ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 13
- vlaxosalexandros20
- 16 Φεβ 2024
- διαβάστηκε 7 λεπτά

1
Ως προς το περιεχόμενο του προηγούμενου κειμένου, θα ήθελα να τονίσω ότι αυτό που σώζει, δεν είναι η λατρεία αλλά η πίστη. Θέλω να επισημάνω ότι η πίστη προηγείται των πάντων, διότι η πίστη αύτη και μόνο ενσαρκώνει και για την οποία υπάρχει η Λατρεία.
Η ενότητα της Εκκλησίας δεν θεμελιώνεται απλώς στις λειτουργικές δομές άλλα στο θεολογικό περιεχόμενο τους. Στην πίστη θεμελιώνεται το φρόνιμα με το οποίο εκφράζουμε την πίστη μας και με τον τρόπο που ζούμε την ομολογούμε. Κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, είναι η ομολογία του γεγονότος της εν Χριστώ ζωής, είναι η ομολογία του γεγονότος, της εν Χριστώ σωτηρίας και κλήση σε αύτη ( Ιωάννου139-47).
Η λατρεία διακονεί, αυτό το γεγονός της σωτηρίας και οδηγεί σε αυτό ομολογώντας τη βεβαιότητα και τη χαρά της σωτηρίας «Σήμερον σωτηρία τω κοσμώ γέγονεν» «Ίδωμεν το φως το αληθινόν, ε λάβομε πνεύμα επουράνιων εύρομε πίστη αληθή, αδιαίρετόν Τριάδα προσκυνούν τες αύτη γαρ η μας έσωσε ». Σε όλες τις εκφάνσεις, δεν παύει πότε να γίνεται αναφορά σε Εκείνον που είναι το Α και το Ω της σωτηρίας μας, η πηγή και ο χορηγός της, ο Χριστός, το αεί, πιστεύομε ον και προκείμενον της Εκκλησίας.
Η λατρεία της Εκκλησίας με την αδιατάραχη συνέχεια της, επιβεβαιώνει τη θεμελίωση της ζωής της Εκκλησίας στον κανόνα της πίστεως, στη θεολογία της. Όπως ακόμη και στον κανόνα της λατρείας της, στη λειτουργία που την κάνει να είναι αυτό που πράγματι είναι ( Σώμα Χριστού) και ναός του Αγίου πνεύματος. στην Εκκλησία οι δυο αυτοί κανόνες ταυτίζονται. Η ομολογία της πίστεως όπως φαίνεται στα βαπτιστικά σύμβολα που γινόταν μέσα στη Λατρεία της σύναξης.
Η πίστη πριν γίνει δόγμα ομολογούταν και βιωνόταν στη λατρεία, στη ζωή της Εκκλησίας.
Ο Άγιος Ειρηναίος Λουγδούνου, έχει διακηρύξει, ότι η διδασκαλία μας είναι σύμφωνη με την Ευχαριστία, και η Ευχαριστία επικυρώνει τη διδασκαλία μας. Αυτό συνεχισθεί και μετά τον τέταρτο αιώνα. Η αποκάλυψη της δογματικής διδασκαλίας της Εκκλησίας θα πρέπει να θεωρηθεί ως ένα από τα γνήσια δημιουργήματα του βυζαντινού χριστιανισμού. Η θεολογία της Εκκλησίας ιερουργείτε στη λατρεία και μετά φέρεται στη ζωή των πιστών ως τραγούδι, ύμνο που προσφέρουν οι μελωδήσαντες την θεολογία. Η αλήθεια και ο δυναμικός χαρακτήρας των δογμάτων ανακεφαλαιώνεται και εκφράζεται κατά ένα τρόπο απλό και συγκεκριμένο άμεσα στη λειτουργική ζωή και παράδοση. Η ορθόδοξη λατρεία αποτελεί άριστον υπόμνημα της πίστεως της ορθοδόξου ανατολικής εκκλησίας. Μυστήριο και πίστη συνάπτονται σε αυτήν αδιαίρετα. Μία ακόμη όψη της Λατρείας που πρέπει να φωτισθεί, είναι η υπεράσπιση της πίστεως και η απόκρουση της αιρετικής κακοδοξίας. Η Λατρεία πρέπει να προσλαμβάνει σαφή απολογητικό και αντιρρητικό χαρακτήρα.
