top of page
Αναζήτηση

Η ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ (ΚΕΙΜΕΝΟ 7)

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 2 Ιουν 2021
  • διαβάστηκε 10 λεπτά

ree

1


Άναρχε άχρονε Τριάς Αποστόλων σου Αγίων εντεύξεσι, Πατριαρχών, Προφητών, Μαρτύρων, Οσίων, Ιεραρχών, Δικαίων, Ομολογιτών και πάντων των Αγίων σου πρεσβείες ρύσαι ημάς και δαιμόνων και άτοπων ανθρώπων βουλής.


Κοινή Βουλή ενέργεια και ευδοκία σαρκούται ο Λόγος <<Προς εαυτήν ή της Τριάδος ενότης, ει θέμις ειπείν Εκκλησιάσασα τω ενιαίο της γνώμης βουλήματι την ανάπλασιν του συντριβέντος διατίθετο πλάσματος>> (Μ. Φώτιος Ομιλία 9η).


<<Ου γαρ ηγνόει του Υιού την σάρκωσιν ο Πατήρ ή το Πνεύμα το Άγιον ότι εν όλω τω Υιώ το μυστήριον αυτουργούντι της ημών σωτηρίας δια σαρκώσεως, όλος κατ’ ουσίαν ο Πατήρ ου σαρκούμενος αλλ’ ευδοκών του Υιού την σάρκωσιν και όλον εν όλω τω Υιώ το Πνεύμα το Άγιον κατ’ ουσίαν υπήρχεν ού σαρκούμενον αλλά συνεργούν τω Υιώ την δι ημάς απόρρητον σάρκωσιν>> (Άγιος Μάξιμος P.G. 90-624).


Τίποτε δεν πράττεται στην Αγία Τριάδα άνευ του <<Εκκλησιασμού>> των Τριών Προσώπων. Και τίποτε δεν πράττεται στην Εκκλησία άνευ της συναινέσεως όλου του πληρώματος Της.

Άνευ της συγκαταθέσεως της Εκκλησιαστικής Τριαδικής συγκαταθέσεως της Εκκλησιαστικής Τριαδικής συνειδήσεως. Γι’ αυτό συνιστά ο Άγιος Ιγνάτιος στους Μαγνησιείς <<Ώσπερ ο Κύριος άνευ του Πατρός ουδέν εποίησεν… ούτως μηδέ ημείς άνευ επισκόπου και των πρεσβυτέρων μηδέν πράττεται>>.


Ωραία και σωστά τα λόγια του Αγίου. (Στις περιπτώσεις που ο Επίσκοπος ή οι Πρεσβύτεροι δεν κάνουν υπακοή στην Εκκλησία, τότε τι γίνεται; (Ο λαός οφείλει, είναι υποχρεωμένος να αντιδράσει. Στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε στη συνέχεια στο κεφάλαιο περί Ιεραρχίας).

Με τις φτωχές γνώσεις που διαθέτω, επιχείρησα να παρουσιάσω πως ενεργεί ο Κύριος μας και Θεός μας με τη σύμπραξη του Αγίου Πνεύματος για την προσωπική τους σχέση με εμάς. Οι Θείες Ενέργειες ενεργούν ακατάπαυστα άσχετα αν εμείς δεν τις αντιλαμβανόμαστε. Λειτουργούν όπως τα ραδιοκύματα που ενώ μας περιβάλλουν, αν δεν ανοίξουμε το ραδιόφωνο δεν τα αντιλαμβανόμαστε.


2


Κάπως έτσι λειτουργούν οι Θείες Ενέργειες επιμένοντας να μπουν και να κατοικήσουν στην καρδιά μας. Αν δεν τους ανοίξουμε την πόρτα να μπουν μέσα, δεν μπορούμε να τις αντιληφθούμε. Όλα όσα έχουμε προαναφέρει στα κεφάλαια περί Εκκλησίας συγκεφαλαιώνονται στη Θεία Λειτουργία για την οποία θα επιχειρήσω να παρουσιάσω στη συνέχεια. Το πιο βασικό από αυτά που πρέπει να κάνουμε για να αντιληφθούμε τα όσα γίνονται σε πνευματικούς χώρους για εμάς, είναι να έχουμε συνείδηση ότι ο Κύριος μας και Θεός μας καθώς και το Άγιο Πνεύμα είναι ενώπιον μας ως πρόσωπα και μιλάμε πρόσωπο με πρόσωπο <<Μη τύπος αλλά πράγμα θυσίας η τελετή>> Καβάσιλας.


Φθάνοντας στην Αγία αναφορά δια της Θείας Λειτουργίας, γίνεται μια καθολική δοξολογία. <<Άξιον και δίκαιον Σε υμνείν, Σε ευλογείν, Σε αινείν, Σοι ευχαριστείν, Σε προσκυνείν>>. Μέσα στον αίνο τούτο και την ευχαριστία γνωρίζομαι τη Θεολογία, αποκαλύπτεται η κοσμογονία. Τίποτε δικό μας δεν έχουμε. Αυτός μας δημιούργησε εκ του μη όντος.


