top of page
Αναζήτηση

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ - ΚΕΙΜΕΝΟ 3

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 24 Νοε 2023
  • διαβάστηκε 6 λεπτά

ree

Αγαπητοί μου Αδελφοί,


μιλώντας για την θεμελίωση της Τάξης της Εκκλησιάς, εννοούμαι το σύνολο των τελετουργικών κανόνων που διέπουν την εκκλησιαστική λατρεία. Το Τυπικό που προσφέρει το διάγραμμά, η τη δομή της λατρείας. Στην Ορθοδοξία δεν υπαρχή λατρεία χωρίς συγκεκριμένη τάξη «Πάντα ευσχήμονος και κατά τάξη γίνεσθε» . Το τυπικό δεν διασφαλίζει μόνο την παράδοση της λατρείας, αλλά προστατεύει τη λατρεία από κάθε τάση υποκειμενικής επεμβάσεως, Επί πλέον περιφρουρεί και εκφράζει το ορθόδοξο λατρευτικό φρόνημα. Η Τάξης δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε θεσμός στατικός και άκαμπτος, υπηρετεί τη λατρεία και έχει δεχθεί στην πορεία της αναπροσαρμογές, αλλά και δέχεται ακόμη στη σημερινή λειτουργική πράξη. Η Εκκλησία στην αυθεντικότητα της δεν γνώρισε πότε απόλυτη ομοιομορφία, ούτε θέλησε πότε να την επιβάλει. Για αυτό και δεν υπάρχει ένα ενιαίο Τυπικό για όλη την ορθοδοξία. Η λατρεία της εκκλησίας είναι ζωή για αυτό κινείται εξελίσσετε και είναι πάντοτε έτοιμη να απαντήσει στις προκλήσεις των καιρών. Το σχήμα της δεν είναι άκαμπτο, αλλά ευλύγιστο. Μόνο η ουσία της παραμένει αμετάβλητη και άθικτη, όπως και σκοπός της, η Εκκλησία έχει καθορίσει της βασικές αρχές, που προσδιορίζουν την ανάπτυξη και δια μόρφωση της Εκκλησιαστικής λατρείας. Είναι η λιτότητα ενάτη της αφθονίας και η ομοιομορφία έναντι της ποικιλίας. Με τη συγκριτική δε μελέτη των λειτουργικών κειμένων διατυπώνει και βασικούς λειτουργικούς νόμους καθοριστικούς στη ανάπτυξή της λατρείας. Ο πρώτος νόμος είναι ο νόμος της οργανικής αναπτύξεως κατά τον οποίο τα νεότερα, στοιχεία δεν εκτοπίζουν αμέσως τα παλαιότερα, αλλά προοδευτικά υπερισχύουν. Ο δεύτερος σχετικός νόμος συνδέεται με την δυνατότητα προσδιορισμού των παλαιότερων στοιχείων της λατρείας, τα οποία έχουν διασωθεί, με μεγαλύτερη συνεκτικότητα, στις ακολουθίες των μεγάλων εορτών. Γενικότερα παραδεκτό στη επιστήμη της λειτουργικής, είναι ότι το πρωτοχριστιανικό η αρχαίο χριστιανικό στρώμα της Τάξης της Εκκλησιαστικής λατρείας δεν έχει χαθεί. Όχι μόνο είναι δυνατή η επισήμανση των σωζόμενων ως σήμερα στοιχείων του, αλλά είναι δεκτή πια και η σχέση του με τη Συναγωγή και η λειτουργική παράδοση . Αυτό συνάγεται από τα κείμενα του τρίτου αιώνα στα οποία είναι πιά αποκρυσταλλωμένη η λατρεία, πριν από την κρίση του επόμενου αιώνα. Όπως δηλαδή από τη Θεολογία της Εκκλησίας αποδεικνύεται, ότι δεν έχει ελληνικές αλλά εβραϊκές προφητικές ρίζες το ίδιο συμβαίνει και με τη λατρεία της. Ο χριστιανισμός σε όλες τις διαστάσεις του αποτελεί οργανική συνέχεια του προφητικού Ιουδαϊσμού. Τα αρχαία χριστιανικά στοιχεία είναι ψηλαφητά γενικά στους τρείς κύκλους της λειτουργίας του χρόνου.

Στον κύκλο του νυχθημερόν, οι βασικές του ακολουθίες, Εσπερινός, και ορθός, ανάγουν την αρχή τους στην προ - Κωνσταντίνεια εποχή της Τάξης και ειδικά στη λατρεία της συναγωγής. Το ίδιο συμβαίνει με τον εβδομαδιαίο κύκλο ή του ευχαριστιακού κύκλου της Κυριακής. Η σχέση αυτή επεκτείνεται στο εκκλησιαστικό έτος στον ετήσιο κύκλο του Πάσχα και της Πεντηκοστής . Οι δύο αυτές εορτές σχετίζονται προδρομικά με το εβραϊκό έτος.


