Η ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (ΚΕΙΜΕΝΟ 8)
- vlaxosalexandros20

- 8 Ιουν 2021
- διαβάστηκε 11 λεπτά

1
Δέσποτα Κύριε Θεέ, ο Πατήρ και ο Υιός και το Άγιον πνεύμα δεήσεσιν, Αγγέλων πάντων και αρχαγγέλων σου, Αρχών τε και εξουσιών, Θρόνων και Δυνάμεων, Κυριοτήτων σεπτών Χερουβείμ και Σεραφείμ σκέπε σώζε με.
Τίποτα το στατικό δεν υπάρχει στη Θεία Λειτουργία, τίποτε το μεμονωμένο. Τα πάντα ζουν, κινούνται αρμονισμένα μέσα στο όλον.
Όλα γνωρίζονται, αποκαλύπτεται η φύση και ο λόγος της υπάρξεως τους μέσα στη <<λογική λατρεία>> τη Λειτουργία του Λόγου <<δι ου τα πάντα εγένετο>> και ενώ μιλούμε για όλα, τα βλέπουμε όλα. Τα πάντα γίνονται οικεία, τίποτε δεν είναι ξένο, ουσιαστικά πρόκειται περί ενός. Είναι η ευλογημένη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος που προσδέχεται και αγιάζει τη δημιουργία. Είναι η άκτιστη χάρη της Αγίας Τριάδος που καινίζει την κτίση. Με τη δοξολογική εκφώνηση της Τρισαγίου Βασιλείας, αρχίζει η Θεία Λειτουργία. Στη συνέχεια μόνο αυτή ζητούμε <<Ελθέτω η χάρις, παρελθέτω ο κόσμος>>.
Σ’ αυτήν προσφέρονται οι πιστοί κατά πάντα και δια πάντα. Και γίνεται η Θεία Λειτουργία ο Θεολογικός τόπος όπου τα πάντα συναντώνται. Έξω από τη θέρμη της τα πάντα είναι αγνώριστα, παγερά και μεμονωμένα. Εδώ μέσα βρισκόμενα περιχωρούνται, διακονούν λειτουργικά. Η ενότις της πίστεως παρουσιάζεται με το πώς το κάθε τι ζωογονείται, μεταμορφώνεται, αφθαρτίζεται από την άκτιστη τριαδική χάρη. Έτσι αναδεικνύεται η βασική ενότις αρχικής καταγωγής, σημερινής οργανώσεως και εσχατολογικής εντελέχιας των πάντων που είναι ο Θεός ως αιτία και τέλος πάντων. <<Σοι ενί πάντα μένει, σοι δ’ αθρόα πάντα θοάζει και πάντων τέλος εσύ>> (Γρηγόριος Θεολόγος P.G. 37- 508).
Και διαβεβαιώνει η πείρα της λειτουργικής ζωής <<είδομεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν πνεύμα επ’ ουράνιον>> (Αντανακλώμενον απ’ όλο το μεταμορφωμένο κόσμο). Ο κατά φύση κόσμος μέσα στον οποίο ζει ο άνθρωπος ως θεανθρώπινη πραγματικότις, είναι ο λειτουργικός. Δεν είναι ούτε η ιστορία σαν χρόνος, ούτε η δημιουργία σα χώρος, ούτε η λογική του πεπτοκοτός ανθρώπου, ούτε η τέχνη του παραπαύοντος ατόμου.
Μέσα στη Θεία Λειτουργία, όλα υπάρχουν αλλοιωμένα την καλή αλλοίωση. Δοκιμασμένα, συντετριμμένα, ανορθωμένα, σταυροαναστάσιμα.
Όλος ο κόσμος της Εκκλησίας, η καινή κτίση είναι θεανθρωπία. Ατρέπτως, αναλλοίωτως και ασυγχύτως ενώνεται ο κτιστός κόσμος με την άκτιστη χάρη και δεν καταργείται, δεν κατακαίεται. Αλλά μεταμορφώνεται και αφθαρτοποιείται. <<Όλος γαρ ο νοητός κόσμος, όλο το αισθητός μυστικώς τοις συμβολικής είδεσι τυπούμενος φαίνεται τοις όραν δυναμένοις και όλος όλο το νοητό ο αισθητός γνωστικός κατά νουν τοις λόγοις απλούμενος ενυπάρχων εστίν>> (Άγιος Μάξιμος P.G. 91,669).
