top of page
  • Εικόνα συγγραφέαvlaxosalexandros20

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 19



1

Αγαπητοί, μετά από όσα είπαμε στα προηγούμενα θεωρώ σκόπιμο να παρουσιάσω το λόγο του μεγάλου λειτουργιολόγου και λειτουργικό θεολόγο της Εκκλησίας τον άγιο Συμεών αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης το(1429). Ο άγιος Συμεών βλέπει την μεσσιανική τράπεζα, ως πρόγευση του μέλλοντος αιώνος, αρχίζοντας από την προσκομιδή όπως δείχνει η ακόλουθη Θεολογικότατη περιγραφή του.

« Ίδωμεν δε πως και δια τούτου του Θείου τύπου και του έργου της Ιεράς Προσκομιδής τον Ιησούν αυτόν και την Εκκλησία αυτού μίαν πάσαν ωρώμεν μέσον αυτού το αληθινόν Φως την ζωή την αιώνιον κεκτημένη, και φωτιζομένην υπό αυτού και συνεχόμενη. Αυτός μεν γαρ δια του άρτου μέσον έστιν η Μήτηρ δε δια της μερίδας εκ δεξιών άγιοι δε και άγγελοι εξ αριστερών υποκάτω δε άπαν τον αυτώ πιστευσάντων στο ευσεβές άθροισμα. Και τούτο εστί το μέγα μυστήριον, Θεός εν ανθρώποις και Θεός εν μέσω Θεών, Θεώμενων εκ του καταφύσιν όντως Θεού σαρκωθέντος υπερ αυτών και τούτο η μέλλουσα Βασιλεία και της αιωνίου ζωής, το πολίτευμα Θεός μεθ’ ημών ορώμενος και μεταλαμβανόμενος».

Η Ευχαριστία «είναι το μυστήριον εκείνο το οποίο πραγματώνει εν χρόνο την ταυτότητα της Εκκλησίας. Η οποία είναι ταυτότητα εσχατολογική, κάνει την αλήθεια της Εκκλησίας πραγματικότητα εδώ και τώρα». Γι’ αυτό Εκκλησία και Ευχαριστία ταυτίζονται, διότι δια της Ευχαριστίας της, η Εκκλησία αποκαλύπτεται ως ο «νέος αιών».

Η επί γης Ευχαριστία δεν είναι μία απλή παράλληλη πραγματικότητα προς την ουράνια, αλλά η ίδια η επουράνια λατρεία, τελούμενη επί γης.

Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο η Ευχαριστία γίνεται φανέρωση της Εκκλησίας ως του νέου αιώνα, ως μετοχή των πιστών στη Βασιλεία, λόγω της παρουσίας του αναστάντος και αναληφθέντος Κυρίου.

Ορθά έχει παρατηρηθεί ότι η Ευχαριστία δεν είναι «επανάληψη» της ελεύσεως του Χριστού στον κόσμο, αλλά η αναγωγή της Εκκλησίας και συμμετοχή της στην ουράνια δόξα Του. Η Λειτουργία αρχίζει με την επίκληση της Βασιλείας του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Προχωρεί με την αναπαράσταση της και κορυφώνεται με την μετοχή των πιστών στο Δείπνο της, την κοινωνία με τη ζωή του Χριστού.

Είναι κίνηση της Εκκλησίας αναληπτική προς τα άνω προς τη Βασιλεία του Θεού. Κατά τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, η Ευχαριστία είναι αιτιατόν της μελλούσης Βασιλείας. Η Μικρά είσοδος δεν ερμηνεύεται λειτουργικά τόσο με την καθιερωμένη συμβολική θεώρηση της, εικονισμό της πρώτης επί γης ελεύσεως του Κυρίου, όσο μέσα από την ρεαλιστική είσοδο πραγματικής προσέγγιση του αγίου και υπερουράνιου θυσιαστηρίου, πραγματικής είσοδος στο Άγιο βήμα, το οποίο κατά τη Λειτουργιά εικονίζει την ουράνια Βασιλεία, του χώρου, δηλαδή της Θεϊκής παρουσίας.