2

Αλλά και στην Εκκλησία έγινε το Πάσχα, το κλειδί του λειτουργικού έτους η αρχή και το τέλος η μετάβαση από το παλαιό στο νέο έτος, εικόνα μετάβασης από την παλαιά στη νέα ζωή. Ίχνη αυτής της αντιλήψεως διακρατεί η σύγχρονη τάξη, με τον λειτουργικό υπολογισμό του εκκλησιαστικού έτους από Πάσχα σε Πάσχα. Η Κυριακή του Θωμά ονομάζεται « Καινή» ως αρχή του υπολογισμού των λειτουργικών εβδομάδων η έντονη εσχατολογική συνείδηση της αρχαίας Εκκλησίας δημιούργησε μια Τάξη πού αποτέλεσε τη βάση για τις εξελίξεις. Ουσιαστικά όμως είναι το πρόβλημα της συνέχειας της τάξης αυτής μέσα στις νέες αντιλήψεις και νοοτροπίες πού προέκυψαν από την εγκαινιασθείσα με τον Μ. Κωσταντίνο για την Εκκλησία «Νέα Τάξη πραγμάτων»

Η εποχή που αρχίζει για την Εκκλησία και την οικουμένη με τον Μ. Κωσταντίνο , δεν είναι μόνο η γέννηση ενός νέου κόσμου που αποκρυσταλλώνεται στην Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης [από το330 μετά Χριστού]. Άλλα θεωρείται από τους ερευνητές κρίσιμη και για την πορεία της Εκκλησίας και την εξέλιξη της λατρείας της. Οι εκτιμήσεις των μετασχηματισμών, στο γενικότερο εκκλησιαστικό πλαίσιο εγγίζουμε συχνά τα όρια της υπερβολής. Κάποιοί ιστορικοί περιγράφουν πτώση στην πορεία της Εκκλησίας από τον αρχικό Χριστιανισμό άλλα οι ιστορικοί βλέπουν μια απλή φυσική συνέχεια στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας. Με αισθητή επιτάχυνση λόγω της, από των τέταρτο αιώνα, ελευθερία της.

Πέραν των δύο άλυτων διαφορετικών απόψεων το πραγματικό γεγονός είναι ότι η εξέλιξη της λατρείας συντελείται χωρίς να διακοπή ή να παραχαραχθεί η αυθεντική συνέχεια της αποστολικής παραδόσεως Είναι γεγονός ότι το Διάταγμα των Μεδιολάνων [313 μετά Χριστού] σήμαινε αναγνώριση της Εκκλησίας από την Πολιτεία, του δικαιώματος για ελεύθερη άσκηση της λατρείας της. Τα παραχωρηθέντα στην Εκκλησία από τον Μ. Κωσταντίνο προνόμια συμπληρώθηκαν από τους διαδόχους του, στα τέλη του αιώνα [380 - Μ. Χ.].Ο Μ. Θεοδόσιος θα εκδώσει το περί πίστεως διάταγμα που η θρησκεία του ενός και υψίστου Θεού αναγνωριζόταν ως η μόνη θρησκεία αναγνωριζόταν ως η μόνη θρησκεία του Κράτους. Στην περίοδο αύτη συντελέστηκαν διάφορα σημαντικά για την Εκκλησία γεγονότα.. Η ανάδειξη σε πρωτεύουσα του κράτους της Νέας, Ρώμης [Κωνσταντινουπόλεως]. Η ανακήρυξη των Ιεροσολύμων ως Προσκυνηματικού κέντρου. Η σύγκληση των δύο πρώτον Οικουμενικών Συνόδων [325 καί 381 ] Η νίκη πάνω στην ειδωλολατρία και τον Αρειανισμό, το θεμέλιο όλων των αιρέσεων. Η διατύπωση του ορθοδόξου δόγματος, η ανάπτυξη των θεολογικών γραμμάτων, η οργάνωση και ανάπτυξη του μοναχισμού, η ανέγερση πλήθος χριστιανικών ναών, η ανακήρυξη της Κυριακής σε ήμερα αργίας και άλλα. Η Εκκλησία βγήκε νικήτρια από τις μεγάλες συγκρούσεις της, κυρίως με τον εθνικό κόσμο. Από τις νέες εμπειρίες δεν ανέκυψε μόνο ένα συναίσθημα νίκης, άλλα και μια Θεολογία νίκης, πού ανανοηματοδότησε όλο το φάσμα της Εκκλησιαστικής ζωής οι νέες συνθήκες πού αρχίζουν με το Διάταγμα των Μεδιολάνων, δημιουργούν δυνατότητες στην Εκκλησία τις οποίες δεν είχε. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στο χώρο της λατρείας , στους τρείς πρώτους αιώνες η λατρεία διωκόταν από το κράτος. Η ελευθερία λατρείας που χορήγησε ο Μ. Κωνσταντίνος, ήταν πρώτα από όλα μια ευκαιρία για την Εκκλησία να εκφράσει τουλάχιστον αυτό που μέχρι τώρα δεν είχε κάνει με πληρότητα, λόγω των εξωτερικών δυσμενών συνθηκών.