2
Όταν ο θεατής της Αποκαλύψεως γράφει <<Εγώ Ιωάννης και αδελφός ημών, εγενόμην εν πνεύματι εν τη Κυριακή ημέρα.. και είδον ουρανόν καινόν και γην καινήν>> είναι σαν να μας λέει Εγώ ο αδελφός υμών Ιωάννης, Λειτουργήθηκα. Η Λειτουργία μας φέρνει στο ανοιχτό παράθυρο της αποκαλύψεως της αφθαρσίας.
Μας δίδει τη δυνατότητα να αναπνεύσωμε καθαρό αέρα που ζωογονεί τα σπλάχνα μας. Μέσα στη Θεία Λειτουργία έχουμε αυτό το γεγονός και την εμπειρία. Τα πάντα γίνονται καινά με τη χάρη και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος. Δεν είναι ο ήλιος που απλώς φωτίζει την γη, ούτε η φαντασία που ανοίγει τον ουρανό – ουρανός και γη παρελεύσονται>> (Ματθ. 24-35) – αλλά η παρουσία του Θεού που καινίζει, αφθαρτίζει, ενοποιεί γη και ουρανό <<και η πόλις ου χρείαν έχει του ηλίου>> (Αποκ. 21-23). Τη λειτουργική πραγματικότητα δεν την καταυγάζει φωτισμός που πρόκειται να παρέλθει <<Ουδέν γαρ φαινόμενον αγαθόν>>. Η αόρατη παρουσία του Κυρίου φωτίζει και αποκαλύπτει τα πάντα.
Η Λειτουργία της Αγίας Τραπέζης φτιάχνει, ρυθμίζει και αποτελεί τα πάντα εν πάσι. Το θαυμαστό και μεγάλο είναι ότι το λειτουργικό πνεύμα, ενσαρκώνεται στη ζωή μας. Η λειτουργία της θυσίας του Χριστού που Ιερουργείται πάνω στην Αγία Τράπεζα αποτελεί την καρδιά της ζωής και της αυτοσυνειδησίας μας. Αυτή θερμαίνει και συγκροτεί τη ζωή μας.
Συνεχεί το πρόσωπο του καθενός και τη λειτουργική μας κοινότητα. Συνθέτει και συγκρατεί τα πάντα εντός μας και γύρω μας. Ενσαρκώνει και φέρνει κοντά μας και γύρω μας. Ενσαρκώνει και φέρνει κοντά και μέσα μας, ενσυνείδητα και απτά, τα αόρατα και άκτιστα. Μεταμορφώνει και αγιάζει τα αόρατα και ασήμαντα. Ζούμε την ασύγχυτη περιχώρηση του άκτιστου και κτιστού. Της ζωής και του θανάτου. Της κινήσεως και της στάσεως. Του μυστηρίου και της λογικής. Του θαύματος και του νόμου, της ελευθερίας και της φύσεως.
Τα αόρατα αοράτως ορώνται. Τα ανείπωτα αρρήτως εκφράζονται. Τα απρόσιτα, τα πέραν και επέκεινα σκηνώνουν εν ημίν και μεις είμαστε κάτι ελάχιστο (ανύπαρκτο) που χωρεί κάτι το απεριόριστο και ανέφικτο και όσο προχωρεί κανείς εκούσια στη σμίκρυνση και εξαφάνιση της μικρότητος, τόσο και η απρόσιτη δόξα λάμπει, ουσιοποιεί και εξάγει από το μη ον στο φως ατελείωτες νέες δημιουργίες και χάρες.
Δεν ξέρει στο τέλος κανείς αν τα αόρατα είναι πιο αισθητά από τα κτιστά ή αν τα δεύτερα πιο άγια από τα πρώτα. Τα πάντα υπάρχουν και αξίζουν γιατί το Πνεύμα το Άγιο τα καταλάμπει. Και η ζωή μας όλη έχει μόνο τότε νόημα, όταν καταλάμπεται από το φως της τριαδικής αγάπης και χάριτος.
