top of page
  • Εικόνα συγγραφέαvlaxosalexandros20

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 20 

 

1 

Αγαπητοί μου, σε συνεχεία από τα προηγούμενα, Το ίδιο νόημα έχει και το «αιωνία η μνήμη» του μνημόσυνου των τεθνεώτων. Δεν έχει σχέση με την φθαρτή και παρερχομένη κτιστή ανθρώπινη μνήμη, άλλα με την άφθαρτη, μη παρερχομένη άκτιστη μνήμη του Θεού. 

 Μόνο όποιος υπάρχει στη σκέψη του Θεού υπάρχει, μια παρόμοια μνημόνευση των κεκοιμημένων δεν θα είχε θέση σε μια σύναξη που στρέφεται στο παρελθόν και αντλεί την υπάρξει της από αυτό. Αλλά μόνο από μια σύναξη όπως η εκκλησιαστική λειτουργική που συνδέεται αδιάσπαστα με το μέλλον της αιωνίας ουράνιας Βασιλείας.  

Είναι φανερό ότι η Θεία Λειτουργία δεν είναι μια απλή ανενεργός παρουσία της αγαπητικής ενέργειας του Θεού που οδηγεί στη βασιλεία του το πλήρωμα της Εκκλησίας. Η Θεία Λειτουργία υπερβαίνει του χρόνου ως εορτή της Εκκλησίας και έκφραση της εσχατολογικής πληρότητας. Ο χρόνος δεν επιβάλλεται επί της θείας Λειτουργείας ως συμβαίνει εις την ημερονύκτια ακολουθία, άλλα η λειτουργία επιβάλλεται επί του χρόνου. Η Λειτουργία ( ευχαριστία ) είναι υπερνίκηση του χρόνου ως δυνατότητα μετοχής στον μέλλοντα αιώνα, χωρίς αυτό να θεωρείται φυγή από τον παρόντα χρόνο και άρνηση του κόσμου. Είναι κατά φάση μιας βεβαιότητας της παρουσίας της Βασιλείας του Χριστού, που βρίσκεται ήδη εντός ημών και στην Εκκλησία, άλλα που θα φανερωθεί σε όλη της τη δόξα στο τέλος του Κόσμου τούτου. Γίνεται συνεπώς κατανοητό, γιατί ή Εκκλησία υπάρχει στον κόσμο ως συνεχής Πεντηκοστή στη λειτουργική της σύναξη αφού σκοπός της είναι να αποκαλύπτει συνεχώς στον κόσμο τον ερχόμενο. 

 Η Εκκλησία συνέρχεται στη λειτουργική σύναξη της ως εσχατολογική πραγματικότητα «εν Κόσμο» αλλά όχι «εκ του κόσμου». Η συνειδητοποίηση αυτής της αλήθειας δεν απαιτεί μεταβολή της Λατρείας, άλλα χρειάζεται αλλαγή της δικής μας νοοτροπίας, για να κατανοήσουμε και να εισέλθομε στο κλίμα της Λειτουργίας, για να μάθουμε να βλέπουμε και να ακούμε το εσχατολογικό μήνυμα. Τίποτα στην κτίση δεν μπορεί Εκκλησιαστικά να θεωρηθεί αφ’ εαυτού, ανίερο και βέβηλο ώστε να μένει έξω από την αγιαστική λειτουργία της Εκκλησίας. Η κτίση καθ’ εαυτή είναι αποτέλεσμα της δημιουργικής ενεργείας του Θεού και γι’ αυτό «Καλή λίαν –Γένεσής 1-31». 

Η κτίση μένει έτσι πάντα ανοικτή στην Αγιαστική θεία χάρη. Ο αγιασμός της όμως συναρτάται με τον τρόπο χρήσεως της από τον άνθρωπο, ο οποίος ή αγιαζόμενος αγιάζει την κτίση ή αμαρτάνοντας τη συμπαρασύρει στη δική του πτώση, ώστε να «συστενάζη και να συνωδίνη –Ρωμαίους-8-22» . 