Επί αιώνες είχαν αντιμετωπιστεί επιτυχώς και πολλές προσπάθειες της κακοδοξίας έπεσαν στο κενό από την σωστή σθεναρή αντιμετωπίσει των Ποιμένων. Σήμερα ο κίνδυνος από το κίνημα των προοδευτικών που προωθούν την εκκοσμίκευση της Εκκλησίας, που παίρνει σιγά, σιγά ανεξέλικτες διαστάσεις, είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί, διότι ο κίνδυνος προέρχεται από το εσωτερικό της ιεραρχίας.
Η λατρεία υπό σωστή εκτελέσει από τον επικεφαλή ιερέα είναι ασίγαστη ομολογία της εν Χριστώ αληθείας, συμμετοχή στην εν Χριστώ ζωή και πορεία προς τον ερχόμενων Κύριον και πάλι ερχόμενων κρίνε ζώντας και νεκρούς.
2
Η Εκκλησία προσευχόμενη, ζει το μυστήριον του Χριστού που υπάρχει και συνεχώς μορφούται εν του μυστήριου και διά των μυστηρίων. Η δε Λατρεία της, θα μένει κήρυγμα της αληθείας και καθαρά θεολογία.
«άχρι ου κύριος έλθει - Α, Κορινθίους -11-21»
Η λατρεία της Εκκλησίας μας είναι εξ’ ολοκλήρου κήρυγμα, είναι καθαρά θεολογία, η πηγή και το κριτήριο της θεολογίας. Σκοπός της εκκλησίας είναι η σωτηρία - θέωση του ανθρώπου και ο αγιασμός όλης της κτίσεως.
Η εν Χριστώ σωτηρία είναι η αποκατάσταση του ανθρώπου εις την οδόν προς την τελείωσίν και την αθανασία, δια του Αγίου Πνεύματος κοινωνία. Διδασκαλία περί σώματος Χριστού και ναού του Αγίου Πνεύματος, δεν είναι απλώς μια εύστοχη μεταφορική εικόνα, αλλά η βάσης και προϋπόθεσης, της Ορθοδόξου αντιλήψεως περί σωτηρίας.
Φθάνοντας ο άνθρωπος στην κοινωνία του Αγίου Πνεύματος μετέχει στην προσωπική ύπαρξη του Θεού και πραγματώνεται ως πρόσωπο ζώντας την ανιδιοτέλεια της, άγιο τριαδικής αγάπης. Η πορεία αυτή επιτυγχάνεται με την ένταξη ολόκληρης της ανθρώπινης ύπαρξης στο σώμα του Χριστού την πλήρη εκκλησιωποίηση και εν Χριστώση της για να αληθινοποιηθεί ο άνθρωπος και να μπορεί να γνωρίσει το Θεό να ενωθεί μαζί Του, να θε ωθεί. ( Α, Ιωάννου -18-37 )
Αυτός ο τρόπος ζωής και υπάρξεως μέσα στο σώμα του χριστού είναι η άσκηση διότι αυτό ζήτησε ο ίδιος ο Κύριος, λέγοντας ότι «Η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. 11, 12)
Και ο Απόστολος Παύλος διεκήρυττε « αλλά, δαμάζω το σώμα μου και το δουλαγωγώ, μήπως, ενώ κήρυξα σε άλλους, εγώ γίνω αδόκιμος. (Α, Κορίνθιους 9-27)» . Η άσκηση είναι κύριο συστατικό της εν Χριστώ ζωής, και συνιστά μόνιμη οδό μετάνοιας που καθιστά τον άνθρωπο δεκτικό της θείας χάρης. Αφού σκοπός του ανθρώπου είναι να προσελκύσει την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος «Λάβετε Πνεύμα Αγίων- Ιωάννου-20-20 » .
Η άσκηση ως πάλεσμα[i] του όλου ανθρώπου είναι για την Εκκλησία η μέθοδος θεολογικής γνώσεως. Πρέπει να διευκρινισθεί ότι δεν αποβλέπει σε μια βελτίωση του χαρακτήρα, αλλά μετοχή στην υπακοή του Χριστού και των Αγίων του, για νέκρωση του ατομικού θελήματος και ταύτιση του πιστού με το θέλημα του Χριστού.
Η άσκηση στην Εκκλησία δεν είναι υπόθεση μόνο των μονάχων αλλά κάθε Χριστιανού. Ο μοναχισμός στο σημείο αυτό είναι δείκτης πορείας προς τη γνησιότητα και πληρότητα. Δεν υπάρχουν δύο είδη πνευματικής ζωής στην Ορθοδοξία, αλλά μια ενιαία ζωή η εν Χριστώ ζωή, διότι και ο Χριστός που είναι η ζωή μας, είναι ένας ( Κολοσαοις -33).