Η ζωή του καθενός σώζει την ελευθερία της αν αυτή έχει παραδοθεί στην τριαδική Ιερουργία. Δεν αποσυντίθεται στον ανήλιο χώρο του μικρού, όταν διαστέλλεται από το τάνυσμα στο σταυρό της θυσίας που αποκαλύπτει η Αγία Τράπεζα. Η ζωή τότε μας παρηγορεί όταν βασανίζεται από το πνεύμα της ελευθερίας που όπου θέλει πνεί. Υπάρχομαι διαστελλόμενοι ακατάπαυστα από την αιώνια ζωή όταν παραδώσουμε τα όπλα της δειλίας μας (δηλαδή του ιδίου θελήματος) και αφήσωμε στη Βουλή του ενσαρκωθέντος Θεού την τύχη μας ολόκληρη <<την ζωήν ημών άπασαν και την ελπίδα>>.
3
Η ζωή που δεν έχει τις άπειρες τις απεριόριστες διαστάσεις του Θανάτου, είναι νεκρά. Γι’ αυτό η ζωή που είναι κραταιά ως ο θάνατος έχει σαν πύλη της το θάνατο του κάθε φθαρτού, την απώλεια της ίδιας της ψυχής μας, για να τη βρούμε σε χώρο ανοιχτό και απέραντο, απελεύθερο από κάθε στένωση και άγχος. Γι’ αυτό έχοντας σύντροφο, σύζυγο στο θάνατο, συνωσιούμεθα με τη ζωή. Όποιος δεν έχει τα πάντα, δεν έχει τίποτα γιατί και το ένα το ελάχιστο να πεις ότι έχεις αληθινά, τούτο σημαίνει πως τα έχεις όλα. Γιατί εν τη χάριτι τη Αγία (εν τη οποία υπάρχουν και παίρνουν νόημα τα πάντα) τα πάντα συνυπάρχουν, αντικατοπτρίζονται και ανακεφαλαιώνονται εν ενί έκαστω. Αλλά ποτέ δεν αποκτάς τα πάντα (δηλαδή ένα πράγμα αληθινά), αν δεν θυσιάσεις τα πάντα γι’ Αυτόν δεν έχεις τίποτα. Βάλε τα πάντα να δοκιμαστούν μέσα στο πυρ της Θείας Λειτουργίας. Ότι μείνει θα τα έχει όλα δυναμικά, με τρόπο ασύλληπτο από τη φθορά.
<<Παντί τω έχοντι δοθήσεται από δε του μη έχοντος και ο έχει αρθήσεται απ’ αυτού>> (Λουκ. 19,26). Πνεύματι Αγίω και πυρί βαπτίζει η Θεία Λειτουργία τον άνθρωπο, τη φύση, το χρόνο. Και βγαίνουν οι Άγιοι, ο Παράδεισος, η αιωνιότις.
Τα πάντα γυμνά δοκιμάζονται μέσα στο πυράκτωμα της παρατεταμένης Πεντηκοστής και δροσίζεται αψευδώς. Ένα μας ενδιαφέρει, Αυτός να κάμει ότι θέλει. Να γίνει το Θέλημα Του. Και αυτό είναι ατελεύτητος Παράδεισος για τον άνθρωπο.
Δεν θέλω, δεν επιθυμώ να ζήσω πολύ. Θέλω να ζήσω με Σένα. Το πολύ, το ζωντανό και ατελείωτο είσαι εσύ. Έλα και κάμε το Θέλημα Σου σε μένα.
Έλα όπως θέλεις και όταν κρίνεις.
Έλα σαν αύρα, σαν ευλογία αν το νομίζεις σωστό.
Έλα σαν κεραυνός δοκιμασίας και κατασκάψε μου το είναι, αν νομίζεις ότι έτσι πρέπει.
Ξέρω ότι αυτό που θα ακολουθήσει την επίσκεψη Σου, μ’ οποιονδήποτε τρόπο κι αν έλθεις, θα είναι αυτό το βαθύτατο που επιθυμώ και δεν μπορώ να το εκφράσω και δεν μπορώ να το βρω πουθενά έξω από Σένα. Γι’ αυτό εσένα ζητώ και περιμένω.
