Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΥΙΟΥ
- vlaxosalexandros20

- 20 Ιαν 2021
- διαβάστηκε 18 λεπτά
Έγινε ενημέρωση: 28 Απρ 2021

1
Νοερείς οφθαλμούς σε προς σε σχηκώς έσπλαχνε όλην την καρδίαν εκτένοκα προς σε την έφεσιν όλη πρόσθεση ψυχής επιβοώμουσοι σώζε εθάσης περιστάσεως τους συδεδοξάζοντος
Εξετάζοντας τα στοιχεία της θεολογίας επί των οποίων θεμελιούται η διδασκαλία της μετά του Θεού ενώσεως εν τη παράδοση της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Εντυπωσιάστηκα από τις γενικές γραμμές της διδασκαλίας περί της ακτίστου και της κτιστής υπάρξεως περί του Θεού και του ανθρώπου των δύο όρων αυτής της ενώσεως Θεού και ανθρώπου. Έφθασα στα απώτατα όρια της κτιστής υπάρξεως μέχρι των πλέον απομακρυσμένων από του Θεού περιοχών των κεχωρισμένων από Αυτόν, όχι μόνο εκ φύσεως καθόσον είναι κτιστά όντα.
Αλλά και εκ Θελήσεως του ανθρώπου η οποία δημιουργεί έναν νέον τρόπο υπάρξεως, τον τρόπο της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι μία εφεύρεση της κτιστής θελήσεως του ανθρώπου. Η απείρως απόσταση μεταξύ του κτιστού και του ακτίστου. Ο φυσικός χωρισμός μεταξύ του ανθρώπου και του Θεού. Ο φυσικός χωρισμός ο οποίος όφειλε να υπερπηδηθεί εν τη Θέωση, γίνεται μια απροσπέλαστος άβυσσος για τον άνθρωπο εξαιτίας της επιλογής του.
Ο άνθρωπος προορίζεται σε μια κατάσταση πλησίον της ανυπαρξίας, την κατάσταση της αμαρτίας και του θανάτου. Για να φτάσει κάποιος στην μετά του Θεού ένωση στην οποία εκκλήθει ο άνθρωπος, θα έπρεπε να υπερπηδήσει αυτό το τριπλούν εμπόδιο, τον θάνατο, την αμαρτία και την φύση. Η προς την θέωση που επροτάθει στον πρώτο άνθρωπο, δεν θα είναι δυνατή πριν ο άνθρωπος θριαμβεύσει κατά της αμαρτίας και του θανάτου. Η ανθρώπινη φύση, η οδός της ενώσεως θα παρουσιασθεί στην έκπτωτο ανθρωπότητα υπό την μορφή της σωτηρίας. Αυτός ο αρνητικός όρος δεικνύει την αφαίρεση ενός εμποδίου. Εσωθήκαμε από ποιόν, από τον θάνατο και από την αμαρτία η οποία είναι η ρίζα του κακού.
Το Θείο σχέδιο δεν επραγματοποιήθει από τον Αδάμ. Αντί της ευθείας γραμμής της ανόδου προς τον Θεό, δια της ελευθέρας αυτού βουλήσεως, ο πρώτος άνθρωπος εχάραξε μια πορεία ζωής αντίθετη από την φύση του καταλήγοντας στο θάνατο. Μόνο ο Θεός παρέχει στους ανθρώπους την δυνατότητα της Θεώσεως ελευθερώνοντας τον άνθρωπο από τον θάνατο και την αιχμαλωσία της αμαρτίας. Εκείνο το οποίον ο άνθρωπος όφειλε να επιτύχει ανυψούμενος προς το Θεό, το πραγματοποιεί ο Θεός κατερχόμενος προς τον άνθρωπον. Δια τον λόγο αυτόν το τριπλούν φράγμα το οποίο χωρίζει ημάς από το Θεό, θάνατος, αμαρτία, φύσης, ανυπέρβλητο εμπόδιο για τον άνθρωπο. Θα υπερπηδηθεί από το Θεό κατ΄αντίστροφη τάξη, εκκινούντος εκ της ενώσεως διαιρημένων φύσεων καταλήγοντας εις τη νίκη του θανάτου.
(Τα εμπόδια προς τη θεία ένωση, ο θάνατος και η αμαρτία είναι δημιούργημα της ελευθέρας επιλογής του ανθρώπου). Για τον Άγιο Μάξιμο η σάρκωσις και η Θέωση συσχετίζονται. Ο Θεός κατέρχεται στον κόσμο γίνεται άνθρωπος και ο άνθρωπος ανυψώνεται προς την Θεία πληρότητα, γίνεται Θεός, διότι η ένωση αυτή των δύο φύσεων, Θείας και ανθρώπινης απεφασίσθει εν τη αιωνία βουλή του Θεού διότι είναι το απότατο τέλος δια το οποίο εδημιουργήθει ο κόσμος εκ του μηδενός. Σύμφωνα με την διδασκαλία των Αγίων Αποστόλων και των Αγίων Πατέρων.
Ο Χριστός εσαρκώθει για να ενώσει στο πρόσωπο του τον άνθρωπο και την Θεία φύση. Σκοπός της συγκεντρώσεως εν εαυτώ των διάφορων σφαιρών του κόσμου, για να απονέμει εις αυτούς την Θέωση φέροντας αυτούς εις τη μετά του Θεού ένωση. Αυτό το έργο ήτο προορισμένο για τον Αδάμ. Εάν αι διάδοχοι και αύται ενώσεις ή <<συνθέσεις>> οι οποίες υπερβαίνουν τις φυσικές διαιρέσεις, επραγματοποιήθηκαν τελικώς από τον Χριστό. Αυτό έγινε γιατί ο Αδάμ αρνήθηκε τον προορισμό του.