Με την εμφάνιση της οργανωμένης ασκήσεως από τον τέταρτο αιώνα η λατρεία συνδέθηκε άμεσα με την άσκηση.
Οι μοναχοί ενσωμάτωσαν στη λατρεία τους, τις γονυκλισίες, γνώστες από το αυτοκρατορικό τυπικό, για να εκφράζουν συντριβή, προσκύνηση, αυτομεμψία, και υποταγή στο θεό. Έτσι η λατρεία προσέλαβε ασκητικό χαρακτήρα ως μία διαρκής μετάνοια. Ο Μοναχισμός δια κρατούσε τον χριστιανισμό ως μόνιμη πνευματική επανάσταση μέσα στον κόσμο, συνεχίζοντας την πνευματικότητα του, τον πρώτο αιώνα και προφύλασσε ανασταλτικά την Ιεραρχία από την εκκοσμίκευση αυτού, έως πριν μερικών ετών.
Σήμερα που ο μοναχισμός έχει εγκατασταθεί μέσα στον κόσμο στην πλειονότητά τους είναι χειρότεροι από τον Κόσμο. Όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν τον κόσμο ως αντίπαλο δέος, αλλά συντελούν αχαλίνωτοι στην εξάπλωση της εκκοσμίκευσης της ιεραρχίας.
Η εκκοσμίκευση της Ιεραρχίας είναι γάγγραινα στα θεμέλια της Εκκλησίας. είναι η ποιο επικίνδυνη αίρεση που αντιμετωπίζει η Εκκλησία από την ιδρύσει της, διότι βάλλεται εκ των έσω, πρόκειται για λύκους που φυλάν τα πρόβατα.
3
Ο Μοναχισμός στην απόλυτη συνεπεία του, στον αγώνα για τη θέωση, εκφράζει σε κάθε εποχή των πέρισσων, της χριστιανικής ασκήσεως, την οδό της υπερβολής, η οποία στην πνευματική ζωή γίνεται κανόνας για αυτό και ονομάσθηκε «Κροίσων οδός». Κατά συνεπεία όλοι οι πιστοί, επιδιώκουν τον ίδιο σκοπό για αυτό και η Εκκλησία εύχεται για όλη την ανθρωπότητα άλλα προσεύχεται υπέρ των πιστών και ευλαβών χριστιανών. Επίσης πρέπει να ληφθεί υπόψη μας ότι ο τελειωμένος στην ασκήση, μετέχει στη σύναξη και τη λατρεία του σώματος, εκκλησιοποιώντας τα χαρίσματά του. Άλλωστε γνωρίζει ότι χωρίς κοινωνία με τους εν Χριστώ αδελφούς, καθίσταται αδύνατη και η κοινωνία με τον Χριστό.
Ο Μακαριστός γνωστός αγιορείτης που είχα την ευλογία να τον ξέρω (Πατήρ Γεώργιος Καψάνης Ηγούμενος μονής Γρηγορίου Αγίου ‘Όρους), μας άφησε μία σημαντική αυτό μαρτυρία «Στη Λατρεία της Εκκλησίας ο μοναχός παραδίδεται με αγάπη στο Θεό και ο Θεός παραδίδεται σε αυτόν. Πολλές ώρες κάθε μέρα ο μοναχός τις περνά στο ναό λατρεύων τον αγαπώμενο κύριο. Η μετοχή στη λατρεία δεν είναι υποχρέωση, άλλα ανάγκη της ψυχής του πιστού που διψά για το Θεό.
Στα αγιορείτικα Μοναστήρια κάθε μέρα τελείται θεία Λειτουργία και οι μοναχοί δεν βιάζονται να τελειώσει η ακολουθία, όσες ώρες και αν διαρκεί, γιατί δεν έχουν να κάνουν κάτι καλύτερο από το να είναι σε κοινωνία με τον Λυτρωτή, τη μητέρα του λυτρωτή, και τους φίλους του λυτρωτή. Έτσι η λατρεία είναι χαρά και πανηγύρι, άνοιξη της ψυχής και πρόγευση του Παραδείσου. Η προτεραιότητα, που δίνει ο μοναχισμός στη λατρεία του θεού, υπενθυμίζει στην εκκλησία και τον κόσμο ότι, αν η θεία Λειτουργία και η λατρεία δεν γίνουν ξανά το κέντρο της ζωής μας, ο κόσμος μας δεν θα έχει τη δυνατότητα να ενοποιηθεί, και να μεταμορφωθεί, να ξεπεράσει τη διάσπαση και την ανισορροπία, το κενό και το θάνατο, παρά τα φιλότιμα ανθρωπιστικά συστήματα και προγράμματα βελτίωσης του κόσμο.