Έχω απογοητευθεί από τον εαυτό μου. Μόνο Εσύ μένεις και έρχομαι προς Σε τον Ιατρό, το φωτισμό και τον αγιασμό των ψυχών και των σωμάτων. Έρχομαι άρρωστος, όπως είμαι και εγκαταλείπω σε Σένα τη ζωή μου και κάθε ελπίδα.
Η Θεία Λειτουργία δεν είναι μάζεμα ανθρώπων σ’ ένα στενό πρόγραμμα, σχέδιο, αντίληψη, απασχόληση ή αποστολή. Η Θεία Λειτουργία είναι ελευθερία του ανθρώπου <<ή Χριστός ημάς ηλευθέρωσεν>> (Γαλ.5,1). Γι αυτό παρακαλούμε το θέλημα του Θεού να γίνει στη ζωή του καθενός, έστω και αν αυτό είναι αντίθετο από αυτό που εμείς θέλουμε. Ζητάμε το Χριστό να έχει ο καθένας συνοδοιπόρο, σύμπλοο, <<συγκοιταζόμενον και συνανιστάμενον καταγλυκαίνοντα τη ζωή του>> (ευχή του Μεγάλου Σχήματος) και αυτός ο γλυκασμός της κοινωνίας της ζωής εν Χριστώ μας συγκεντρώνει, μας ενώνει εν υπερώο τόπω. Αποτελεί το χώρο και τον τρόπο και το σχέδιο της ζωής μας. Αυτό που θέλει η Θεία Λειτουργία δεν είναι να ανακόψει τα σχέδια, τις ελπίδες και τη ζωή μας αλλά να τα επικυρώσει, να τα ενισχύσει, να τα ευλογήσει και γι’ αυτό παρακαλεί.
<<Τοις πλέουσι σύμπλευσον,
τοις οδοιπόρουσι συνόδευσον,
τοις νοσούντας ίασε,
ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών>>.
4
Είμαστε με τους αδελφούς μας εν Χριστώ, όχι με το να είμαστε στριμωγμένοι κάπου, αλλά με το να χαιρόμαστε εν Χριστώ Ιησού τη ζωή μας. <<Εν πάσι τόπο της δεσποτείας Αυτού>>.
Καταργούνται οι αποστάσεις, ο Ιερεύς μυστικώς παρακαλεί <<Βασιλεύ αόρατε.. επίδε επί τοις υποκεκλικότας Σοι τας εαυτού κεφαλάς>>. Ο χώρος είναι η οικουμένη, σαν να ‘ναι μέσα στον ναό με σκυμμένο κεφάλι αυτοί που ποντοπορούν, οδοιπορούν, αλγούν. Δεν μιλά για τους λίγους του παρόντες αισθητά, μα για όλους τους απανταχού <<Τους κοσμικώς διεσπαρμένους ομοχώρους ποιεί>> το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας.
Έτσι, όταν ο Ιερεύς δέεται υπέρ των <<μετά πίστεως ευλαβείας και φόβου Θεού εισιόντων εν τω αγίω οίκω τούτω>> είναι σαν να προσεύχεται <<υπέρ της οικουμένης, υπέρ πάσης πόλεως και χώρας και των πίστη οικούντων εν αυτοίς>> <<ότι του αισθητού κόσμου εστίν εικών η Αγία του Θεού Εκκλησία ως ουρανόν μεν το Θείον Ιερατείον έχουσα, γην δε τη ευπρέπειαν του ναού κεκτημένη καθώς και την προσωπική ευπρέπεια και παρρησία έκαστου εκ των παρευρισκομένων (Μυσταγωγία Αγίου Μαξίμου P.G. 91-672A).
Η Θεία Λειτουργία από την αρχή με τη δοξολογία της Βασιλείας της Τρισυπόστατου Θεότητος, με την αίτηση υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ανοίγει τους ορίζοντες και τα ενδιαφέροντα του πιστού.