2
Ο Χριστός πραγματοποιεί διαδοχικώς τις ενώσεις ακολουθών την τάξη η οποία είχε ορισθεί για τον πρώτον Αδάμ. Γενώμενος ο Χριστός εκ της Παρθένου καταργεί δια της Γεννήσεως Του την διάκριση της ανθρώπινης φύσεως εις ανδρός και γυναικός. Ενώνει επί του Σταυρού τον παράδεισον τόπο διαμονής των πρώτων ανθρώπων προ της αμαρτίας και την γήινη πραγματικότητα που κατοικούν οι έκπτωτοι απόγονοι του πρώτου Αδάμ. <<αμήν αμήν λέγει εις τον ληστή σήμερον μετ’ εμού εση εν τω παραδείσω>>.
Δεν παύει να συνομιλεί με του Αποστόλους Του κατά την επί γης παραμονή Του και μετά την Ανάσταση του. Με την ανάληψη Του ενώνει εν πρώτοις την γη και τας ουρανίας σφαίρας, τον αισθητό ουρανό, εν συνεχεία εισδύει εις τα ύψη του ουρανού, διασχίζει τας αγγελικάς Ιεραρχίας και ενώνει τον πνευματικό ουρανό, τον νοητόν με τον αισθητόν κόσμο. Τέλος, παρουσιάζει εις τον Πατέρα το σύνολον του ηνωμένου εν τω πρόσωπο του κόσμο. Ένα νέον κοσμικόν Αδάμ συγκεντρώνοντα το κτιστό και άκτιστο.
Κατ΄αυτή την αντίληψη περί του Χριστού νέου Αδάμ ενώσαντος μεθ’εαυτού και αγιάζοντας τον άνθρωπο, η λύτρωση εμφανίζεται ως μια εκ των στιγμών του έργου του. Το έργο του Χριστού είναι η οικονομία του μυστηρίου του αποκεκρυμμένου από των αιώνων εν τω Θεώ το τα πάντα κτίσαντι δια Ιησού Χριστού (Εφεσ γ.9). Κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό <<ού φύσεως έργο η σάρκωσις αλλά τρόπος οικονομικής συγκαταβάσεως>> το έργο της θελήσεως του μυστηρίου της θείας αγάπης, οι αποφάσεις,οι ιδέες για τους Έλληνες Πατέρες δεν ανήκουν εις την ουσία αλλά στην κοινή θέληση της Αγίας Τριάδας. Δια τον λόγο αυτόν η ενσάρκωση του Υιού η οποία είναι μια εκδήλωση αγάπης <<ούτω γαρ ηγάπησε ο Θεός τον κόσμο ώστε τον Υιόν αυτού τον μονογενή έδωκε>> (Ιωαν γ.16). Ουδεμία μεταβολή, ουδεμία νέα πραγματικότητα εισάγει εις το εσωτερικό είναι της Αγίας Τριάδας το ότι (ο Λόγος σάρξ εγένετο) το γεγονός τούτο ουδόλως ηλλοίωσε την θείαν φύσιν. <<Ο Λόγος μένων ο ην εγένετο ο ούκ ην>>, κατά τον Λόγον του Αγίου Θεοφίλου Βουλγαρίας.
Ο Άγιος Διονύσιος ο αεροπαγίτης δίδει εις την ενσάρκωση και μάλιστα εις την ενανθρώπιση του Υιού το όνομα <<φυλανθρωπία>> το οποίον φανερεί την πρόνοιαν. Επομένως πρόνοια σημαίνει τας αποφάσεις της Θείας Βουλής σχετιζόμενα προς την ανθρώπινη ελευθερία. Αποφάσεις τεθεμελιωμένας επί της προγνώσεως των ελεύθερων πράξεων του ανθρώπου. Είναι μια Βουλή πάντοτε σωτηρίας, η οποία γνωρίζει να δημιουργεί εν μεγαλύτερο όφελος δια τους ανθρώπους καθ’ όλας τας αλλεπάλληλας μεταβολάς των παραπλανήσεων των ανθρώπων. Με την προϋπόθεση ότι ο άνθρωπος θα μάθει να αναγνωρίζει την θέλησιν του Θεού. Μπορούμε να πούμε (με συγχωρητέα ανακρίβεια) ότι ο Θεός συγκαταβαίνει εν τη πρόνοια Του εις την ελευθερία των ανθρώπων, ενεργεί σύμφωνα προς την ελευθερία, ρυθμίζει τας πράξεις Του προς τα πράξεις των ανθρώπων ώστε να κυβερνά το έκπτωτο σύμπαν πραγματοποιών το θέλημα Του, χωρίς να ασκεί βία επί της ελευθερίας των ανθρώπων.
Επομένως <<το μυστήριο το αποκεκρυμμένο από των αιώνων εν τω Θεώ και γνωρισθέν δια της Εκκλησίας εν τοις ουρανίοις>> (εφ γ.9) πεφανέρωται. Η αμετάβλητος αυτή και αιωνίως προαπόφασις της ενσαρκώσεως έχει συγχρόνως χαρακτήρα φιλανθρωπίας.
Ο Θεός ακαταπαύστως <<κατέρχεται εις τον κόσμο>> δια των ενεργειών της πρόνοιας Του, δια της οικονομίας Του η οποία σημαίνει κατά λέξη <<διοίκηση οικίας>>. Στο πλήρωμα του χρόνου η Σοφία του Θεού ενεργούσα εν τω κόσμω ως δύναμις, ενέργεια, πρόνοια, θα εισέλθει εις το ρουν της ιστορίας ως πρόσωπο. Η υποστατική Σοφία του Πατρός <<οικοδόμησε τον εαυτής οίκον>>, την άσπιλον σάρκα της παρθένου την οποίαν ανέλαβε ο Λόγος. Ο Άγιος Φιλόθεος Κωνσταντινουπόλεως 14ος αιώνας, ερμηνεύει το κείμενο των (Παροιμιών θ.1) <<η σοφία οικοδόμησε εν εαυτή οίκον>>. Το όνομα της Θεοτόκου, μυστήριον της οικονομίας.
