top of page
Αναζήτηση

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 8

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 12 Ιαν 2024
  • διαβάστηκε 6 λεπτά

Έγινε ενημέρωση: 2 Φεβ 2024

12/01/ 2024

ree

1

Αγαπητοί εν Χριστό αδελφές και αδελφοί,

τη Χριστιανική πραγματικότητα της Εκκλησίας ως κοινωνία εν Χριστό, εικονίζει, αλλά και πραγματώνει συνάμα μια λειτουργική πράξη της Εκκλησίας. Πρόκειται για τη «συστολή» των Τιμίων Δώρων μετά τη θεία μετάληψη. Ο Λειτουργός συστέλλει συγκεντρώνει μέσα στο άγιο Ποτήρι ο ότι υπάρχει στο Δισκάριο εκτός, από τον Αμνό Χριστό από τον οποίον έχουν κοινωνήσει κλήρος και λαός και τις μερίδες της Θεοτόκου, τα τάγματα των Αγγέλων και πάντων των Αγίων και τα μνημονεθέντα από τον λειτουργό στην Προσκομιδή ζώντων και τεθνεώτα μέλη του σώματος του χριστού, με πρώτο τον Επίσκοπο, ο οποίος έστω και σωματικά απών, αποτελεί το ορατό κέντρο της θείας Λειτουργίας. [Το αόρατο και αναντικατάστατο είναι ο Ίδιος ο Χριστός,] Ο « Αόρατος ημών συνών ». Που δια κρατεί την ενότητα της τοπικής Εκκλησίας μέσα στο Άγιο Ποτήριο. Μετά από αυτή την κίνηση το ατομικό σώμα του Χριστού, η ανθρώπινη φύση Του, ενώνεται ασυγχύτως και αδιαιρέτως με το κοινωνικό συλλογικό Του Σώμα,  με τους Αγίους του. Μέσα στο Άγιο Ποτήριο είναι συναγμένη η εν Χριστό κοινωνία των πιστών. Συντελείται έτσι μυστηριακά η συσσωμάτωση των πιστών με τον Χριστό. Η δε Εκκλησία αποδεικνύεται « Μήτηρ του νέου γένους των χριστιανών για την γέννηση της νέας ανθρωπότητας και την ανακαίνιση της όλης δημιουργίας. Ο Χριστός είναι η κεφαλή της εκκλησίας , αλλά και η εκκλησία είναι το σώμα του Χριστού. Οι δε πιστοί είναι τα μέλη του σώματος αυτού, μέσα στο σώμα του Χριστού τελείται η λατρεία του λαού του Θεού. Χαρακτηρισμός άλλωστε της Εκκλησίας ως σώματος χριστού, δεν μπορεί να εννοηθεί έξω από την ευχαριστιακή εμπειρία της εκκλησίας, η οποία υπήρξε πηγή από την οποία προήλθε η χρήση αυτού του όρου [Σώμα Χριστού].

Αυτό τούτο το πρόσωπο του Χριστού και οι μετά Αυτού ενώσεις του ανθρώπου, η Εκκλησία διά αυτού του τρόπου περιγράφεται ως Αυτός, ο Χριστός ο Όλος Χριστός, εκκλησιολογικά παύει να είναι διά την θεολογία ιδίων οργανικών κεφάλαιο της χριστολογίας.

Είναι ανάγκη να τονισθεί ότι αν και είναι αρρήκτως συνδεδεμένη η Εκκλησία με το Χριστό, εν τούτοις ο Χριστός και η Εκκλησία, σύμφωνα με τον Χρίστο Βούλγαρη και όλη την Εκκλησία, δεν ταυτίζονται.

Η χριστιανική Εκκλησία χαρακτηρίζεται λατρεύουσα κοινωνία και από τους ετερόδοξους, η ορθοδοξία χαρακτηρίζεται Θρησκεία της λατρείας στο χώρο του χριστιανισμού. Η λατρεία της ορθοδοξίας βαθιά Πατερική και αποστολική, είναι πράγματι το κέντρο της ζωής   και ο χώρος στον οποίο πραγματώνεται η Εκκλησία του Χριστού στην Ιστορία και η ουσία της ζωής της. Όπως έχει παρατηρήσει ο πατήρ Γεώργιος Φλορόφσκι, ο χριστιανισμός είναι λειτουργική Θρησκεία. Η λατρεία έρχεται πρώτη, ακολουθεί η δογματική διδασκαλία, πειθαρχία και η εκκλησιαστική τάξη. Αυτό σημαίνει ότι στη λειτουργική σύναξη της Εκκλησίας, βρίσκεται η πηγή της ζωής, το κέντρο της, που απορρέει η καινή διδαχή, η ουσιαστική της χάρης και ο τρόπος που διοικείται ως εξόχως λατρευτική. Η προσευχή των πιστών αναπέμπεται «εν ένι στόματι και μια καρδία» προς το θεό [Ρωμαίους 15-6 Α/ Πέτρου 4-1, Αποκαλύψη 15-42].