Μόνο έτσι, φροντίζοντας ο πιστός για όλα, για τα μεγάλα, τα παγκόσμια, τα καθολικά, λατρεύοντας Αυτόν που εκ του μη όντος μας δημιούργησε και ενθυμούμενος τη Δευτέρα παρουσία Του, τακτοποιεί τα θέματα του, τα συγκεκριμένα, τα προσωπικά, τα μικρά τα εν χρόνω και τόπω.
Ο κάθε άνθρωπος έχει τέτοια καταγωγή και προορισμό που δεν μπορεί αλλού να βρει τον εαυτό του και τη σωτηρία του. Παρά μέσα στην ειρήνη του σύμπαντος κόσμου και τη σωτηρία των ψυχών όλων των αδελφών του, για τα οποία παρακαλεί η Θεία Λειτουργία. Και συγχρόνως δεν μπορεί να κάνει κανείς κάτι σωστό, να πει κάτι αληθινό για τα μεγάλα και καθολικά προβλήματα και αιτήματα του σύμπαντος κόσμου. Δεν μπορεί να αγαπήσει, αν δεν έχει τακτοποιήσει τον εαυτό του, αν δεν έχει βαπτισθεί, λειτουργηθεί και ισορροπήσει προσωπικά με την επώδυνη μετάνοια.
Τα Χερουβείμ, ταυτιζόμαστε με αυτά, είμαστε <<μυστικώς>>, δηλαδή εσωτερικά, λειτουργικά, άρα αληθινά Χερουβείμ. Η εικόνα του Θεού που βρίσκεται στη βάση της φύσεως του ανθρώπου, τον ανεβάζει στην κατά χάρη Θέωση. Ο Υιός του Θεού που είναι η τέλεια Εικόνα του Πατρός, είναι ομοούσιος μ’ Αυτόν.
Η εικόνα για την Ορθοδοξία είναι ασύγχητη ταύτιση. Ο <<εικονισμός>> και το <<εικονίζω>> αναφέρονται στην πιο βαθειά σχέση των προσώπων και των πραγμάτων. Και στο μεγαλύτερο σεβασμό των ιδιαίτερων προσωπικών ιδιοτήτων <<Και τη ζωοποιώ Τριάδι τον τρισάγιον ύμνον προσάδοντες>>. Προσάδομε τον τρισάγιο Ύμνο Ιερουργούντες το μυστήριο. Και η Ιερουργία μόνη αναδίδει τον ύμνον. Ο ύμνος ο τρισάγιος είναι λόγος εκ της σιγής της πράξεως προελθών, γι’ αυτό είναι επινίκιος, ασίγητος και ανάκουστος.
5
<<Πάσαν την βιοτικήν αποθώμεθα μέριμνα>>. Αποτίθεται κάθε μέριμνα. Απωθείται, εγκαταλείπεται <<ως τον Βασιλέα των όλων υποδεξάμενοι>>. Ο Βασιλέας αυτός είναι ο πάντοτε ερχόμενος, είναι πάντοτε απωθημένη η μέριμνα. Είναι παντού απλωμένη η Θεία Λειτουργία, είναι όλη μας η ζωή Λειτουργημένη, κεκλιμένη στους γάμους του Αρνίου, η <<μέριμνα ή αμέριμνος>>, η ψυχή και το σώμα, η ζωή και η τελευτή μας, ο νυν και ο μέλλον αιών. Η μέριμνα είναι σύγχυσις, είναι Βαβέλ, είναι πύρινος Μολώχ που κατακαίει τον άνθρωπο σώματι και πνεύματι.
Ο Βασιλεύς των όλων είναι ο πάντοτε ερχόμενος και αναγεννών. Η συνάντηση του μέσα στον τρισάγιο ύμνο και τον εικονισμό των Χερουβείμ, ήδη φέρνει τον άνθρωπο στην εσχατολογική ελευθερία και του χαρίζει τα πάντα ξένως και αναφαιρέτως.
Τα στοιχεία του κόσμου ριζηδών παρέρχονται <<θέλει δε έλθει η ημέρα του Κυρίου ως κλέπτης εν νυκτί καθ’ ην οι ουρανοί θέλουσι παρέλθει με συριγμόν, τα στοιχεία δε πυρακτούμενα θέλουσι διαλυθεί και η γη και τα εν αυτή έργα θέλουσι κατακαεί>> (Β. Πέτρου 3.10).