Ο Άγιος Δημήτριος του Rostov 17ος αιών λέει <<Δύναται τις να ερωτήσει γιατί ο Λόγος του Θεού ήργησε να κατέλθει επί της γης και να ενανθρωπίσει δια να σώσει την έκπτωτον ανθρωπότητα. Αλλά πρώτον μέσω της έκτης χιλιετηρίδας από της αμαρτίας του Αδάμ ουδόλως εβρέθει επί της γης μια αγνή παρθένος ουχί μόνο τω σώματι αλλά και το πνεύματι. Μία μόνον υπήρξε τοιαύτη μοναδική δια την ψυχικήν και σωματική αυτής αγνότητα, αξία να καταστεί ναός Αγίου Πνεύματος.
3
Ολόκληρος η εξέλιξη της Παλαιάς Διαθήκης με τις διαδοχικές επιλογές, την επιλογή του Νώε, του Πατριάρχου Αβραάμ, του Ισραηλίτικου λαού, της φυλής του Ιούδα, τον οίκο Δαυίδ, ο νόμος ο οποίος υπερασπίζετο την αγνότητα του λαού του Θεού. Αι ευλογίαι των εκλεκτών απογόνων, ολόκληρως η Ιερά αυτή Ιστορία εμφανίζεται ως πορεία κατά Θείαν πρόνοιαν μεσιανική, ως μία προετοιμασία του Σώματος του Χριστού της Εκκλησίας, ως κέντρου της μετά του Θεού ενώσεως και Κύριος ως μία προετοιμασία εκείνης η οποία επρόκειτο να δανείσει την ανθρώπινη φύση της για να πραγματοποιηθεί το μυστήριο της ενσαρκώσεως. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς εις την ομιλίαν του εις τα εισόδια της Θεοτόκου εξηγεί αυτήν την αγιότητα της Παρθένου δια των διαδοχικών αγνισμών αι οποίαι έλαβαν χώρα εις τη φύση των προγόνων της και εις την δικής της φύση από της στιγμής ακόμη της συλλήψεως της, υπήρξε Αγία όχι δύναμη ενός προνομίου μιας εξαιρέσεως της κοινής διόλην την ανθρωπότητα τύχη. Αλλά διότι διεφυλάχθει αγνή από πάσαν προσβολή της αμαρτίας, πράγμα το οποίον δεν απέκλειε την ελευθερία της.
Ενεργεί κυρίως δι’ αυτής της ελευθερίας, δια της ανθρώπινης ανταποκρίσεως εις την Βουλή του Θεού. Ο Νικόλαος Καβάσιλας εκφράζει την ιδέα αυτήν εις την ομιλία του εις τον Ευαγγελισμό <<η ενσάρκωση λέγει υπήρξε όχι μόνο έργο του Πατρός της Δυνάμεως Του και του Πνεύματος Του, αλλά και της θελήσεως και της Πίστεως της Παρθένου. Άνευ της συγκαταθέσεως της Ασπίλου, άνευ της συνδρομής της πίστεως της, το σχέδιο τούτο θα ήτο ακατόρθωτο. Καθώς και χωρίς την παρέμβαση των τριών Θείων Προσώπων για την προετοιμασία της.
Ο Θεός την επέλεξε για Μητέρα και της έδωσε την σάρκα την οποία επρόκειτο να του δανείσει. Ως θα εσαρκούτο εκουσίως ούτος και η Μητήρ του ήθελε να τον γεννήσει ελευθέρως και εκουσίως. Κατά το Πατερικό γνωμικό καίτοι η Θεία Θέλησις εδημιούργησε τον άνθρωπο, ζητάει και τη δική του Θέληση για να τον σώσει. Η τραγωδία της ελευθέρας θελήσεως λύεται δια τον Λόγον <<Ιδού η δούλη Κυρίου>>. Κατά τον Άγιον Ιωάννη τον Δαμασκηνό ο οποίος ανακεφαλαιώνει τα χριστολογικά δόγματα των Πατέρων, η σάρκωσις εγένετο δια της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος το οποίον κατέστησε την Παρθένο ικανή να δεχθεί εν ευατή την θεότητα του Λόγου ως και δι’ αυτού τούτου του Υιού ο οποίος εσχημάτισε εκ της παρθενικής σαρκώς το σώμα της ανθρώπινης φύσεως Του.
4
Με μία και μόνη πράξη ο Λόγος ανέλαβε την ανθρώπινη φύση, έδωκε εις αυτήν ύπαρξη, την εθέωσε. Η αναληφθείσα ανθρώπινη φύση, η κτισθήσα υπό του προσώπου του Υιού δέχεται την ύπαρξη της εν τη Θεία υπόσταση, δεν υπήρξε πρότερον ως διακεκριμένη φύση, δεν ήρθε εις ένωση μετά του Θεού. Αλλά εμφανίζεται εξ αρχής ως η ανθρώπινη φύση του Λόγου. Η ανθρώπινη αυτή φύση κατά τον Άγιο Μάξιμο είχε τον αθάνατον και άφθαρτον χαρακτήρα της φύσεως του Αδάμ προ της αμαρτίας.
Αλλά ο Χριστός εκουσίως την υπέταξε εις την ιδιότητα της έκπτωτου ανθρώπινης υμών φύσεως. Όχι μόνο η ανθρώπινη φύση αλλά και εκείνο το οποίον ήτο παραφύση, αι συνέπειαι της αμαρτίας ανελήφθησαν υπό του Χριστού, ο οποίος έμεινε εκτός του προπατορικού αμαρτήματος, δυνάμει της ασπόρου παρθενικής αυτού γεννήσεως, ενηγκαλίσθει ολόκληρον την ανθρώπινη πραγματικότητα ως ήτο αυτή μετά την πτώση εκτός της αμαρτίας, μια προσωπική φύση υποκείμενη εις τους πόνους και εις τον θάνατο. Τοιουτοτρόπως ο Λόγος κατήλθε μέχρι των εσχάτων ορίων του διεφθαρμένου υπό της αμαρτίας κόσμου, μέχρι θανάτου και του Άδου.