Η Εκκλησίά ανέρχεται έτσι στο θρόνο του Κυρίου στην εστρωμένη τράπεζα της Βασιλείας Του, κάτι που γίνεται εφικτό με την ανάληψη της ανθρώπινής φύσεως του Χριστού.

 

2

Έτσι κατανοούνται τα λόγια του Χριστού στο Μυστικό Δείπνο.

« πορεύομαι ἑτοιμάσαι τόπον ὑμῖν· καὶ ἐὰν πορευθῶ καὶ ἑτοιμάσω ὑμῖν τόπον, πάλιν ἔρχομαι καὶ παραλήψομαι ὑμᾶς πρὸς ἐμαυτόν, ἵνα ὅπου εἰμὶ ἐγώ, καὶ ὑμεῖς ἦτε. Ιωάννου -14-3».

Σήμερα ναι μεν έχουν δασωθεί οι λεγόμενες είσοδοι μικρή και η μεγάλη της Λειτουργίας, αλλά μόνον είσοδοι δεν είναι. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα απλό εικονισμό, για κύκλους που κάνει λειτουργός εισερχόμενος εκεί που ήταν στο Ιερό Βήμα.

Κατά τη θεία Λειτουργεία όποιος έχει τις πνευματικές προϋποθέσεις των Μαθητών και δεν είναι ως ο Ιούδας, αναλαμβάνεται μαζί τους στην ένδοξο Βασιλεία του Χριστού. Αυτό συντελείται με την εγκατοίκηση του Χριστού εν ταις καρδίας αυτών προς Θέωσιν κερνώντας τους εσθίοντας. Το ίδιο και η Αγία Αναφορά η αγιοπνευματική μεταβολή του άρτου και οίνου σε σώμα και αίμα του Χριστού, δεν συμβολίζει μόνο την ταφή του Χρηστού ή την είσοδο του στα Ιεροσόλυμα, αλλά μια πραγματική Θυσία, τη μεταφορά της ζωής στους ουρανούς, την ολοκλήρωση τους στη μοναδική θυσία, που περιλαμβάνει όλες τις θυσίες του Χριστού. Η Εκκλησία έτσι από την προσφορά προχωρεί στην αναφορά την άνοδο και εσχατολογική πλήρωση της στα όρια της Ευχαριστίας. Η εσχατολογική ατμόσφαιρα μαρτυρείται με τον χαρμόσυνο και ευφρόσυνο χαρακτήρα της Λειτουργίας σε σημείο που να θεωρείται ασύμπτωτη με την νηστεία αφού ως γνωστό κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή περίοδο αυστηράς νηστείας δεν τελείται τις καθημερινές ημέρες πλην Σαββάτου και Κυριακής η Θεία Λειτουργία. Εξαιρέσεως, λόγο του ιδιαίτερου εορτολογικού περιεχομένου των ημερών είναι η Ύψωση του Τίμιου Σταυρού (4 Σεπτεμβρίου) και η αποτομή της κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (29 Αυγούστου).

Στο αρχαιότερο Μαρτύριο της Εκκλησίας η σύναξη για τη μνήμη των μαρτύρων γίνεται εν αγλαΐσει και χαρά, συμφωνά με τον Άγιο Πολύκαρπο (δεύτερο αιώνα). Επίσης η διασύνδεση της Ευχαριστίας με την Κυριακή συνιστά φανέρωση του εσχατολογικού της χαρακτήρα και της κατανοήσεως της ως «αρραβώνα» της μελλούσης ζωής και Βασιλείας. Η ογδόη ημέρα είναι για την Εκκλησία η ημέρα της Ευχαριστίας, η όποια είχε απαρχής τη δική της ημέρα ( Ηλείου η μέρα Κυριακή από το κύριος – ημέρα). Η Κυριακή στη διασύνδεση της με τη Θεία Ευχαριστία, αποβαίνει μια άλλη η μέρα διαφορετική (πνευματικά) από τις άλλες, Είναι η χαρούμενη η μέρα της Βασιλείας. Η Κυριακή έτσι ως η μέρα της Αναστάσεως και ογδόη ημέρα, είναι διαρκώς προσανατολισμένη όχι απλώς προς τα άνω, άλλα από των παρόντων επί τα μέλλοντα Υπερ.