Και τα πάντα ενδύονται το φως και την ύπαρξη ως ιμάτιον. Υπάρχουν, ουσιούντες. Εικονίζοντες τα Χερουβείμ μέσα στην Ιερουργική υμνωδία του τρισαγίου ύμνου αναγόμεθα (είτε εν σώματι είτε εκτός του σώματος ουκ οίδαμεν ο Θεό είδεν) εις τον ουρανόν. Και προσάδομεν μετά των μακαρίων Δυνάμεων τον επινίκιον ύμνον, όντος εκεί πάνω από χώρο και χρόνο μπαίνουμε στην εσχατολογία. Αρχίζει η υποδοχή του Κυρίου <<ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενου τάξεσιν>>. Έτσι ο λειτουργημένος, ο αναληφθείς (εις τον ουρανόν ανήγαγε) αποκτά νέες αισθήσεις, βλέπει την ιστορία όχι από την απατηλή πλευρά που είναι το κτιστό και παρερχόμενο, αλλά από την αληθινή αιώνια και φωτεινή πλευρά που είναι ο μέλλον αιών. Και τότε χαίρεται και τούτο τον κόσμο, γιατί ζει ο πιστός τη σχέση που τούτος έχει με εκείνον τον αιώνιο και ακατάλυτο.
Έχει μια τριαδική οργάνωση και αρμονία, η κτίση ολόκληρη στα σπλάχνα της, ο τρισάγιος ύμνος από την <<κοινωνία των Αγίων>>, την Εκκλησία. Και ο τρισάγιος ύμνος αδόμενος Ιερουργικά μέσα στη Θεία Λειτουργία νικά το θόρυβο και κάνει τα πάντα να λειτουργούν, να συνάδουν εν απολύτω σιγή και κατάπαυση τη του μέλλοντος αιώνος. Πράγμα που δείχνει ότι ήδη έχουμε δεχθεί τον αρραβώνα της μελλούσης ζωής και Βασιλείας.
Το μόνον ορεκτόν και παραπαντός μετεχόμενον και εν τη μετουσία των μετεχόντων ουκ ελαττούμενον. Τούτο εστί αληθώς το όντως ον και η τούτου κατανόησις η της αληθείας γνώσις εστί (Γρηγόριος Νύσσης).
6
Η τριαδικής αγάπη διαστέλλει το χώρο σε παράδεισο. Παράδεισο ελευθερίας, απαλλαγμένο από φόβο, μέριμνα και μίσος. Καταργείται η αδιαφάνεια. Τα πάντα λάμπουν ως κρύσταλλος. Καταργείται το αδιαχώρητο. Οι πάντες χωρούν άνετα <<Γέγονε ως επέταξας και ιδού τόπος εστί>> (Λουκ. 14-22). Κάθε μια νέα παρουσία δεν είναι στρίμωγμα, κέντημα, καχυποψία, αλλά έβρεση, παροχή νέου χώρου και χαράς <<χαρά ότι εγενήθη άνθρωπος εις τον κόσμο>> (Ιωάν. 16,21).
Γιατί δεν έχουμε συνωστισμό όχλου, αλλά περιχώρηση αγαπώμενον πρόσωπον. Οι πάντες βρίσκονται μέσα στους πάντες και οι πάντες εντός του. <<Ακραία αντίθεση σ’ αυτό η υποδοχή του Ιησού από τον Ηρώδη με τη σφαγή των νηπίων. Αλήθεια είναι αυτή που γευόμαστε στη Θεία Λειτουργική πείρα και κοινωνία. Και τη γευόμαστε με την ψυχή και σώμα με αίσθηση και με γεύση. Είναι ο Κύριος ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέ ποτέ δαπανώμενος αλλά τους μετέχοντας αγιάζων. Αυτός είναι <<ο ουράνιος άρτος, η τροφή του παντός κόσμου>>.
Αυτή είναι η μόνη ελπίδα που τον σώζει. Αυτή είναι η μόνη χαρά που φωτίζει όλο του το βάθος και το πλάτος. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος ζωής που φέρνει τον άνθρωπο στην ακατάπαυστη ανανέωση και Θέωση.