Τέλειος Θεός εγένετο όχι μόνο τέλειος άνθρωπος αλλά ανέλαβε όλας τα ατελείας, όλους τους περιορισμούς τους προερχόμενους εκ της αμαρτίας. Η ελληνιστική σκέψη δεν μπορούσε να παραδεχθεί την ένωση δύο τέλειων αρχών << δύο τέλεια εν γενέσθαι ου δύναται>>. Η διαμάχη για το χριστολογικό δόγμα διήρκησε περίπου τέσσερις αιώνες ώσπου η χριστιανική μορία θριάμβευσε επί της ελληνικής Σοφίας. Όπως και εις το τριαδικό δόγμα, πρόκειται περί της διακρίσεως μεταξύ φύσεως και υποστάσεως. Αλλά στην Αγία Τριάδα είναι μία μόνη φύση εν τρεις υποστάσεις. Εν Χριστώ δύο διαφορετικές φύσεις σε μία μόνη υπόσταση. Η υπόστασις του Χριστού περιλαμβάνει αμφότερας τα φύσεις. Παραμένει μία καίτοι γίνεται η άλλη <<ο Λόγος σάρξ εγένετο>>. Αλλά η θεότης δεν εγίνετο ανθρώπινη φύση, ουδέ η ανθρώπινη φύση μετεβλήθει εις θεότητα.
Τοιαύτη είναι η έννοια του χριστολογικού δόγματος, του διατυπωθέντος υπό της Συνόδου της Χαλκηδόνας. <<Επόμενοι τοίνην τοις Αγίοις Πατράσιν ένα και τον αυτόν ομολογείν Υιόν τον Κύριον ημών Ιησού Χριστόν. Συμφώνως άπαντες εκδιδάσκομεν τέλειον τον αυτόν εν θεότητι και τέλειον τον αυτόν εν ανθρωπότητι Θεόν αληθώς και άνθρωπον αληθώς τον αυτόν εκ ψυχής λογικής και σώματος. Ομοούσιον τω Πατρί κατά την Θεότητα και ομοούσιον τον αυτόν ημίν κατά την ανθρωπότητα κατά πάντα όμοιον ημίν χωρίς αμαρτίας προ αιώνων μεν εκ του Πατρός γεννηθέντα κατά την θεότητα επ΄εσχάτων δε των ημερών των αυτών δι ημάς και δια την ημετέραν σωτηρία εκ Μαρίας της Παρθένου της θεοτόκου κατά την ανθρωπότητα.
Ένα και τον αυτόν Χριστόν, Υιόν, Κύριον, μονογεννή, εκ δύο φύσεων ασυγχήτως, ατρέπτως, αδιαίρετως, αχωρίστως, γνωριζόμενον. Σωζώμενος της ιδιότητας των δύο φύσεων σε ένα πρόσωπο και μία υπόσταση συντρεχούσης όχι σε δύο πρόσωπα μεριζόμενον ή διαιρούμενον αλλά έναν και τον αυτόν Υιόν και μονογενή Θεόν Λόγον, Κύριο Ιησού Χριστό>>. Εκείνο το οποίο κάνει εντύπωση σε αυτή την διατύπωση είναι ο αποφατικός αυτής χαρακτήρας. Η ένωση των δύο φύσεων εκδηλώθει δια τεσσάρων αρνητικών ορισμών, ασυγχήτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως. Γνωρίζουμε το γεγονός της ενώσεως των δύο φύσεων εν τω αυτώ πρόσωπο αλλά το <<πώς>> αυτής της ενώσεως μένει δι΄ημάς μυστήριο βασιζόμενο επί της ακαλύπτου διακρίσεως της ταυτότητας της φύσεως και του προσώπου.
5
Ο Χριστός μας, Θείον πρόσωπο θα έχει επομένως εν εαυτώ δύο διαφορετικές και συγχρόνως ενωμένας αρχάς. Πρέπει να πούμε ότι ο Υιός του Θεού υπέφερε ότι πέθανε επί του σταυρού, αλλά ως προς ότι ηδύνατο να υποφέρει και να αποθάνει κατά την ανθρώπινη φύση Του. Πρέπει επίσης να πούμε ομοίως ότι γεννώμενος ως βρέφος εις την φάτνη της Βηθλεέμ. Όσο και κρεμώμενος επί του Σταυρού ή αναπαυόμενος εν τω τάφω, δεν έπαψε να κυβερνά δι΄όλης της εξουσίας Του. Το σύνολο του δημιουργημένου κόσμου, δυνάμει της θεότητας Του η οποία ουδεμία μεταβολή υπέστη.
Δόξα τη ση απορήτω σοφία. Δόξα τη ση του παντός προ θεία.
**********************
Από πάσης με λύτρωσε, της τον ασεβών Βουλής ω Τριάς αγαθή εν Βουλή καλή με φύλαξεν και έννοια θεία διατήρησον υπέρ αγαθέ
Όπως έχουμε πει, η τελειότης του προσώπου συνίσταται στην άρνηση του εγώ, διακρινόμενο καθ’ εαυτό εκ της φύσεως του. Αυτό καθ’ εαυτό το πρόσωπο εκφράζεται εις την άρνηση του, υπάρχει δι' ευατό, είναι η άκρα ταπείνωσις του Υιού, η θεία κένωση. Ολόκληρο το μυστήριο της οικονομίας συνίσταται εις την ταπείνωση του Υιού του Θεού.
Κατά τον Άγιο Κύριλο Αλεξανδρείας, αρνείται το θέλημα Του, για να ολοκληρώσει το θέλημα του Πατρός. Υπακούων εις Αυτόν μέχρι θανάτου, μέχρι Σταυρού. Εξ΄ άλλου η άρνηση αυτή του δικού Του θελήματος δεν είναι μια απόφαση, μια πράξη της χρονικής στιγμής. Αλλά αυτό τούτο το είναι των προσώπων της Αγίας Τριάδος, η οποία έχει μια και μόνη θέληση, ιδιάζουσα εις την κοινή φύση. Η θεία θέλησης εν Χριστώ ήτο η κοινή θέληση των Τριών. Η θέλησης του Πατρός (πηγή θελήσεως), η θέλησης του Υιού (υπακοή), η θέληση του Αγίου Πνεύματος (εκπλήρωση).