Ο Μοναχισμός υπενθυμίζει ακόμη ότι η Θεία λειτουργία και η λατρεία δεν είναι κάτι μέσα στη ζωή μας, άλλα το κέντρο η πηγή της ανακαινίσεως και αγιασμού όλων των πτυχών της ζωής μας .»
Το κείμενο αυτό είναι σημαντική μαρτυρία για τη σχέση ασκήσεως και λατρείας, όπως η σχέση αυτή έχει παγιωθεί στην Ορθοδοξία δια μέσω των αιώνων στην Εκκλησιαστική λατρεία . Εξ’ ίσου όμως και η άσκηση έχει αφήσει τη σφραγίδα της πάνω στην Εκκλησιαστική λατρεία . Όχι μόνο μορφές, άλλα και περιεχόμενο, ιδέες και θέματα της εκκλησιαστικής λατρείας φέρνουν έντονα ασκητικό χαρακτήρα, περιοριζόμαστε σε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Καθολική επικράτηση και στον κόσμο της μοναστικής λειτουργικής πράξεως μετά το τέλος της οικονομαχίας. Οι ιδέες του μοναχισμού ακολουθούν τον Χριστό, δια του Χριστού πάθους, της αυτοσταυρώσεως, θέμα καθαρά ασκητικό, κυριαρχεί καθολικά στην Εκκλησιαστική υμνογραφία.
Πολλές εορτές και ακολουθίες είναι αφιερωμένες σε ασκητές – άνδρες και γυναίκες - που προβάλλονται ως πρότυπα της ορθόδοξου πνευματικότητας. Χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις η προβολή των οσιακών μορφών της Αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας και του Αγίου Ιωάννου της κλίμακος. Το ασκητικό ιδεώδες κυριαρχεί στην εβδομαδιαία λειτουργική πράξη, η τρίτη είναι αφιερωμένη στη Θεοτόκο κα στον Ιωάννη τον βαπτιστή, τις κορυφές της ασκητικής ζωής και οδηγούς των ασκούμενων στον αγώνα τους.
Η παρθενία και εγκράτεια τιμώνται λειτουργικά στο πρόσωπο της Θεοτόκου και του Τιμίου Προδρόμου. Θα μπορούσε κανείς να προσθέσει εδώ την ύψωση του εικονοστασίου, τις μακρές περιόδους νηστείας, όπως και το ένδυμα των κληρικών (το ράσο) που είναι καρπός μακράς ασκητικής μοναστικής παραδόσεως. Ακόμη και η συνήθεια να συμμετέχουν κατά κανόνα όρθιοι οι ορθόδοξοι στη λατρεία, αποδίδεται στην επίδραση της μοναστικής πολιτείας, μίμηση της πράξεως των Αγγέλων στην ουράνια λατρεία, οι οποίοι όρθιοι λατρεύουν τον Θεό.
Η αλληλοπεριχώρηση λατρείας και ασκήσεως στη ζωή της Εκκλησίας, ενσαρκώνει το πνεύμα της ορθοδοξίας, που είναι η εν καθαρά καρδία, για την προσέγγιση του βασιλείου της χάριτος. Κυρίως η μετοχή στο μυστήριο των μυστηρίων, τη θεία ευχαριστία, κατά την ομολογία της αγιοπατερικής συνειδήσεως που απαιτεί την εγρήγορση του πιστού και την ψυχοσωματική καθαρότητα του. ( Β-Κορινθίους-7-1).
Λατρεία, ευχαριστία και καθαρότης βιούμενη είναι η ασκητική ουσία του όρου όταν συμπορεύονται, και όχι με την ηθικολογική σημασία. Αλλά αυτό είναι ένα πρόβλημα που θα μας απασχολήσει προσεχώς.
Η συνέχεια στο επόμενο.
[i] Ασκητικότητα, πάλεσμα ασκητικό, σημαίνει να κάθομαι ενώπιον του Θεού.
Σχόλια