top of page
Αναζήτηση

ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 3 Νοε 2023
  • διαβάστηκε 4 λεπτά

ree

1

Αγαπητοί αδελφοί η πίστη ως εσωτερικό φρόνημα και πιστότητα στο θείο, όσο και ως σύνολο ιδεών και διδασκαλία, συνιστά βασική και απαράβατη προϋπόθεση τη λατρεία. Η πίστη εδράζεται σε θρησκευτικές έννοιες και παραστάσεις, και βιώνεται ως συναισθηματική κατάσταση φόβος αφοσίωση, συνείδηση εξαρτήσεως. Είναι η κινητήρια δύναμη του λατρεύοντος ανθρώπου, διότι αύτη εκφράζεται με τις εξωτερικές αισθητές ενέργειές και πρακτικές για την επίτευξη της συναντήσεως με το θείο. Ακριβώς το σύνολο αυτών των πρακτικών συνιστά τη λατρεία. Η λατρεία προϋποθέτει την πίστη του θρησκεύοντος υποκειμένου, αλλά και να την υλοποίει και να την υποστασιώνει, μεταβάλλοντας την σε ομαδικό γεγονός. Εξ΄ άλλου συντηρεί και αυξάνει την πίστη προσφέροντας δυνατότητες για ενίσχυση και εμβάθυνση της.


Ο Ανθρωπολογικός και κανονικός χαρακτήρας της λατρείας, η θρησκευτική ροπή, που συνιστά την αμετάθετη βάση του θρησκευτικού φαινομένου, εκδιπλώνεται και εκφράζεται στη λατρεία. Κοινό υποκείμενο της θρησκείας και της λατρείας είναι ο άνθρωπος ο οποίος αισθάνεται την έλξη προς το θείο και το πλησιάζει μέσω της ομαδικής λατρείας ή της ατομικής προσευχής. Είναι κλασική πιά η ψυχολογική ανάλυση της ατομικής σχέσης ανθρώπου και θείου, που επισημαίνει τα δύο βασικά συναισθήματα που γεννά η συνάντηση του ανθρώπου με το θείο που λειτουργούν είτε ως αρχική απώθηση ή ως τελική προσέλκυση. Η φαινομενολογία της θρησκείας, οδηγεί στη διαπίστωση ότι ο λόγος του Τερτουλλιανού, η ψυχή είναι από τη φύση της χριστιανική, στρέφεται δηλαδή στο Χριστό, ως αρχή και τέλος της υπάρξεώς της. Η λατρεία είναι ένα εκ των ουσιωδέστερων ενεργημάτων της λατρεύουσης ψυχής . Το βίωμα της παρουσίας του Θεού, όπως φανερώνεται στην Παλαιά Διαθήκη στην περίπτωση του Ιακώβ, γεννά διάφορα ενεργήματα, εκφράσεων, θρησκευτικών πεποιθήσεων, λατρευτικής ευλάβειας , βουλητικού και ηθικού χαρακτήρα. Από τα ενεργήματα της λατρευτικής ευλαβείας, προβάλλεται η γενεσιουργός αιτία της λατρείας. «Και Ανέστη Ιακώβ το πρωί και έλαβε τον λίθον ον υπέθηκεν εκεί προ κεφάλης αυτού, και έστησε αυτόν στήλη και επέχεεν ελαίων επί το άκρον αυτής, και εκκάλεσε το όνομα του τόπου εκείνου οίκος Θεού Γεν-28-16». Στο γεγονός της λατρείας μετέχει ολόκληρος ο άνθρωπος ως ψυχοσωματική ενότητα και ολότητα με όλες τις ψυχικές του δυνάμεις και λειτουργίες. Αυτό εκφράζει ο καινοδιαθηκικός λόγος. «Αγαπήσεις Κύριον τον θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου Μάρκου 12-30 ».Αν η πίστη συνδέεται, βασικά, με τη νόηση, η λατρεία στηρίζεται κυρίως στη βούληση, πίστη και λατρεία είναι διπολικός πυρήνας της θρησκευόμενης προσωπικότητας. Εξ ίσου πραγματικός είναι και ο κοινωνικός χαρακτήρας της λατρείας. Η λατρεία συνιστά υπέρβαση της ατομικότητας, διότι έχει από τη φύση της κοινωνικό ομαδικό χαρακτήρα. Ανταποκρίνεται στην κοινωνική ροπή του ανθρώπου.


Η λατρεία ανήκει στις ουσιώδεις συνιστώσες της ανθρώπινης κοινωνίας ως βασικός συντελεστής στην ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων. Η λατρεία συντελεί στην πραγμάτωση της κοινωνικής ροπής του ανθρώπου, ανεξάρτητα από το βατευόμενο αντικείμενο, που ποικίλει ανάλογα με το επίπεδο της ψυχικής καλλιέργειας του ανθρώπου. Σύμφωνα με την Χριστιανική αντίληψη και μετά την πτώση, διατηρείται η δύναμη του ανθρώπου προς ανταπόκριση στην αδιάπτωτη αγαπητική κλήση του Θεού για επανασύνδεση μαζί Του. Η λατρεία ως ενέργεια του ανθρώπου, είναι μια όψη της απάντησης του στη θεϊκή κλήση του ανθρώπου, όχι μόνο ως ατομικού εγώ αλλά και ως συλλογικού εγώ, ως κανονικού σώματος. Η λατρεία έχει τη δύναμη να δημιουργεί διαπροσωπικές σχέσεις, ενώνοντας τη λατρευόμενη ομάδα σε κοινό στόχο, που υπερβαίνει την απλή επιβίωση, δίνοντας νόημα στην ανθρώπινη ύπαρξη κατευθύνοντας την προς την πηγή της.