Διότι <<ο Υιός, λέγει ο Άγιος Κύριλος Αλεξάνδρειας, ου δύναται τι ποιείν ει μεί πέφυκεν εργάζεσθαι και αυτός (ο Πατήρ) ως δε μίαν προς αυτόν την ουσία φυσικής τισι ιν ούτως είπομεν, νόμος προς απαράλλακτον καλείται θέληση τε και δύναμη. Δεικνύει δε πάλι ο Πατήρ τω Υιώ αι αυτός ποιεί ου καθάπερ εν πινακί διαγεγραμμένο>>. Αυτός ο Ιησούς Χριστός ο Υιός υπάρχει και φαίνεται ποταπός τε και τι καταφύση ειδήει τον Γενήτορα (Ιωάν. ιδ.9). Η κένωσις είναι τρόπος υπάρξεως του θείου προσώπου, το οποίο εστάλει εις τον κόσμο εν τω οποίω εκπληρούται η κοινή της Αγίας Τριάδας θέληση της οποίας ο Πατήρ είναι η πηγή, ο λόγος του Χριστού <<ο Πατήρ μου μείζων μου εστί (Ιωαν. ιδ 28). Είναι μία έκφραση αυτής της κενωτικής αρνήσεως της ειδικής του θελήσεως. Τούτο σημαίνει ότι το πραγματοποιηθέν επί της γης έργο υπό του ενσαρκωθέντως Υιού είναι έργο της Αγίας Τριάδος εκ της οποίας δεν δυνάμεθα να χωρίσουμε τον Χριστό. Ο οποίος έχει την αυτήν ουσία, την αυτή θέληση με τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα. Η κένωση αυτή θα κάνει να θαυμάσουν την θεότητα του Υιού όλοι. Όσοι ξέρουν να αναγνωρίζουν την μεγαλειότητα εν τη ταπείνωση, τον πλούτον εν τη πτωχεία, την ελευθερία εν τη υπακοή.
6
Διότι πρέπει να έχουμε οφθαλμούς πίστεως δια να αναγνωρίσει το πρόσωπο όχι μόνο το θείον πρόσωπον, αλλά και κάθε ανθρώπινο πρόσωπον το οποίον επλάσθει κατ΄εικόνα Θεού. Αι δύο φύσεις του Χριστού θα παραμείνουν διακεκριμέναι (όχι συγκεχυμέναι), η μία εντός της άλλης. Εν τούτοις ηνωμέναι υποστατικώς, χωρίς να μεταβληθεί η μία εκ της άλλης, θα εισέλθουν εις μία <<περιχώρηση εις άλληλας>> κατά τον Άγιο Μάξιμο και τον Άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό, επαναφέρουν εις το σημείο αυτό εντός των πλαισίων του χριστολογικού δόγματος την ανατολικήν αντίληψην περί των εκπορευόμενων εκ της φύσεως ενεργειών.
Η περιχώρησης αυτή είναι μάλλον μονομερής, προέρχεται εκ της πλευράς της θεότητας και ουχί εκ της πλευράς της σαρκός. Η θεότης ενικήσασα άπαξ εν τη σαρκί δίδει εις αυτήν την μίαν άφατον δυνατότητα εισχωρήσεως εις την θεότητα. Η σάρκα κατά την εαυτή φύση δεν είναι προσκηνητή, προσκυνείται εν τω σεσαρκομένω θεώ λόγω ου δι αυτήν αλλά για τον ηνωμένον εν αύτη καθ’ υπόστασιν Θεόν Λόγον. Σάρκα προσκυνούμε αλλά σάρκα Θεού ήτοι σεσαρκωμένον Θεό. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού είναι μια θεωθείσα φύσις εμποτισμένη υπό των θείων ενεργειών από τη στιγμή της ακόμη της σαρκώσεως.
Αρκετοί από τους Πατέρες στο σημείο αυτό αναφέρονται σε σύγκριση προς τον πεπυρωμένον σίδηρο, ο οποίος γίνεται πυρ καίτοι κατά την φύση παραμένει σίδηρος. Ως παράδειγμα οι Πατέρες εκφράζουν για την κατάσταση της τεθεωμένης φύσεως. Σε κάθε πράξη του Χριστού δυνάμεθα να δούμε δύο διακεκριμένας ενέργειας διότι ο Χριστός ενεργεί συμφώνως προς τας δύο Του φύσεις δια των δυο Του φύσεων ως το πεπυρωμένο ξίφος κόπτει και φλέγει συγχρόνως. Έκαστη φύση ενεργεί κατά τας ιδιότητας αύτης, η ανθρώπινη χείρ εγείρει την νεκρή νεαρά κόρη, η θεότης της ανιστά, οι ανθρώπινοι πόδες βαδίζουν εις την επιφάνεια των υδάτων διότι η θεότης τους στερεώνει, ουδέ ζωοποιεί τον Λάζαρον η ανθρώπινη φύση ούτε δακρύει η θεϊκή εξουσία, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Αι δύο θελήσεις αντιστιχούσαι εις τας δύο φύσεις, είναι διάφοροι αλλά εκείνος ο οποίος θέλει είναι ένας έστω και αν επιθυμεί συμφώνως προς εκάστη των δύο φύσεων. Ένα είναι επίσης και το αντικείμενο της θελήσεως, διότι αι δύο θελήσεις είναι ηνωμένοι καθ’όσον η ανθρώπινη θέληση ελευθέρως είναι υποταγμένη εις την θείαν.