Κάτι που δεν τρέφει όλους, κάτι που δεν είναι χαρά όλων <<παντί το λαώ>> δεν είναι ούτε δική μας. Μια δική μας χαρά και η πιο μεγάλη όταν δεν είναι χαρά τροφή και ανακούφιση για όλους, δεν είναι και για εμάς, είναι άρνηση και σαράκι. Αν η χαρά μας μελιζόμενη διαιρείται ή εσθιόμενη δαπανάται είναι κόλαση. Άφησε την και αναζήτησε κάτι άλλο. Γιατί αντί να θρέψει τον μέσα και αληθινό σου άνθρωπο, θα σε δαπανήσει μάταια και αναπόφευκτα. Θα σε διαβρώσει, θα σε καταφάει.
Μέσα στην Θεία Λειτουργία βρίσκομαι την τροφή, τη ζωή και τη χαρά που μοιράζεται κομμένη και δεν διαιρείται, αλλά ενώνει, που μετέχεται, τρώγεται και δεν δαπανάται αλλά ενσωματώνει και αγιάζει. Αυτό ο οργανικός μας δεσμός μ’ όλους τους άλλους γίνεται αντιληπτός σαν μέγα προσόν και βεβαίωση της καθολικής, προσωπικής σωτηρίας του ανθρώπου. Αυτό τελεσιουργείται μέσα στην Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία και ολοφάνερα αποκαλύπτεται ως δωρεά και αντικατάπεμψη της Θείας Χάριτος.
7
Όποιος δεν αγαπά, αρνείται τη φύση του. Καταστρέφει την αίσθηση και δυνατότητα για τη γνώση που είναι αιωνιότις. Όποιος δεν βλέπει τον εαυτό του να αυξάνει όταν ελαττούνται και χάνεται για τον άλλο, βασανίζεται. Καταδικάζει τον εαυτό του σε κάτεργα απάνθρωπα. Μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι διαφορετικά. Μαθένομαι να αγαπάμε. Δεν είσαι μεμονωμένος και χωρισμένος από τους άλλους και τα άλλα. Δεν κλείνεσαι στη φυλακή του χώρου. Δεν ασφυκτιάς στην καταδίκη του χρόνου. Η ζωή σου δεν είναι ένα ποτήρι νερό που αν το πιείς μένεις το ίδιο διψασμένος όπως πριν. Και αν δεν το πιείς θα σαπίσει μπροστά στα μάτια σου.
Δεν είσαι ένα τμήμα μηχανικό ενός απέραντου σύμπαντος, ούτε άτομο μέσα σε ανώνυμο πλήθος. Ο Αρχηγός της ζωής συνέτριψε τα κλείθρα του μηχανικώς υπάρχειν. Είσαι οργανικό μέλος ενός Θεανθρώπινου μυστηρίου. Έχεις μια διακονία συγκεκριμένη, μικρή ελάχιστη, που σε κάνει κοινωνό του όλου. Μέσα στον είναι, το χαρακτήρα σου ανακεφαλαιώνεται και ενεργείται το μυστήριο της ζωής. Είσαι Εικόνα του Θεού. Δεν αξίζεις για αυτό που έχεις αλλά γι’ αυτό που είσαι. Και είσαι αδελφός του Υιού. Έτσι όλοι μπαίνουμε στο πανηγύρι των πρωτότοκων.
Γνωρίζεις των επί πάντων Θεό στην ίδια την υφή του προσώπου σου, στη διάρθρωση του είναι σου. Τον βλέπεις να εμπεριπατεί και διακρίνεις τα ίχνη του μέσα στην ακόρεστη δίψα σου για ζωή και την αγάπη σου. Ο αγώνας να τον φτάσεις, είναι η ίδια η όραση του προσώπου Του. Είναι η στοιχείωση του είναι σου.
Δόξα σοι τω χρυσαυγίζοντι εν Θεότητι μία. Δόξα σοι τω καταυγάζοντι των αγγέλων τας μορφάς.
Η Συνέχεια στο επόμενο.


Σχόλια