top of page
Αναζήτηση

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΕΙΜΕΝΟ 1

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 10 Νοε 2023
  • διαβάστηκε 5 λεπτά

ree

1


Αγαπητοί μου,


Η λατρεία του Χριστιανισμού ως Εκκλησία εκφράστηκε από την αρχή της εμφανίσεως του, πριν καλά, καλά οργανωθεί σε ομαδικό σώμα. Όχι μόνο με το κήρυγμα [διδασκαλία] αλλά και με τη λατρεία, συνέχισε την πράξη του ιουδαϊσμού στο περιβάλλον του οποίου εμφανίσθηκε και αναπτύχθηκε σε μια άλλη διαφορετική βάση. Αποδείχθηκε δε η λατρεία στο Χριστιανισμό, όχι ένα μέσο αυτοεκφράσεως άλλα και αυτοπραγματώσεως, [το μέσον διαμορφώσεως της πίστεως και τη ζωής της Εκκλησίας]. Η λατρεία είναι το κέντρο της ζωής των Χριστιανών άλλα όχι όλη η ζωή τους. Η λατρεία του χριστιανισμού είναι κατανοητή μόνο εν Χριστώ, στον οποίο γίνεται γνωστός ο λατρεμένος Τριαδικός Θεός, σε αυτό το σημείο ο χριστιανισμός είναι απόλυτος. Δεν υπάρχει για τον χριστιανό άλλη δυνατότητα συναντήσεως του με το Θεό λυτρωτικά, παρά μόνο δια Ιησού Χριστού «και δεν υπάρχει δι’ ουδενός άλλου η σωτηρία διότι ούτε όνομα άλλο είναι υπό τον ουρανών δεδομένων μεταξύ των ανθρώπων διά του οποίου πρέπει να σωθούμε Πράξεις 4-12».

Αλώστε και αυτή η γένεση της χριστιανικής λατρείας ανάγεται ουσιαστικά στην εμφάνιση της λατρείας του Χριστού, πού πιστεύεται ως Θεός από τούς οπαδούς του και αναγνωρίζεται ότι είναι παρών με το πνεύμα του αναμεσά τους, «διδάσκοντες αυτούς να φυλάτωσει πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς και Ιδού, εγώ είμαι μέθη ημών πάσας τας ημέρας έως της συντέλειας του αιώνος Αμήν Ματθαίου- 28-20». Μέσω της λατρείας τους οι χριστιανοί, εκφράζουν τη θέλησή τους να βρίσκονται σε κοινωνία με τον χριστό Θεό τους και κύριο τους. Ο Χριστιανισμός προσέλαβε στοιχεία της εθνικής λατρείας λόγω του συγχρωτισμού με το εθνικό περιβάλλον, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει την αλλοίωση του χαρακτήρα του με τον περιβάλλοντα κόσμο «Σας παρακαλώ λοιπόν, αδελφοί, δια των οικτιρμών του Θεού, να παραστήσετε τα σώματα σας θυσία ζήσαν, Αγίαν ευάρεστων, εις τον Θεόν, ήτις είναι η λογική σας λατρεία, και μη συμμορφώνεστε με τον αιώνα τούτον άλλα μεταμορφώνεστε δια της ανακαινίσεως του νωώς σας, ώστε να δοκιμάζετε τι είναι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστων και τέλειον Ρωμαίους- ιβ-1».

Οι επιδράσεις πού δέχθηκε ο χριστιανισμός είναι δευτερευούσης σημασίας και περιφερειακές. Επηρεάσθηκε όμως, όπως ήταν φυσικό, από τη λατρεία του Ιουδαϊσμού [ Ναό και Συναγωγή], με την οποία τόσο ο Χριστός, όσο και οι Απόστολοι για μεγάλο διάστημα ήταν συνδεδεμένοι. Είναι όμως εξ ίσου φανερή αποστασιοποίηση του χριστιανισμού, όχι μόνο από την εθνική λατρεία, άλλα και από αυτήν την Ιουδαϊκή, όπως μαρτυρείται στην προς Εβραίους επιστολή όλο το ένατο Κεφάλαιο. Η Εκκλησία προσλαμβάνοντας, ως ένα σημείο την τοπική τάξη του ναού, δεν προσέλαβε και την πολυτέλεια του τελετουργικού του μένοντας λιτή και απέριττη, αρχικά τουλάχιστον [εν πνεύματί και αλήθεια] « Ιωάννου 4-23». Στην Εκκλησία κεντρική θέση κατέλαβαν το Δείπνο και η κλάσει του άρτου [ευχαριστία] τελούμενα για την αύξηση της «εν Χριστό» ζωής και οικοδομή του σώματος [Πράξεις 2-4 ].