Εν τούτοις η ελευθερία αύτη δεν είναι η δική μας ελευθέρα γνώμη ή ιδιότης της εκλογής η οποία προσιδιάζει εις τον άνθρωπον. Πράγματι το θείο πρόσωπον του Λόγου δεν έχει ανάγκη εκλογής για να αποφασίσει ελευθέρως. Η εκλογή είναι εις περιορισμός, ο οποίος χαρακτηρίζει την εξηχρεωμένη ελευθερία ημών. Εάν η ανθρώπινη φύσις του Χριστού ήτο δυνατό να θέλει ανθρωπίνας, το Θείο πρόσωπο Αύτου δεν θα έκανε εκλογή, δεν θα εχρησιμοποιεί το αυτεξούσιο ως οι άνθρωποι. Η θεία θέλησις κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, επέτρεπεν εις την ανθρώπινην θέλησιν να θέλει, να εκδηλώνει πλήρως εκείνο το οποίο είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσεως. Προηγείτο εκάστοτε της ανθρωπίνης θελήσεως κατά τρόπον ώστε η ανθρωπότης του Χριστού ήλθε <<Θεϊκώς>> εν συμφωνία μετά της Θεότητος Του. Υπέφερε εκ πείνας ή δείψας, η ψυχή Του ηγάπα ή ελυπείτο (ως εις τον θάνατον του Λαζάρου) αγανακτεί το ανθρώπινο πνεύμα Του, προσέτρεχε στην προσευχή η οποία είναι η τροφή παντός κτιστού πνεύματος.
7
Οι δύο φυσικές θελήσεις δεν ήρχοντο εις σύγκρουσιν εν τω πρόσωπο του θεανθρώπου. Η προσευχή της Γεσθημανής ήτο μια έκφρασις τρόμου προ του θανάτου, αντίδραση χαρακτηρίζουσα πάσαν ανθρώπινην φύσην. Κυρίως μία φύση άφθορον η οποία δεν επρόκειτο να υποστεί θάνατον. Δια την οποίαν ο θάνατος δεν ηδύνατο να είναι ει μη εν άλγος εκούσιον, αντίθετο προς την φύση, φυσικώς της θείας Αυτού θελησάσης θελήσεως και παραχωρισάσης παρητήσατο τον θάνατον. Ηγωνίασε και εδειλίασε και ότε ήθελεν η θεία Αύτου θέλησης αίρει την ανθρώπινη Αύτου θέλησιν τον θάνατον, εκούσιον το πάθος εγένετο, Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός>>. Επίσης, η τελευταία κραυγή της θανάσιμου αγωνίας του Χριστού επί του Σταυρού ήτο μια εκδήλωση της αληθούς ανθρώπινης φύσεως Του, η οποία υπέμενεν εκουσίως τον θάνατον ως μία τελική απογύμνωσιν ως το αποτέλεσμα της θείας κενώσεως.
Για τον Άγιο Μάξιμο, η θεία ταπείνωση ή κένωση δεν ήτο μία ελλάτωση της θεότητας αλλά μία άφατος συγκατάβαση του Υιού, ο οποίος έλαβε <<μορφήν δούλου>> χωρίς να παύσει ως εκ τούτου να είναι τέλειος Θεός. Δύναμη αυτής της ταπεινώσεως, ο Χριστός, ο νέος Αδάμ, άφθαρτος και αθάνατος κατά την ανθρώπινη φύση Του, η οποία εθεώθει πλήρως, δια της υποστατικής ενώσεως υπετάγει εκουσίως εις όλας τα συνέπειας της αμαρτίας. Έγινεν ο άνθρωπος του Ησαϊου (νγ΄.3) ο <<εν πληγή ων>>. Τοιουτοτρόπως προσέλαβε εις το Θείον Του πρόσωπον όλην την κατάπτωση της φθαρείσης υπό της αμαρτίας της ανθρωπίνης φύσεως, προσαρμοσθείς εις την ιστορική πραγματικότητα εν τη οποία έλαβε χώραν η ενσάρκωσις. Για τον λόγο αυτόν, ο επίγειος βίος του Χριστού υπήρξε μια συνεχή ταπείνωσις.
Η ανθρώπινη Του θέλησις ηρνείτο συνεχώς εκείνο το οποίον ήρμοζε εκ φύσεως εις Αυτόν. Και δεν εδέχετο εκείνο το οποίο ήτο αντίθετο προς την άφθαρτον και θεωθείσα ανθρώπινη φύση. Την πείνα, την δίψα, την κόπωση, την οδύνη, τα πάθη τελικώς τον επί του Σταυρού θανάτου. Δυνάμεθα να πούμε ότι το πρόσωπο του Χριστού προ του τέλους του σωτηρίου Του έργου, προ της αναστάσεως είχε εν τη ανθρώπινη Του φύση και συγχρόνως το φθαρτόν και το παθητόν, το οποίο εκουσίως ανέλαβε, καταστάσεις εις τα οποίας το κενωτικόν Του πρόσωπον υπετάγει και εις τα οποίας η ελευθέρα από της αμαρτίας ανθρώπινη φύσις Του συνεχώς υποτάσετο.
Δια τον λόγο αυτό, ο Άγιος Μάξιμος διακρίνει δύο αναλήψεις της ανθρώπινης φύσεως υπό του Λόγου, την φυσική ανάληψη και την σχετική ή οικονομική ανάληψη. Η πρώτη είναι ούτως ειπείν κεκρυμένη υπό της δευτέρας. Δεν εμφανίζεται ει μη μόνο μία φορά προ του πάθους ότε ο Χριστός εθεάθει υπό των τριών Αποστόλων ως ήτο εν τη Θεωθείσα ανθρώπινη φύση Του, απαστράπτων εν τω φωτί της Θεότητος Του. Το κοντάκιο της Μεταμορφώσεως εκφράζει σαφώς τις δύο όψεις της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού, την φυσική Του κατάσταση και την κατάσταση της εκούσιας υποταγής Του εις τας συνθήκας της έκπτωτου ανθρώπινης φύσεως. <<Επί του όρους μετεμορφώθεις και ως εχώρουν οι Μαθηταί σου, την δόξα σου Χριστέ ο Θεός εθεάσαντο ίνα όταν σε ίδωσι σταυρούμενον το μεν πάθος νοήσωσιν εκούσιον, τω δε κόσμο κηρίξοσιν ότι συ υπάρχεις αληθώς, του Πατρός απαύγασμα>>.
