top of page
  • Εικόνα συγγραφέαvlaxosalexandros20

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 17



1

Αγαπητοί μου, η θεία Λειτουργία συνιστά σύνθεση δύο σύνθετων και αυτοτελών μερών, τα οποία άρχισαν να ενώνονται από τον τέταρτο αιώνα, αποτελώντας βαθμιαία μια αδιάσπαστη ενότητα και ακολουθία. Το πρώτο μέρος της θείας Λειτουργίας, Λειτουργία των κατηχούμενων, η του λόγου προανάφερα και σύναξης, υπενθυμίζει τον τύπον της Λειτουργίας της συναγωγής, στην ανάγνωση των γραφών, το κήρυγμα και την προσευχή. Το μέρος αυτό ενώθηκε με τη Θεία Λειτουργία των πιστών.

Η θεία Ευχαριστία, αποτέλεσε το θεμέλιο πάνω στο οποίο υποδομήθηκε και διαμορφώθηκε για όλη την Εκκλησία των τριών πρώτων αιώνων. Στη θεία Ευχαριστία δεν υπάρχει κάποιο μέρος της Εκκλησίας αλλά όλη η Εκκλησία, όλο το Κυριακό σώμα .

Υπάρχει η άποψη, ότι Εκκλησία είναι όλοι εκείνοι που γίνονται δεκτοί στην ευχαριστιακή σύναξη, όχι βέβαια με τη σημερινή χαλάρωση των πάντων, αλλά με τα αυθεντικά εκκλησιολογικά κριτήρια. Εκκλησία εθεωρείτο μόνο αυτοί που έπαιρναν μέρος στην Θεία Ευχαριστία και όχι όλο το πλήρωμα. Αυτοί που δεν ελάμβαναν μέρος στη Θεία Ευχαριστία, εθεωρούντο πορεύοντες εν δύναμη Εκκλησιαστικό Σώμα.

Σήμερα οι προοδευτικοί έχουν επιβάλει, το μπάτε σκύλοι αλέστε και αλεστικά μη δίνεται, αυτό το επιβάλει ο νέος Θεός της παγκοσμιοποιήσεως. Ο κάθε ιερέας έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να μη μεταδίδει τη θεία κοινωνία όπου αυτός κρίνει, ότι ο προσερχόμενος δεν πρέπει να την πάρει. Αν αυτό ετηρείτο, πολλά θα ήταν διαφορετικά, το δικαίωμα του Ιερέα να μη μεταδίδει τη Θεία κοινωνία σε άτομα που δεν ξέρει την πορεία τους και τη συμμέτοχη τους στο σώμα της εκκλησίας, παλαιότερα τηρείτο, σήμερα δεν τηρείται κανένας έλεγχος.

Η Ευχαριστία είναι Θεοφανία και προσκαλεί όλον τον κόσμο να ενσωματωθεί σε αυτήν, με ορισμένα φυσικά κριτήρια.

 Η Ευχαριστία είναι η φανέρωση της Τριαδικής οικονομίας, Ο Πατήρ ευδοκεί εις την θυσία του Υιού και αποδέχεται αυτήν, ο Υιός την προσφέρει και προσφέρεται εν αύτη, και το Πανάγιο Πνεύμα την καθαγιάζει και την τελειοποιεί.

Η Ευχαριστία είναι αναφορά από τον Υιό στον Πατέρα, αλλά ως ομοούσιος με τον Πατέρα, την αποδέχεται και ο Υιός είναι προσφέρων και προσδεχόμενος. Στη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, η αναφορά που γίνεται προς τον Πατέρα, είναι η αρχαιότερη παράδοση. Στη Λειτουργία του Χρυσοστόμου διακρίνονται δυο στάδια. Το ένα αναφέρεται μόνο στον Πατέρα στο άλλο, προστίθενται και τα άλλα δύο άγιο τριαδικά πρόσωπα. Η Εκκλησία με τη θεία Ευχαριστία προσφέρει την αναίμακτων Λατρεία της, ακούει τα θαυμαστά έργα του κυρίου με την ανάγνωση των γράφων και απευθύνει στο Θεό την ευχαριστία και δοξολογία της, με την προσφορά των Τιμίων Δώρων. Η θυσία της Εκκλησίας είναι θυσία ενέσεως, ανάσταση καρδίας « Άνω σχώμεν τας καρδίας» και ευχαριστιακή αντιπροσφορά στο Θεό όλων εκείνων τα οποία Αυτός «υπερ εκπερισσού ων αιτούμεθα προσφέρει».