2

Η πνευματική καλλιέργεια της κοινωνίας συνδέεται άμεσα με τη λατρεία, χωρίς όμως και να ταυτίζονται. Η λατρεία συνιστά συστατικό στοιχείο κάθε κοινωνίας και κουλτούρας, βασικές απόψεις και ενέργειες του ανθρώπου για το νόημα και το σκοπό της ζωής του. Εκφράζονται συμβολικά στη λατρεία, που γίνεται παράγοντας ουσιαστικός στη διαμόρφωση συλλογικών νοοτροπιών και συμπεριφορών. Η τελετουργική τάξη αποτελεί συνιστώσα της ζωής των κοινωνιών και επιβιώνει ακόμη και εκεί, όπου η δυναμική της θρησκευτικής λατρείας είναι τελείως αδρανοποιημένη. Η διαχρονική διερεύνηση του φαινομένου της λατρείας έχει καταλήξει, στη θεμελιώδη διαπίστωση ότι τα κύρια συστατικά της λατρείας είναι, το λατρευόμενο Θείο, η λατρεύουσα κοινότητα, ως το σύνολο της θρησκευτικής ομάδας, οι κοινές πρακτικές, το τελετουργικό και το ενδιάμεσο μεσιτικό σώμα το Ιερατείο. Από τις αρχές των κοινωνικών συσσωματώσεων, η σημασία πού αποδίδεται στο Ιερατείο για τις θρησκευτικές θέσεις είναι μεγάλη. Δεν υπάρχει θρησκεία η λατρεία χωρίς Ιερατείο, σε κάθε λατρεία είναι αναγκαία η παρουσία Ιερατείου, ως ενδιάμεσου μεσιτού σώματος μεταξύ λατρεύουσας κοινότητας και θείου. Το Ιερατείο συγκροτείται και λειτουργεί στη θρησκευτική ομάδα ως ιδιαίτερη τάξη κάτι σαν υποομάδα. Ενσωματωμένη στην ευρύτερη θρησκευτική κοινότητα και διευθετώντας της λατρείας της.

Λόγω δε της ιδιαίτερης σχέσεις τους με το θείο ως ενδιάμεσο σώμα ασκεί συνήθως και ηγετικό ρόλο στη ζωή της κοινότητας. Η λειτουργία του Ιερατείου συνίσταται στην τέλεση λατρείακων πράξεων με τη ρητή η σιωπηρή εξουσιοδότηση της κοινότητας, ή με διορισμό από κάποια άλλοι αρχή όπως γίνετε στη δική μας ορθόδοξη εκκλησία, κατά παράβαση των εκκλησιαστικών κανόνων. Η αρμοδιότητα του συνίσταται στην τήρηση του τυπικού της λατρευτικής παραδόσεως, ως εγγυητής της οποίας υπάρχει και ενεργεί. Ο αρχαιότερος αντιπρόσωπος του λαού προς το Θεό ήταν βασιλεύς που συνδύαζε ιερατικά και δικαστικά καθήκοντα. Υποτίθεται δε ότι η ιεραρχία κατέχει διάφορα ουσιαστικά προσόντα, ειδική και υψηλή παιδεία, υψηλό ήθος που να είναι άξιο να ανταποκριθεί στο διδαχτικό έργο που αναλαμβάνει.

Κατέχοντας τα κλειδιά της θείας επιστήμης που αποφάσισε να υπηρετήσει, στις θυσίες και στη λατρεία, οι ιερείς, εκπροσωπούν το λαό προ του Θεού. Ενώ στη νομοθετική διαδικασία το Θεό ενώπιον του λάου, και απολαμβάνουν ιδιαιτέρα προνομία.


Η εικόνα του ιερέα στις παραδοσιακές κοινωνίες συνιστά έκφραση της προσπάθειας του ανθρώπου να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στο υπερβατικό και το εγκόσμιο. Αυτό υπογραμμίζεται στην προς Εβραίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου, «Πας αρχιερεύς εξ ανθρώπων λαμβανόμενος υπέρ ανθρώπων καθίσταται τα προς τον Θεό, ίνα προσφέρει δώρα τε και θυσίες υπερ. αμαρτιών, μετριοπάθεια δυνάμενος τοις αγνοούσης και πλανεμένους, έπη και αυτός περικείται ασθενείας και δια ταύτην οφείλει καθώς περί του λαού, ούτω και περί εαυτού προσφέρει υπερ. αμαρτιών. Και ουδείς λαμβάνει την τιμήν ταύτην εις εαυτόν άλλα ο καλούμενος υπό του Θεού, καθώς και ο Ααρών ούτω και ο Χριστός δεν εδόξασε εαυτόν δια να γίνει αρχιερεύς άλλα ο λάλησας προς αυτόν , Υιός μου είσαι συ εγώ σήμερον σε γέννησα , καθώς και αλλαχού λέγει , Συ είσαι ιερεύς εις τον αιώνα κατά την ταξί Μελχισεδεκ Εβραίους 5-1-6»

Η υπέρβαση αυτής της πραγματικότητας συνιστά η χριστιανική Ιεροσύνη, που απορρέει από μίαν άλλη συνείδηση για τη θρησκεία και την λατρεία όπως , θα δούμε στη συνέχεια.


Στη συνέχεια θα μιλήσουμε επί του βασικού θέματος.

 
 
 

Σχόλια


bottom of page