3

Έτσι σημειώθηκε αλματώδη εξέλιξη, το σχήμα όμως που επικρατεί σε αύτη τη μετασκευαστική διαδικασία θα μπορούσε να ονομασθεί οικουμενική μορφοποίηση. Με τα προνομία που δόθηκαν στην Εκκλησία έγινε και ένα άνοιγμα στην κοινωνία. Αυτό δημιούργησε πρόβλημα. Ο σταθερός και αμετάβλητος πυρήνας έπρεπε να αφομοιώσει όλα τα συγγενή στοιχεία των τοπικών παραδόσεων. Τα σημαντικότερα δείγματα αυτής της νέας πορείας είναι, η εξέλιξη και σύνθεση λατρείας, σε σχέση κυρίως με τα κτίρια των Ναών [Ναοδομία].

Η ανάπτυξη των λειτουργικών κύκλων[ η μέρα, εβδομάδα, λειτουργικό έτος] παράλληλα με την καθιέρωση νέων εορτών ή εορτογικών κύκλων, νέων λειτουργικών ημέρων και ακολουθιών. Η ανάπτυξη της Υμνογραφίας που αναδείχθηκε σε κύριο στοιχείο της λατρείας, και η σπουδαία ανάπτυξη της αγιολογίας . Όλα αυτά μέσα σε μια μεγαλειώδη εξελικτική διαδικασία πού κορυφώνεται τον ένατο αιώνα με το τέλος της εικονομαχίας. Τέταρτος και πέμπτος αιώνας εποχή μεγάλης λειτουργικής άνθησης και βαθιών τομών και αλλαγών στη ζωή της Εκκλησίας.

Έκτος και έβδομος αιώνας βαθμιαία σταθεροποίηση των νέων μορφών λατρείας, και μετά τον σκοτεινό αιώνα της εικονομαχίας αρχίζει , ο όγδοος και ένατος αιώνας, η περίοδος της τελικής συνθέσεως του βυζαντινού τύπου λατρείας που οδήγησε στην σημερινή υπάρχουσα μορφή. Το βασικότερο πρόβλημα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η Εκκλησία τον τέταρτο αιώνα ήταν η μαζική εισροή του εθνικού κόσμου στους κόλπους της, και ο τρόπος αποδοχής τους . Πολλές κριτικές της εποχής εκείνης θεωρούν ότι δεν ήταν αναγκαία η χαλάρωση των αυστηρών κανόνων και προϋποθέσεων της ως τότε Εκκλησιαστικής κατηχητικής πράξεως. Η εισβολή στους κόλπους της Εκκλησίας ενός άλλου πνεύματος μια εντελώς κοσμική νοοτροπίας και συνειδήσεως, ήταν δύσκολο να αντιμετωπιστεί. Ο Εκκλησιαστικός χώρος από το εθνικό περιβάλλον λόγω της ελευθερίας των κινήσεων που επέτρεπε η χαλάρωση των κανόνων που αναφέραμε πιο πάνω. Μέσα σε ένα όχι και τόσο ήρεμο κλήμα, η Εκκλησία εκκαλείτο να καλύψει το κενό, που δημιουργήθηκε από την εξάλειψη της ειδωλολατρικής λατρείας. Η πνευματική ηγεσία της τότε Εκκλησίας έδειξε αδυναμία στο να διαχειριστεί το όλο πρόβλημα σωστά. Το κοσμικό φρόνημα από τότε ως και σήμερα, διαχρονικά, είναι το πιο απεχθές καρκίνωμα στους κόλπους της Εκκλησίας. Η είσοδος και η ένταξη στη ζωή της Εκκλησίας προϋποθέτει το θάνατο του παλαιού ανθρώπου « Συν τοις παθήμασι αυτού και ταις επιθυμίες Γαλατάς 5-24» Όταν ο θάνατος αυτός δεν επιτευχθεί ο άνθρωπος μεταφέρει στη νέα ζωή του όλο των παλαιών άνθρωπο, την μη χριστοποιήμενη συνείδηση του. Αύτη η συνείδηση του παλαιού ανθρώπου που θα νοηματοδοτεί στο έξεις ως ένα βαθμό όχι μόνο το συγκεκριμένο άτομο άλλα σύνολη την Ομάδα, και τη λειτουργική παράδοση και πράξη. Δεν χάνεται η αυθεντική Εκκλησιαστική συνείδηση αλλά περιορίζεται στους αναγεννημένους στο φρόνημα της Εκκλησίας. Αυτό τον δυαδισμό, την πόλωση ανάμεσα στην παλαιά πράξη και συνείδηση, και τη νέα. Θα επιχειρήσουμε στη συνέχεια να διασαφηνίσουμε.


Στο επόμενο η συνέχεια.

 
 
 

Σχόλια


bottom of page