2

Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν. Η Κίνηση αύτη είναι η μόνη δυνατότητα του ανθρώπου να προσφέρει κάτι στο Θεό, προσφέροντας τα ιδία τα δώρα του Θεού αφού ο άνθρωπος δεν έχει τίποτε δικό του, άλλα και ούτε είναι άξιος να προσφέρει κάτι στον Θεό όπως δηλώνεται στην ευχή του καθαγιασμού, κατά τη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου. «διά τούτο, Δέσποτα πανάγιε, και ημείς οι αμαρτωλοί και ανάξιοι δούλου σου, οι κατάξιωθέντες λειτουργοί το άγιων σου θυσιαστηρίων, ου δια τας δικαιοσύνες ημών ( ου γαρ επιήσαμεν τι αγαθόν επί της γης), δια τα ελέη σου και τους οικτιρμούς σου, τους εξέχεας πλούσιος εφ΄ ημάς θαρρούν τες προσεγγίζομε το άγιων σου θυσιαστηρίων και προθέντες τα αντίτυπα του αγίου Σώματος και αίματος του Χριστού σου, δεόμεθα και σε παρακαλούμεν». Η μονή δυνατή απάντηση στη συνεχή προσφορά του Θεού είναι η αυτο-παράδοση του πιστού στον Κύριο της ζωής και του θανάτου κατά την κλήση του διακόνου «Εαυτούς και αλλήλους και πάσα την ζωή ημών Χριστό το Θεό παραθωμεθά». Αναμφίβολα, η θεία Λειτουργία ως Ευχαριστία είναι και θυσία, αυτό δηλώνεται στα κείμενα της, όπως τα ιδρυτικά λόγια του μυστηρίου στην ευχή της Αναφοράς. « Τούτο μου εστί το σώμα, το υπέρ υμών κλώμενον του το εστί το αίμα μου το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον, τούτο ποιείτε εις την εμην ανάμνηση». Γι’ αυτό η θεία ευχαριστία ονομάζεται «φοβερά και αναίμακτος θυσία» και Αγία Τράπεζα.

Βέβαια ο Θεός είναι εκείνος που πρώτος προσφέρει, ο δε άνθρωπος αντιπροσφέρει σε αυτόν μέσα σε μια ταυτόχρονη διπλή κίνηση που λαμβάνει χώρα στον ιστορικό χρόνο και χώρο. Αποτέλεσμα της διπλής αυτής κινήσεως και ενώσεως είναι η συνάντηση θεού και Άνθρωπου, ως κοινωνία που είναι ο απώτερος σκοπός της θείας Λειτουργίας.

Το θυσιαστήριο μεταβάλλεται σε τράπεζα, στην οποία προσφέρεται ο ίδιος ο Δεσπότης Χριστός που αυτό-προσφερόμενος γίνεται ταυτόχρονα «τροφή του σύμπαντος κόσμου». Το τι γίνεται κατά την θυσία της Θείας ευχαριστίας το μαρτυρεί θεολογικά ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας. Η θυσία της θείας ευχαριστίας, κατά αυτόν, είναι αληθινή και όχι συμβολική πράξη. Το θυσιαζόμενο είναι το «Σώμα του Χριστού, η ανθρώπινη του σάρκα. Δεν επαναλαμβάνεται βεβαία, η ανεπανάληπτη και εφ΄ άπαξ προσφερθεί σα θυσία του Θεανθρώπου Χριστού, αλλά ο άρτος μεταβάλλεται σε αληθινό σώμα Χριστού. Η  θυσία αύτη γίνεται όχι σφαγόμενου του αμνού, άλλα του άρτου μεταβαλλόμενού, εις τον σφαγέντα αμνό. Πρόδηλων ως η μεν μεταβολή γίνεται είδε σφαγή ου γίνεται τότε, και ούτω το μεν μεταβαλλόμενων και μεταβολή πολλά, και η μεταβολή πολλάκις το δε εις ο μεταβάλλεται ουδέν κωλύει εν και το αυτό είναι. Καθ' υπέρ εν και ούτως του σώματος σφαγή μία ».

Την θυσία και ευχαριστία προσφέρει το εκκλησιαστικό σώμα, όχι ότι την χρειάζεται ο θεός, άλλα γιατί η θυσία του Χριστού είναι η ουσία και η προϋπόθεση της δικής μας υπάρξεως « εν Αυτό».

