προαγάγουν αυτούς εν τω αγαθό και τη αρετή. Αντιβαίνει προς την διδασκαλία της Αγίας Γραφής ρητώς ως θα είδομεν μαρτυρούσης περί της αυτοσυνειδησίας αυτών και του αμεταβλήτου της μεταθανάτιου αυτών καταστάσεως. Ως επίσης και περί του χωρισμού αυτών εις δύο πλήρως απ’ αλλήλων κεχωρισμένης καταστάσεις με διάφορους βαθμού έκαστη ήτοι την της ευτυχίας ή της δυστυχίας. Δέον επίσης να σημειώσουμε ότι η γνώμη κατά την οποία κοινός είναι ο τόπος των δικαίων και των αδίκων μετά τον θάνατο και ότι ο τόπος αυτός είναι ο Άδης.


Κατά ταύτα η Καινή Διαθήκη δεν απαντά επί τη λεπτομέρεια αυτού του θέματος κατά συνέπεια θεωρείται πεπλανημένη. Επί του αυτού ομιλεί ο Απόστολος Παύλος λέγων «οιδάμεν γάρ ότι εάν η επίγειος ημών οικία καταλυθεί οικοδομήν έχομεν εκ Θεού οικία αχειροποίητον αίωνιον εν τοις ουρανοίς». Πως είναι δυνατόν η εις ουρανούς ευρισκομένη «αχειροποίητος ημών οικία» να ευρίσκεται εν τω Άδη (Β΄Κορινθ. 5-1). Αλλά και η μέγιστη σημασία κεκτημένη παραβολή του πλουσίου και Λαζάρου, δια εν τον πλούσιο διδάσκει ότι αυτός μετά τον θάνατο αυτού μέτεβει εις τον Άδη εν εξ αντιθέτου δια τον πρωχόν Λάζαρο ότι μετέβει εις τον κόλπο του Αβραάμ ουχί εις τον «διμερή» Άδην.


Δόξα τω πατρί τω υιώ και τω Πνεύματι. Δόξα τη μία τρισίλιο Θεότητη.


Στο επόμενο η συνέχεια.

 
 
 

Σχόλια


bottom of page