 

2

Στην ίδια παράδοση θα μείνουν πιστοί οι μοναχοί ως συνεχιστές των ενθουσιαστικών τάσεων της αρχαίας Εκκλησίας. Αυτό έως ότου παρουσιαστεί το  κίνημα των προοδευτικών που θέλουν την νέα παγκοσμιοποιημένη θρησκεία. Η ζωή τους θα διαμορφωθεί ως ζωή λατρείας. Οι ίδιοι δε θα περιφέρονται ως εν σώμα και λειτουργικά πνεύματα. Ο πιστός άλλωστε δεν τροφοδοτείται απλώς στη λατρεία, αλλά γίνεται κοινωνός και τελετουργός της, μετέχοντας έτσι στον τρόπο υπάρξεως της Εκκλησίας ως σώμα του Χριστού. Αλλά και η εκκλησία μέσα στη λατρεία της γίνεται πανήγυρις πρωτότοκων, οίκος εορταζόντων και αιωνίως ευφραινόμενών, σε μια εσχατολογική πρόγευση της μέλλουσας μακαριότητας, στην κατοικία των ευφραινομένων.

Στην αποστολική κοινωνία θεμελιώνεται όλη η ζωή της Εκκλησίας στην οποία η λατρεία αποβαίνει βίωμα της ενότητας της Εκκλησίας και έκφραση της ζωής της. Ως πλήρη κοινωνία η Εκκλησία είχε ανεπτυγμένη φιλανθρωπική δράση, με υπευθύνους αρχικά τους ιδίους τους Αποστόλους. Η εκλογή των επτά ως διακόνων της βιοτικής επίβλεψης, αφήνει τους Αποστόλους ελευθέρους να αφιερωθούν στην προσευχή και τη διακονία του λόγου στη λατρεία και το κήρυγμα της πίστεως, «Πράξεις -6-3—6-14». Να τονιστεί ότι η φιλανθρωπία καθοριζόταν από κανόνες που επέβαλαν ως πρώτο μέλημα, την κάλυψη των αναγκών των αδύναμων αδελφών, ως βοήθεια για να σταθούν στην πίστη, αλλά και προς τους εθνικούς, η φιλανθρωπία ήταν το εργαλείο προσεγγίσεως για προσηλυτισμό.

Ο Απόστολος Παύλος λέει: “επιβάλλεται η φιλανθρωπία στους ιδίους της πίστεως και από το υστέρημα μας, για δε τους εθνικούς λέει μετά της τρίτης παραινέσεως, αν υπάρχει άρνηση παρετού.” Προσευχή στη συνάφεια αυτή είναι η καθορισμένη και κοινή λατρεία της Εκκλησίας, η λειτουργία ασκούμενη στα όρια του σώματος. Λατρεία και διδασκαλία βρίσκονται στο επίκεντρο της ζωής του σώματος ως θεμελιώδεις θεσμοί του. Η λατρεία παραμένει μαζί με την πίστη, μόνιμη, σημαντική ιστορική μαρτυρία, για τη διαχρονική ενότητα της Εκκλησίας. Από την αρχή η λατρεία αποτελεί πράξη της κοινότητας της τοπικής Εκκλησίας και όχι μόνο πράξη του πιστού ως ατόμου. Η πράξη της κοινότητας ως συλλογική ενέργεια και γεγονός κοινωνίας, συνιστά προϋπόθεση για τον αγιασμό και του ατόμου, πιστού, ο οποίος στη λατρεία της εκκλησίας, δεν μετέχει απλώς για τον ατομικό αγιασμό του, αλλά ως μέλος του σώματος για τον συναγιασμό του, με όλα τα μέλη. Μια ατομιστική ευσέβεια είναι ξένη στην Εκκλησία της ορθοδοξίας. Ακόμη και η κατ’ ιδίαν προσευχή δεν μπορεί ορθόδοξα να εννοηθεί έξω από την κοινωνία του Εκκλησιαστικού σώματος. Η λατρεία σε οποιαδήποτε μορφή της εκφράζει πάντοτε την Εκκλησία ως σώμα διότι σε αυτήν ανήκει και σε αυτήν βρίσκει την τελείωση και καταξίωση του. Για αυτό η θεία Ευχαριστία είναι το μυστήριο της Εκκλησίας, διότι είναι όπως θα δούμε και ο σκοπός ολόκληρης της λειτουργικής πράξεως της Εκκλησίας. Ατομικός χριστιανισμός δεν υπάρχει και αυτό φαίνεται προπάντων στη λατρεία. Από την κοινή λατρεία του εκκλησιαστικού σώματος απορρέει και η κατ’ ιδίαν προσευχή του πιστού.