Για αυτό η ορθοδοξία δεν τονίζει την ικανοποίηση της θείας δικαιοσύνης ή την εξιλέωση, αλλά την αγάπη του Θεού. «ο Ορός δεικνύει την νέα αυτού αγάπη εις υμάς διότι ενώ ημείς είμεθα έτη αρματολοί ο Χριστός πέθανε υπέρ ημών –Ρωμαίους-5-8 ». Σύμφωνα με τα παραπάνω πρέπει ιδιαίτερα να ειπωθεί ότι η θεία Λειτουργία δεν είναι απλώς μια προσευχή και μια απλή τελετή όπως οι άλλες ακολουθίες, της λατρευτικής ζωής, και εμπειρίας της Εκκλησίας, αλλά, είναι αυτό τούτο το μυστήριο της παρουσίας του Χριστού εν τω μέσω της προσευχόμενης Εκκλησίας Του. Είναι ο πυρήνας και το κέντρο της λατρευτικής ζωής της Εκκλησίας.


3

Όπως γενικότερα τη σύναξη, έτσι και η θεία λειτουργία δεν μπορεί να εννοηθεί χωριστά από το πρόσωπο του κυρίου της εκκλησίας του Ιησού Χριστού. Είναι δική του η ευχαριστία και μέσω αυτού γίνεται δική μας η ευχαριστία Του. Στη θεία Λειτουργία βιώνουμε το απολυτρωτικό έργο του Χριστού και την παρουσία Του στο μυστήριο, αφού η Ευχαριστία κατά τον άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο είναι «Σαρξ του σωτήρα ημών Ιησού Χριστού, υπέρ των αμαρτιών ημών , παθούσα ην τη χρηστότητα ο Πατήρ ήγειρεν, Ιωάννου Χρυσοστόμου». « Πιστεύω Κύριε και ομολογώ ότι συ ει αληθώς ο Υιός του Θεού του ζώντος ο ελθών εις των κοσμών αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος είμαι εγώ- Α, Τιμοθέου- 115».

Στη θεία ευχαριστία δέχεται το Εκκλησιαστικό σώμα τον αγιασμό της χάριτος Του, διότι χωρίς να παύει ποτέ να είναι στο θρόνο του θεού Πατρός, είναι ταυτόχρονα και μαζί μας και μέσα μας . Αυτό εκφράζει η προ της Υψώσεως του Αγίου Άρτου ευχή «Πρόσχες, Κύριε Ιησού Χριστέ, θεός ημών εξ αγίου κατηχητήριου Σου και από Θρόνου δόξης της βασιλείας Σου και έλθει εις το αγιασέ ημάς ο άνω τω Πατρί συγκαθίμενος και ώδε ημίν αόρατος συνών». Η θεία Ευχαριστία είναι παροντοποίηση της σαρκώσεως και του θανάτου του Χριστού, ως και όλου του απολυτρωτικού του έργου. Αυτό ομολογεί το πλήρωμα στο τέλος της Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου. « Ηνυσται και τετέλεσται, όσον εις την ημετέρα δύναμιν, Χριστέ ο Θεός ημών το της οικονομίας μυστήριον έχομε γαρ του θανάτου σου την μνήμην, ίδωμεν της Αναστάσεως σου, τον τύπον ανεκλήθημεν της ατελεύτητου σου ζωής, απολαύσαμε, της ακένωτου σου Ζωής». Οι πιστοί στη θεία Ευχαριστία κοινωνούν το λειτουργικό σώμα «Σάρκα και αίμα » του υπέρ υμών παθόντος και αναστάντος Χριστού. Μεταλαμβάνοντας τον Χριστό, ολόκληρη την ανθρώπινη φύση τού, ενωμένη αδιαίρετα και ασύγχυτα με την θεότητα Του. Ο κοινωνών δέχεται τον όλο Χριστό και γίνεται πνευματικά ναός, η μονή του Πατρός και του αγίου Πνεύματος, μέσα στον ενσάρκων θεό Λόγο και εν Κοινωνία με τα άλλα μέλη του σώματος του Χριστού.

Σύμφωνα με τον άγιο Συμεών το νέο Θεολόγο «Ει γαρ Θεός και άνθρωπος ο Χρίστος, και η αγία σαρξ Αυτού, σαρξ μόνον αλλά σαρξ και Θεό αχώριστος, άλλα και ασυγχύτως, ορατός μεν τη σαρκί του τω άρτο τοις αισθητής οφθαλμοίς, υπάρχων αόρατος δε τοις αισθητής τοις δε γιε της ψυχής όμμασι καθορώμενος ».


Στο επόμενο η συνέχεια.

 

 

 

 

 

 

 

 

bottom of page