Με τη δύναμη και την ενέργεια των μυστηρίων και λοιπών αγιαστικών πράξεων της Εκκλησίας αγιάζεται η κτίση. Ο μεγάλος ερμηνευτής της Θείας Λειτουργίας Νικόλαος Καβάσιλας ταυτίζει τη ζωή της Εκκλησίας και την ύπαρξη της με τα μυστήρια της. « Η Εκκλησία σημαίνεται εν τοις μυστήριοις» σημειώνει. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχει Εκκλησία χωρίς μυστήρια. Μέσω των μυστηρίων έχουμε τη δυνατότητα να συμμετέχουμε στη Θεία χάρη και συγχρόνως να βιώνουμε του μυστηριακού της χαρακτήρα. 



2 

Η Εκκλησία ορίζεται, αποκαλύπτεται, φανερώνεται και πραγματώνεται μέσα στα μυστήρια της. Κατά τον ίδιο δε θεολόγο 

«Ταύτην την οδόν ο Κύριος ετεμέν εις ημάς ερχόμενος και ταύτην ανέωξε την πύλην εισελθών εις τον κόσμων και εις των Πατέρα εισελθών εις τον κόσμων και εις τον Πατέρα ανελθών ουκ ηνέσχετο τοις άνθρωποίς. Επί γάρ των μυστηρίων των ιερών τον τάφων αυτού γράφοντες, και τον Θάνατον αυτού καταγγέλλοντες, δι’ αυτών γενισώμεθα και πλατό μεθά και υπερφυώς συναπτό μεθά και έσμεν- Πράξεις-17-28 ». 

Η Εκκλησία υπάρχει και συνεχώς μορφούται εν τοις μυστηρίοις και δια των μυστηρίων. Τα όρια της προσδιορίζονται τοπικά, μόνο σύμφωνα με τη μυστηριακή ζωή του εκκλησιαστικού σώματος. Οι διαβιούντες εκτός της μυστηριακής ζωής και της αγάπης  είναι εκτός του σώματος του χριστού, έξω από τη ζωή αύτη, κυριαρχούν ο Σατανάς και οι δυνάμεις του. Εφόσον βέβαια το θεμέλιο της ζωής της Εκκλησίας είναι η χάρις, ότι τελείται στη λατρεία της είναι μεταδοτικό χάριτος. Για αυτό δεν είναι μονό τα επτά καθιερωμένα μυστήρια, ( Βάπτισμα, χρίσμα, θεία Ευχαριστία, Ιεροσύνη, Μετάνοια, Γάμος, Ευχέλαιο), τα μόνα αγιάστηκα μέσα της Εκκλησίας, αλλά και οι άλλες λατρευτικές πράξεις της. Μυστήρια στην Εκκλησιαστική γλώσσα ονομάζονται εφτά συγκεκριμένες δυνατότητες οργανικής ένταξης ή δυναμικής επανένταξης του ατομικού βίου στην εκκλησιαστική ζωή. 

Προσωπικής μετοχής του ανθρώπου στον τρόπο υπάρξεως του εκκλησιαστικού σώματος. Αυτές οι δυνατότητες μετοχής είναι ταυτόχρονα και γεγονότα φανέρωσης και πραγμάτωση της αληθείας της Εκκλησίας. Ο όρος μυστήριο στην εκκλησιαστική γλώσσα δεν σημαίνει κάτι το αποκρυφιστικό, άλλα χρήσιμο ποιείται για να δηλωθεί ότι το πραγματοποιούμενο μέσω αυτών, δεν εξαντλείται στη φαινομενολογία των αισθητών συμβόλων. Ως φορείς θείας ζωής τα μυστήρια εμβολιάζουν τη ζωή αύτη στα μέλη του Εκκλησιαστικού σώματος. Καθιστώντας τα μετόχους ζωής αιωνίου. Τα Μυστήρια της Εκκλησίας διακρίνονται για τη Χριστοκεντρικότητα τους, τελούνται εν Χριστό μέσα στο σώμα του Χριστού και σώζουν με την άκτιστη ενέργεια του Χριστού που είναι φυσική δόξα όλης της Αγίας Τριάδος. 

Τον χρηστολογικό χαρακτήρα των μυστηρίων παρουσιάζει ο Άγιος, λειτουργός, δια ημών ενεργεί ο Χριστός, έτσι θεμελιώνεται η εκκλησιαστηκότητα των Μυστήριον. Εκκλησία και Μυστήρια συνδέονται οργανικά, δεδομένου ότι η ίδια η Εκκλησία θεμελιωμένη στο γεγονός της ενσαρκώσεως είναι από τη φύση της Μυστήριο και πηγή της θείας χάρης. 