Η εορτή της Μεταμορφώσεως την οποία πού τιμά η Ορθόδοξη Εκκλησία, δύναται να χρησιμοποιηθεί ως κλειδί για την κατανόηση της ανθρώπινης φύσεως του Χριστού εν τη ανατολική παράδοση. Η Ορθόδοξος ανατολική παράδοση ουδέποτε εξετάζει την ανθρώπινη φύση του Χριστού αφαιρούσα την Θεότητα Του, της οποίας παν το πλήρωμα της Θεότητος κατοικεί εν Αυτώ σωματικώς (Κολ.Β9). Θεωθείσα υπό των Θείων Ενεργειών, η ανθρώπινη φύση του Λόγου δεν δύναται να εμφανισθεί εις τα τέκνα Εκκλησίας μετά την Ανάσταση και την Πεντηκοστή ει μη εν αυτή τη δεδοξασμένη όψη, η οποία έμενε κεκρυμμένη από των οφθαλμών των ανθρώπων πριν έλθει η χάρις.
8
Η ανθρώπινη αυτή φύση αποκαλύπτει την Θεότητα η οποία είναι η κοινή δόξα των τριών προσώπων. Η ανθρώπινη φύση του Χριστού θα χρησιμοποιηθεί ως ευκαιρία αποκαλύψεως της Αγίας Τριάδος. Για τον λόγο τούτο τα Θεοφάνεια, εορτή της Βαπτίσεως του Χριστού, κατά την λειτουργικήν παράδοση της ανατολικής Εκκλησίας και Μεταμόρφωσις εορτάζονται τόσο μεγαλοπρεπώς. Διότι εορτάζεται η αποκάλυψις της Αγίας Τριάδος, διότι η φωνή του Πατρός ακούστηκε και το Άγιο Πνεύμα ενεφανίσθει δια πρώτη φορά εν ειδεί περιστεράς και δια δευτέραν ως φωτεινή νεφέλη η οποία επισκίασε τους Αποστόλους.
Η Βασιλική αυτή όψις του Χριστού <<του Ενός της Αγίας Τριάδος>> ο οποίος ήλθε εις τον κόσμο για να νικήσει το θάνατον και να ελευθερώσει τους αιχμαλώτους, αναφέρεται εις την Ορθόδοξον πνευματικότητα όλων των εποχών και όλων των χωρών. Αυτό τούτο το πάθος, αυτός ούτος ο θάνατος επί του Σταυρού και η εν τω μνήματι κατάθεσις θα περιβληθούν θριαμβευτικό χαρακτήρα όπου η θεία μαγαλειότις του Χριστού, τελειούσα το μυστήριο της σωτηρίας ημών θα διαφανεί εις τας εικόνας της κενώσεως και της εγκαταλήψεως. <<Εξέδυσαν με, τα ιμάτια μου και ενέδυσαν με χλαμίδα κόκκινη, έθηκαν επί την καφαλήν μου στέφανον εξ ακάνθων και επί την δεξιάν μου χείρα έδωκεν κάλαμον ίνα συντρίψω αυτούς ως σκεύη κεραμέως>>.
Ο Χριστός περιβεβλημένος ένδυμα χλεύης, εμφανίζεται αίφνης προς το τέλος του ύμνου τούτου ως Βασιλεύς ερχόμενος να κρίνει τον κόσμο. Ο εσχατολογικός Χριστός, ο Χριστός της εσχάτης κρίσεως <<Ο αναβαλλόμενος φως ως ιμάτιο γυμνός εις κρίσιν ίστατο και εν σιαγώνη ράπισμα εδέξατο υπόχειρων ον έπλασε, ο δε παρανομός λαός τω σταυρώ προσήλωσε τον κύριον της δόξης. Τότε το καταπέτασμα του ναού εσχίσθει, ο ήλιος εσκοτίνιασε μη φέρον θεασάσθαι Θεόν υβριζόμενον ον τρέμει τα σύμπαντα>>. Ο Χριστός επί του Σταυρού εμφανίζεται εδώ ως δημιουργός του κόσμου εν μέσω της εμφόβου κτίσεως προ του μυστηρίου του θανάτου Του. Αυτή η ιδέα εκφράζεται στον ύμνο της Μεγάλης Παρασκευής <<Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας, ήλοις προσηλώθει ο Νυμφίος της Εκκλησίας, λόγχη εκεντήθει ο Υιός της Παρθένου, προσκυνούμε Σου τα πάθη Χριστέ.
Δια των γεγονότων του πάθους, η προσδοκία του Πάσχα γίνεται αισθητή όλο και περισσότερο. Η εν τω τάφω ανάπαυσις εις την μυστηριώδη ανάπαυση του Δημιουργού, το έργον της σωτηρίας των ανθρώπων ταυτίζεται με το έργο της δημιουργίας. <<Την σήμερον μυστικώς ο Μέγας Μωϋσής προδιετυπούτο λέγων <<και ευλόγησεν ο Θεός την ημέρα την έβδομην τούτο γαρ εστί το ευλογημένον Σάββατο, αύτη εστί η της καταπαύσεως ημέρα εν η κατέπαυσεν από παντών των έργων αύτου ο μονογενής Υιός του Θεού>>(Δοξαστικό Μ. Σαββάτου). Η Εκκλησία μας παρουσιάζει το μυστήριο το αποκεκρυμένο από των αιώνων εν τω Θεώ. Ας θυμηθούμε τους λόγους του Αγίου Μάξιμου <<ο γνούς σταυρού και ταφής το μυστήριο έγνω των προειρημένων τους λόγους>>.
Ναι μεν αλλά το ανθρώπινο πνεύμα μένει άφωνο προ του μυστηρίου τούτου και η θεολογική σκέψις δεν βρίσκει λόγους για να το εκφράσει. Η αποφατική στάσις αρμόζουσα εις τη θεολογία της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας εκφράζεται με εικόνες τις οποίες οι Έλληνες Πατέρες προβάλουν σε εμάς για να ανυψώσουν το πνεύμα ημών στη θεωρία του από του Χριστού τελειωθέντος έργου, έργου ακατάληπτου ακόμα και στους Αγγέλους κατά τον Απόστολον Παύλο. Τον έργον τούτο καλείται ως επί το πλείστον λύτρωσις, όπερ συνεπάγεται ιδέα πληρωμής χρέους εξαγορά αιχμαλώτων, μια εικόνα δικανικής φύσεως. Η εικόνα του <<Μεσίτου>> ο οποίος συμφιλιώνει τους ανθρώπους με το Θεό δια του Σταυρού επί του οποίου καταργεί την έχθραν. Ο Χριστός ανέλαβε την φύσιν ημών, υπετάγει εκουσίως εις όλας τας συνεπείας της αμαρτίας, ανέλαβε επ’ Αυτού την ευθύνη δια το παράπτωμα ημών, μένοντας συγχρόνως ξένος προς την αμαρτία δια να λύσει την τραγωδία της ανθρώπινης ελευθερίας και να υπερνικήσει το χάσμα μεταξύ Θεού και ανθρώπου.