2

Η εθνική και Ιουδαϊκή λατρεία θα χάσουν τελικά για το χριστιανισμό κάθε σημασία, θεωρούμενα ως στοιχεία του κόσμου τούτου [Γαλατάς 4-3 και Κολοσσαιείς 2-8]. Η αποστασιοποίηση του χριστιανισμού από τον Εθνικισμό και Ιουδαϊσμό φαίνεται προπάντων στη γλωσσική χρήση. Πρέπει να προσεχθεί ότι ο χριστιανισμός ούτε χαρακτηρίσθηκε, ούτε ταυτίσθηκε αρχικά με τη θρησκεία, η οποία προϋποθέτει Θεό, μακράν του ανθρώπου. Εν Χριστώ καταρριφθεί το μεσότοιχόν μεταξύ Θεού και ανθρώπου [Εφεσσίους 2-14]. Ο χριστιανισμός δεν ονομάζεται στην Καινή Διαθήκη θρησκεία αλλά οδός ζωής [Πράξεις 9-2]. Είναι τρόπος ζωής μέθοδος Σωτηρίας , Θέωση. Στην Καινή Διαθήκη ο όρος θρησκεία ταυτιζόμενος στην Ελληνική γλώσσα με τη λατρεία δεν χρησιμοποιείται για να εκφράσει τη λατρεία της Εκκλησίας. Για πρώτη φορά στην επιστολή [Α ,Κλημέντος] τέλη του πρώτου αιώνα, ο όρος θρησκεία θα χρησιμοποιηθεί με την έννοια της λατρείας. Ο μακρός αυτός δισταγμός είναι κατανοητός λόγω του περιεχομένου του όρου για τον έξω χριστιανικό κόσμο, Ο όρος θρησκεία σημαίνει θεραπεία, η λατρεία του Θείου. Κάτι που δεν μπορεί να συμβιβασθεί με το χριστιανικό Πνεύμα, κατά το οποίον Ο Θεός ο ποίησας τον κόσμο και τα πάντα εν αυτό, ούτος ουρανού και γης Κύριος υπάρχων δεν κατοικεί εν χειροποίητους[U1] Ναούς «Ουδέ λατρεύεται υπό χειρών ανθρώπων ως έχων χρεία ν τινός επειδή αυτός δίδει εις πάντας ζωή και πνοή και τα πάντα πλήρη «Πράξεις 17-2-4-25».

Απόσπασμα από την απολογία του Αποστόλου Παύλου στην απολογία του, στη δίκη του, στον Άρειο Πάγο των Αθηνών. Η αντίθεση στο σημείο αυτό είναι διαμετρικής αποστασιοποίησης της Εκκλησίας από την έξω, από αυτήν λατρειακή πράξη, φανερώνεται η στάση της απέναντι στο εθνικό και Ιουδαϊκό τελετουργικό, παρότι ήταν γνωστή στους εισερχομένους στην χριστιανική Εκκλησία από την προηγούμενη ζωή τους. Αλλά δεν περιορίζονται σε αυτό, η διαφοροποίηση της χριστιανικής λατρείας προχωρεί ακόμη βαθύτερα. Οι έξω χριστιανικές Θρησκείες και λατρείες θεωρούν τον κόσμο καθ’ αυτό ως έτυχε να υπάρχει και του αποδίδουν Ιερότητα όχι Αγιότητα. Σύμφωνα με τις κρατούσες αντίληψεις, στους έξω χριστιανικούς χώρους το θείο φανερώνεται στον κόσμο ως Ίεροφάνεια και όχι με το αποτύπωμά της δημιουργικής ενεργείας του.

Όπως Ο Θεός των Χριστιανών ο ποιήσας τον κόσμο και τα πάντα εν αυτώ.

Ό θρησκευτικός άνθρωπος ιεροποιεί και τις πράξεις της ζωής του, τροφή, εργασία, και γενικές σχέσεις.

Βλέποντάς σε αυτές τη διασύνδεση του με το θείο, λατρεία αποδίδει έτσι μαγική, σύνδεση με τη φυσική Ιερότητα του κόσμου και μέσω αυτού με τον κόσμο της Θεότητας. Γι’ αυτό οι διάφορες μορφές της έξω χριστιανικής λατρείας λαμβάνουν εύνοια κοσμοδημιουργική

Ο Χριστιανισμός σε αντίθεση με τον περίγυρο του, αποϊεροποίησε και αποθεοποίησε τον κόσμο, αυτό αρχίζει από την προφητική παράδοση της Παλαιάς Διαθήκης. Δεν βλέπει στον κόσμο παρά τη φανέρωση της δημιουργικής και συντηρητικής ενέργειας του Τριαδικού Θεού. Έτσι η χριστιανική λατρεία διαφοροποιείται από την εθνική, όσο και η χριστιανική πίστη από τη φυσική θρησκευτικότητα.