3

Ο ορθόδοξος πιστός εισερχόμενος στο ναό ανάβει ένα κερί μπροστά στους Αγίους, με αυτό, απευθύνει το χαιρετισμό του στους Αγίους της πίστεως, που είναι το στήριγμα της ζωής της Εκκλησία και δηλώνει τη συμμέτοχη του στη ζώσα παρουσία της εν ουρανής, θριαμβεύουσας Εκκλησίας. Έτσι το άτομο δηλώνει τη συμμέτοχή του στο Κυριακό σώμα και την Εκκλησιαστικοτήτα του. Ο γραφικός λόγος « ου καλόν είναι τον άνθρωπο μόνον Γένεσεις 2-18 », γίνεται ιδιαίτερα αισθητός στην Εκκλησιαστική λατρεία. Η κοινωνία του πιστού, για την οποία προσεύχεται η Εκκλησία «και της των πάντων ενώσεως του κυρίου δεηθώ μεν». Ανταποκρίνεται στην καθολικότητα της Εκκλησίας που εκτείνεται οριζόντια σε όλο τον κόσμο , κατακόρυφα σε όλους τους αιώνες, και καθολικά σε όλο το πλήρωμα της παραδεδομένης αληθείας. Γι’ αυτό ένας ύμνος της Παρακλητικής λέγει, ότι στη λατρεία «μία ποίμνη γέγονε ανθρώπων και Αγγέλων και μία βασιλεία.»

Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού δεν μπορεί να εξισωθεί ούτε να συγχέεται με τη λατρεία. Δεν υπαρχή η Εκκλησία για τη λατρεία, αλλά η λατρεία για την ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Για την αύξηση της, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού. « και αυτός έδωκε άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτες, άλλους δε ευαγγελιστές, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς την τελειοποίησίν των Αγίων διά το έργον της διακονίας, δια την οικοδομή του σώματος του Χριστού, εω σου καταντήσομε πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού. Δια να μη η μέθα πλέον νήποιοι κυματιζόμενοι και περιφερόμενοι με πάντα άνεμο της διδασκαλίας. Δια της δολιότητας των ανθρώπων δια την πανουργία εις το μεθοδέυεσθαι την πλάνη» [ Εφεσίους 4-11-14 ].

Ο Χριστός δεν ίδρυσε μια κοινωνία για την τήρηση της λατρείας, μια απλή κοινωνία λατρείας, αλλά την Εκκλησία Του ως οδό σωτηρίας

 « οδέ Σαύλος ήτο σύμφωνός εις τον φόνο αυτού και έγινε εν εκείνη την η μέρα διωγμός μέγας κατά της Εκκλησίας της εν Ιερουσαλήμ και πάντες διεσπάρησαν εις τους τόπους της Ιουδαίας και Σαμάρειας, πλην των Αποστόλων. Έφεραν δε τον Στέφανόν εις τον τάφο άνδρες ευλαβείς και έκαμαν θρήνων μέγαν επ’ αυτού «Πράξεις 9-1-2» . Ο Χριστός δημιούργησε την Εκκλησία ως καινή κτίση, για την αναδημιουργία όλου του ανθρώπινου γένους. Όπως ορθά παρατηρούν εκκλησιαστικοί σχολιαστές, αυτό δε σημαίνει ότι η λατρεία έχει δευτερεύουσα θέση μέσα στην Εκκλησία, αντίθετα δεν χωρίζεται από την Εκκλησία και χωρίς λατρεία δεν υπάρχει Εκκλησία. Αυτό συμβαίνει διότι σκοπός της λατρείας είναι να εκφράζει, να μορφοποιεί και να πραγματώνει την Εκκλησία. Να είναι η πηγή της χάρης που κάνει πάντοτε την Εκκλησία λαό του Θεού , σώμα Χριστού, γένος εκλεκτών βασιλείων Ιεράτευα [Α, Πέτρου -2-9 ].

Όσο και αν η λατρεία ως έκφραση και φανέρωση της φύσεως της Εκκλησίας, δεν μπορεί να είναι πάρα μέσω σωτηριολογικό για τη σωτηρία των τέκνων της εκκλησίας,  είναι η πραγμάτωση δηλαδή του λόγου της υπάρξεως της, μέσα στην Ιστορία.


 Στο επόμενο η συνέχεια.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 
 
 

Σχόλια


bottom of page