9
Εισάγων την φύση ημών εν τοις κόλποις Αυτού όπου δεν υπάρχει χώρος δι΄ουδέν χάσμα ή εσωτερικήν σύγκρουσιν. Ο Χριστός θεραπεύει παν ότι ανήκει εις τους ανθρώπους και εν πρώτοις, την θέλησιν η οποία υπήρξε η πηγή της αμαρτίας. Εν τη Αυτού κένωση ο θεάνθρωπος μένει άφθαρτος εν τη φθαρτή πραγματικότητα, εξασθενίζων και αποκενών αυτήν εσωτερικώς δια την αφθάρτου Αυτού θελήσεως. Η εκούσια αυτή ολοκληρωτική κάθοδος εις την έκπτωτον ανθρώπινη φύση επρόκειτο να καταλήξει εις τον επί του Σταυρού θάνατον εις την Άδου κάθοδον. Τοιουτοτρόπως όλη η πραγματικότης της έκπτωτου φύσεως συμπεριλαμβανομένου και του θανάτου. Όλαι αι υπάρχουσαι καταστάσεις αι οποίαι ήσαν αποτέλεσμα της αμαρτίας και ως τοιαύται είχαν τον χαρακτήρα της οδύνης της τιμωρίας, της κατάρας, μετεβλήθησαν υπό του Χριστού εις καταστάσεις σωτηρίας <<Τόπος κρανίου παράδεισος γέγονεν>>. Ο Σταυρός ο οποίος εσήμαινε την ύστατην κατάπτωσιν, γίνεται αδιάσειστον θεμέλιον του σύμπαντος <<ο ζωηφόρος Σταυρός ο των πιστών στήριγμα το της Εκκλησίας περιτείχισμα>> <<Βασιλέων κρατέωμα, σθένος, δικαίον, ιερέων ευπρέπεια>>.
Κατά τον Άγιον Μάξιμο, το έργο της σωτηρίας περιλαμβάνει τρείς βαθμίδας τας οποίας ο Χριστός αποκατέστησε διαδοχικώς εν τη φύση, το είναι, το ευ είναι, το αεί είναι. Η πρώτη επετεύχθει δια της ενσαρκώσεως, η δεύτερα δια της αφθάρτου θελήσεως εν τη επίγεια ζωή, η οποία κατέλειξε εις τον Σταυρό, η τρίτη δια της αφθαρσίας της φύσεως φανερωθήσης εν τη Αναστάση. Ας επανέλθουμε εκ νέου εις το χωρίο του Αγίου Μαξίμου, εις το οποίον λέγει <<ο γνούς σταυρού και ταφής το μυστήριον έγνω των προειρημένων τους λόγους οδε της αναστάσεως μυειθείς την απόρριτον δύναμιν, έγνω τον εφ’ ωτα τα πάντα προηγούμενος ο Θεός υπεστήσατο σκοπόν>>.
Οι Πατέρες των Χριστολογικών αιώνων διατυπούντες το δόγμα περί του θεανθρώπου Χριστού ουδέποτε ελησμόνησαν το θέμα της μετά του Θεού ενώσεως ημών. Τα συνήθη επιχειρήματα τα οποία επικαλούνται κατά των ετερόδοξων δογμάτων αναφέρονται κυρίως εις την πλήρη ένωση, θέωση ημών, η οποία καθίσταται αδύνατος εάν χωρίσουμε τας δύο φύσεις του Χριστού. Η ανθρώπινη Του φύσις αναλαμβανόμενη εξ ολοκλήρου υπό του θείου προσώπου είναι εκείνη η οποία θεούται εν Χριστώ. Εκείνο το οποίο πρέπει να θεωθεί εν ημίν είναι ολόκληρως η φύσις ημών ανήκουσα εις το πρόσωπο ημών το οποίο οφείλει να έλθει εις ένωση μετά του Θεού.
Να γίνει κτιστόν πρόσωπον με δύο φύσεις, ανθρώπινη φύση, τεθεωμένην και φύσιν ή μάλλον ενέργεια θείαν θεούσα. Το τελειοθέν υπό του Χριστού έργον αναφέρεται εις την φύσιν ημών η οποία δεν είναι πλέον κεχωρισμένη από του Θεού εξαιτίας του παραπτώματος. Πρόκειται περί μιας καινής φύσεως, μιας καινής κτίσεως εμφανιζόμενη εις τον κόσμο περί ενός καινού σώματος, αγνού από πάσης προσβολής αμαρτίας, ελευθέρου πάσης εξωτερικής ανάγκης.
Κεχωρισμένου της ημετέρας φθοράς, πάσης ξένης θελήσεως δια του πολύτιμου αίματος του Χριστού, είναι η Εκκλησία κέντρο καθαρόν και άφθαρτον όπου επιτυγχάνουμε την μετά του Θεού ένωση, είναι επίσης η φύσις ημών ως ενσωματωμένη εν τη Εκκλησία δια του βαπτίσματος και αποτελούσα μέλος του σώματος του Χριστού. Η Εκκλησία είναι ήδη το σώμα του Χριστού αλλά δεν είναι ακόμη <<το πλήρωμα του τα πάντα εν πάση πληρουμένου>> (Εφ. Α23). Το έργον του Χριστού ετελείωσε τώρα δύναται να συντελεσθεί το έργον του Αγίου Πνεύματος.
Δόξα Πατρί τω μη γεννηθέντι. Δόξα Υιό τω γεγενημένω.


Σχόλια