«Αρχή και τέλος όλων των Μυστηρίων» 

Τα καλούμενα Μυστήρια και οι μυστηριώδεις πράξεις της Εκκλησίας δεν είναι παρά φανερώσεις του ενός αυτού Μυστηρίου της ζωής της Εκκλησίας και εσχατολογικά μαρτύρια της αποστολής της. Η λατρεία γίνεται συνεπώς χώρος και χρόνος της προσφοράς σε κάθε πιστό με τη δυνατότητα μετοχής στη θεία χάρη. 


3 

 Τα Μυστήρια δεν είναι απλοί αγωγοί χάριτος, άλλα ταυτίζονται με τη χάρη και σωτηρία ως ενεργός επέκταση της απολυτρωτικής παρουσίας και δράσης του εσταυρωμένου και αναστημένου Κυρίου μέσα στο σώμα Του την Εκκλησία.  

Μέσω των Μυστηρίων και των λοιπών αγιαστικών πράξεων της Εκκλησίας προσφέρεται η αγιαστική χάρη του θεού ως φανέρωση της αγάπης Του, για των άνθρωπο και τον Κόσμο. Η αποκάλυψη αύτη γίνεται βαθμιαία, με τα Μυστήρια πραγματοποιείται η αναγέννηση του ανθρώπου και η ενσωμάτωση του στο σώμα του Χριστού την εκκλησιοποίηση του. Οι σωζόμενοι με το βάπτισμα αποκτούν τη δυνατότητα της μετοχής στην εν Χριστώ ζωή, στον εκκλησιαστικό τρόπο υπάρξεως που οδηγεί στην ανακαίνιση της φθαρείσας φύσης. 

 Το βάπτισμα ονομάζεται στα αρεοπαγιτικά συγγράμματα Μυστήριον φωτίσματος. Κατά τον Άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης το βάπτισμα είναι τύποις θανάτου του Χριστού και την τριήμερόν έγερσίν, αλλά είναι η εν πνεύματι Θεογενεσία και σωτηρία και αναγέννησης και ανάπλασης, κάθαρσής και φωτισμός και υιοθεσία και χάρισμα και αγιασμός. Το Βάπτισμα αποβαίνει απαρχή της καινής ζωής και αφετηρία της μεταμορφώσεως του έσω ανθρώπου κατ’ εικόνα του κτίσαντος αυτόν ( Κολοσσαείς -3-10). 

 Παράλληλα ανοίγει στον πιστό τη θύρα για να εισέλθει στην εν Χριστό κοινωνία με τα άλλα μέλη του σώματος της Εκκλησίας. Είναι η είσοδος στη ζωή της συγκεκριμένης τοπικής κοινότητας. Μέσω αυτού ο πιστός γίνεται μέλος μιας ορισμένης κοινωνίας, μέσα στην οποία θα κινείται στο έξης η ύπαρξη του, και θα πραγματώνεται η εν Χριστό τελείωση του . Το Βάπτισμα συνιστά μετοχή στο Θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού( Α-Κορίνθιούς—6-11 / Γαλάτας-3-26 /Ρωμαίους-6-4 ). Αυτό άλλωστε εκφράζει και πραγματοποιεί η τριπλή κατάδυση και ανάδυση στο αγιασμένο ύδωρ, που συνιστά τον μόνο και απαράβατο τρόπο του κανονικού εκκλησιαστικού βαπτίσματος, που είναι για αυτό «εν» και υπό φυσιολογικές συνθήκες μοναδικό, όπως ένας είναι ο Κύριος της Εκκλησίας και μία η πίστης «εις Κύριος μία πίστις εν βάπτισμα –Εφεσίους- 4-5» .  

 Ο Θάνατος του παλαιού ανθρώπου και η αναγέννηση του πιστού, δεν είναι απλό η ηθικό γεγονός, άλλα μυστηριακό και λειτουργικό διότι ο εν Χριστό Θρήσκων και ενιστάμενος άνθρωπος αναγεννάτε πνευματικά μέσα στο Κυριακό σώμα και λαμβάνει τη σφραγίδα της αιωνίας ζωής, εδιόμενος τον Χριστό, . αύτη είναι η εσχατολογική του Μυστηρίου σχέσης παρόντος και μέλλοντος.  


 Στο επόμενο η συνέχεια. 

  

 

bottom of page