3

Γι’ αυτό αποφεύγεται αρχικά ο όρος λατρεία η οποία νοείται ως υποδούλωση, στους ψευδείς και ανύπαρκτους Θεούς του ειδωλολατρικού πανθέου.

Ο Απόστολος Παύλος θέτει στο ίδιο επίπεδο την εθνική και την ιουδαϊκή λατρεία, που ο Χριστός τις κατήργησε και τις δύο, « Αλλά τότε μεν μη γνωρίζοντας τον Θεόν, δουλεύατε εις τους μη φύσει όντας Θεούς. Τώρα δε αφού εγνωρίσατε τον Θεόν, μάλλον δεν γνωρισθείτε υπό του Θεού, πως επιστρέφετε πάλι εις τα ασθενή και πτωχά στοιχεία εις τα οποία πάλι ως πρότερον θέλετε να δουλεύετε Γαλάτας Δ-8-9».


Στην έξωχριστιανική λατρεία η προτεραιότητα δίνεται στο εξωτερικό τελετουργικό, και όχι στο εσωτερικό του ανθρώπου, για αυτό τελικά ταυτίζεται στον αρχαίο κόσμο η θρησκεία με τη λατρεία, το εσωτερικό του ανθρώπου και αν δεν υποτιμάται, παραθεωρείται. Στη χριστιανική λατρεία συμβαίνει το αντίστροφο, ουσιαστικό στοιχείο της εν Χριστό λατρεία είναι η εσωτερική καρδιακή Θεοκεντρικότητα, ως Θεοσέβεια, ευχαριστία, δοξολογία προς το Θεό για τις δωρεές του, διότι αναγνωρίζεται ότι «Πάν δώρημα τέλειον, άνωθεν εστί κατεβαίνον παρά του Πατρός των φώτων». Τον Θεό τον συναντάμε στη λατρεία εν Χριστώ για αυτό ως ελεγχθεί πιο πάνω η πίστη στο χριστό, καθορίζει την ουσία της χριστιανικής λατρείας. Το πρόσωπο του Χριστού θα αποβεί το κατά βάση διαφοροποιητικό στοιχείο μεταξύ χριστιανικής και έξω χριστιανικής λατρείας, ενώ συγχρόνως θα αποτελεί τη βάση και της χριστιανικής λατρείας. Η πίστη στον Χριστό προηγείται της λατρείας, πίστη ως εσωτερική καρδιακή σχέση, αλλά και ως πιστότητα στο θέλημα του Θεού, αποκαλειπτόμενο εν Χριστώ.

Οι πρακτικές της λατρείας έχουν δευτερεύουσα σημασία, νομιμοποιούμενες, αποκτούν σημασία ως έκφραση της πίστεως στο Θεό, ως φανέρωση της εσωτερικότητας. Κάθε υπερτονισμός η προπάντων απολυτοποίηση των λατρειακών πρακτικών, θεωρείται χριστιανικά αλλοτρίωση της λατρείας και θρησκειοποίηση του χριστιανισμού. Στον χριστιανισμό ως ορθοδοξία, πρωταρχική σημασία έχει η καρδία ως τόπος συναντήσεως με το Θεό [Θεό κοινωνίαν]. Κατά τον γραφικό λόγο, «Ο λαός ούτος τοις χείλεσι με τιμά η δε καρδία αυτού πόρρω απέχει από εμού Ματθ 15-8Ησαϊα 29-13». Διαφορά ριζική συνιστά και η Εκκλησιαστική χρήση του όρου λειτουργία. Ο όρος λειτουργία είναι ήδη γνωστός στην Παλαιά Διαθήκη και σημαίνει την Λευιτική και Ααρονιτική υπηρεσία στη σκηνή και το Ναό. Ο όρος λειτουργεί, στη μετάφραση των εβδομήκοντα, έχει τις περισσότερες φορές την έννοια της λατρευτικής υπηρεσίας, [Έξοδός κ η-λ] η της επιτελέσεως του θελήματος του Θεού[ ψαλμ ργ-4].

Θρησκευτική λατρευτική σημασία προσέλαβε ο όρος και στο Ελληνικό περιβάλλον ώστε να σημαίνει δημόσια λατρεία η υπηρεσία του Θεού. Η οικειοποίηση του όρου από την Εκκλησία ήταν ενέργεια επαναστατική, η χριστιανική λατρεία ως λειτουργία είναι υπέρβαση της λατρείας ως θρησκευτικού φαινομένου. Σκοπός της λατρείας είναι η Εκκλησία ως η φανέρωση και παρουσία του νέου αιώνος, της βασιλείας του Θεού. Η Εκκλησία ως λειτουργικό καθίδρυμα έχει ως λειτουργία το να εκπληρώσει τον εαυτό της ως το Σώμα του Χριστού και ως καινή κτίση.


Στο επόμενο η συνέχεια.


 
 
 

Σχόλια


bottom of page