Ιστορική φανέρωση των εσχάτων συντελείται και με το θυσιαστικό χαρακτήρα της Θείας Ευχαριστίας στις καθιερωμένες Λειτουργίες (μεγάλου Βασιλείου, Ιωάννου Χρυσοστόμου ). Η Ευχαριστία καλείται αναίμακτος και λογική Θυσία, αλλά ταυτίζεται με τη Θυσία του Χριστού στον Σταυρό ( Μάρκου 14-24 /Ματθεού26-28). Το σημαντικό όμως είναι ότι η θυσιαστική αντίληψή της Ευχαριστίας θεμελιώνεται στην έλευση της Βασιλείας του Θεού με τα έσχατα.


3

 Η Θησεία του Χριστού ως του πασχάλιού, Αμνού αποτελεί την εκπλήρωση του εσχατολογικού σκοπού της Θυσίας τόσο του αρχικού πασχαλίου Αμνού της εξόδου, όσο και όλων των μετέπειτα Θυσιών τις οποίες πραγματοποιούσαν οι ιουδαίοι κατ’ απομίμηση της Θυσίας του Αμνού αυτού. Όταν λοιπόν λέγει ο Χριστός κατά το Μυστικό Δείπνο και επαναλαμβάνει η Εκκλησία κατά την τέλεση της Ευχαριστίας ότι (τούτο εστί το αίμα μου, το της καινής Διαθήκης) η σκέψη μας κατευθύνεται προς την έλευση και εγκαθίδρυση της Βασιλείας του Θεού, και όχι απλώς προς ένα γεγονός που συνέβη κατά το παρελθόν. Κατά τον Άγιο Κύριλλο Αλεξάνδρειας η Ευχαριστία δεν είναι μόνο «Θυσία φρικτής ιερουργίας, άλλα δωρεά αθανασίας και αρραβών ζωής ατελεύτητου αιώνα». Εσχατολογικό στοιχείο είναι και το συνδεόμενο με τη Θεία Ευχαριστία μνημόσυνο των ονομάτων ζώντων και κεκοιμημένων.

Στη μεγάλη Είσοδο ακούγεται η εκφώνηση πάντων υμών μνήσθητι Κύριος ο Θεός εν τη Βασιλεία του Θεού. Στην οποία μας εισάγει η Θεία Ευχαριστία ιδιαίτερα κατά την Μεγάλη Είσοδο που είναι η κανονική στιγμή του εσχατολογικού μνημόσυνου, οι πιστοί κλείνοντάς μετ’ ευλάβειας τας κεφαλάς και προσκυνούν τες λέγουσι καθ΄ εαυτούς τρις Αμήν μνήσθητι ημών Κύριε όταν έλθεις εν τη Βασιλεία Σου. Αλλά και οι λειτουργούντες κληρικοί εύχονται αμοιβαία ο ένας στον άλλο (της αρχιεροσύνης σου – της Ιεροσύνης σου, της Ίεροδιακονίας σου) μνήσθητι Κύριος ο Θεός εν τη Βασιλεία αυτού.

Να ευρεθούν στη μνήμη του Θεού στην ένδοξο Βασιλεία Του. Η λειτουργική αυτή μνήμη (μνημόνευση) είναι εσχατολογική, διότι αναφέρεται στο Θεό και όχι στους ανθρώπους. Η ευχή αφορά στη διατήρηση όλων στη μνήμη του Θεού στην αιωνία κοινωνία μαζί Του (θέωση).

« Το μνήσθητί μου , Κύριε όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου που τόσο συχνά ακούγεται για ανάμνηση όχι ψυχολογική άλλα οντολογικής σημασίας (Λουκά_23-42) είναι αυτό που εξασφαλίζει την εκκλησιαστική υπόσταση μας. Η θεία ευχαριστία προσφέρει τη θυσία του Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών άλλα και ζωή αιωνίου που ενσαρκώνει το υποστατικό προσωπικό μας είναι στον μέλλοντα αιώνα.


 Στο επόμενο η συνέχεια.

bottom of page