Παραπεσόντας μας ανέστησε, έκαμε τα πάντα μέχρις ότου μας χάρισε τη μέλλουσα Βασιλεία Του. Αυτή η αίσθηση της ευγνωμοσύνης και η δοξολογία υπέρ πάντων των ίσμεν και ων ουκ ίσμεν, αποτελεί μια κλίμακα που μας ανάγει στον ουρανό και μας κάνει να ακούμε τον τρισάγιο ύμνο <<Άγιος, Άγιος, Άγιος, Κύριος Σαβαώθ…>> Και να ενώνονται οι ψυχές μας, οι φωνές μας και οι δοξολογίες μας με αγάπη και ευγνωμοσύνη στο Θεό της αγάπης. (εν ενί στόματι και μια καρδιά λέει ο Ιερέας) <<Μετά τούτων και ημείς των μακαρίων δυνάμεων Δέσποτα φιλάνθρωπε βοώμεν και λέγομεν, Άγιος ει και Πανάγιος. Συ και ο μονογενής σου Υιός και το Πνεύμα σου το Άγιον, Άγιος ει και Πανάγιος και μεγαλοπρεπής η δόξα σου ως τον κόσμον Σου ούτως ηγάπησε, ώστε τον Υιόν σου τον μονογενή δούναι, ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απολήται αλλ΄ έχει ζωή αιώνιον.


Η δόξα του Θεού φανερώνεται δια της αγάπης του προς εμάς, δια της εκαινώσεως του. <<Δι’ υπερβολήν της ερωτικής αγαθότητος έξω εαυτού γίνεται… και προς το εν πάσι κατάγεται κατ’ εκτατικήν υπερούσιον δύναμιν ανεκφοίτητον εαυτού>> (Διονύσιος Αρεοπαγίτης P.G. 37-12).

Το φως του προσώπου του δεν θαμπώνει αλλά φωτίζει. Η μεγαλοπρεπής του δόξα δεν εξουθενώνει τη μικρότητα μας αλλά ανακουφίζει και σώζει. Είναι Θεϊκή. Δεν μπορεί να μπλεχτεί μέσα μας με τίποτα το ανθρώπινο. Δεν βλέπομε τη δόξα του Θεού – δεν μας την παρουσιάζει η Θεία Λειτουργία – στη μορφή του Παντοκράτορος αλλά μας την αποκαλύπτει όπως φαίνεται στην πράξη της πατρικής προσφοράς και της θυσίας του Υιού. Στην έσχατη ταπείνωση του Δούλου του Θεού.


Όμοια και η αγιογραφία δεν μας παρουσιάζει το Χριστό, Βασιλέα της δόξης στην Ανάσταση αλλά κρεμασμένο γαλήνια στο ξύλο του Σταυρού <<Ίνα πας ο πιστεύων εις αυτόν μη απολήται αλλά έχει ζωήν αιώνιον (Ιωα 3,16). Έτσι καθένας που γνωρίζει τον Κύριο λειτουργικά, όπως πράγματι είναι, και πιστεύει σ’ αυτόν – Του εμπιστεύεται τη ζωή του – έχει ζωή αιώνιον, ανώλεθρο.


Τα πάντα αλλάζουν σ’ αυτόν από τώρα. Δεν βασανίζεται από καμία ταραχή. Ήρεμα βαδίζει μετ’ Αυτού επί των κυμάτων. Τα στοιχεία του κόσμου και οι απειλές ανεβαίνουν έως τον ουρανόν και καταβαίνουσιν έως την Άβυσον και αυτός μένει αμετακίνητος στην ηρεμία, όντας ταυτόχρονα ευαίσθητος στο καθετί και η Θεία λειτουργία συνεχίζεται.


<<Ως (ο Υιός) έλθων και πάσαν την υπέρ ημών οικονομίαν πληρώσας την νυκτί ή παραδίδοτο, μάλλον δε εαυτόν παρεδίδου υπέρ της του κόσμου ζωής λαβών άρτον εν ταις αγίαις αυτού και άχραντοις και αμώμητοις χερσίν ευχαριστήσας και ευλογήσας, αγιάσας, κλάσας έδωκε τοις αγίοις αυτού μαθηταίς και αποστόλοις είπων. Ο ιερεύες εκφωνώς Λάβετε φάγετε τούτο μου εστίν το Σώμα το υπέρ ημών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών ο λαός Αμήν.

Ο Ιερεύς μυστικώς ομοίως και το ποτήριον μετά το δειπνήσαι λέγων ο ιερεύς έκφωνος πιέτε εξ αυτού πάντες τούτο εστί το Αίμα μου το της Καινής Διαθήκης το υπέρ ημών και παλμών εκχυνόμενων εις άφεσιν αμαρτιών, ο λαός Αμήν.


3


<<Βρισκόμαστε πνιγμένοι μέσα στις φανερές και αφανείς ευεργεσίες του. Κυριολεκτικά τα χάνουμε μέσα σ’ αυτό τον κατακλυσμό του ελέους και της αγάπης Του, προσφέρεται κλώμενος και εκχυνόμενος σε μας. Δεν ξέρουμε τι να κάνουμε, δεν βρίσκομε τίποτα δικό μας να Του δώσουμε σαν ευχαριστία. <<Ου γαρ εποιήσαμεν επί της γης Αγαθών>>, γι’ αυτό παίρνουμε πάντα τα δικά Του και ευγνώμονα τα προσφέρουμε. <<Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα>>.


Αυτή η ολοκληρωτική λειτουργική αντιπροσφορά στον αεί σφαγιαζόμενο Κύριο – πράξη ευχαριστίας και ελευθερίας – αποτελεί το κέντρο του μυστηρίου, την πηγήν του αγιασμού του ανθρώπου και των τιμίων δώρων. Αυτή η προσφορά μας απογυμνώνει απ’ όλα, απολλύμεθα. <<Διότι όστις θέλει να σώσει την ζωήν αυτού, θέλει απολέσει αυτήν και όστις απολέσει την ζωήν αυτού ένεκεν εμού, θέλει έβρει αυτήν>> (Ματ. 16-25). Παύοντας να υπάρχωμε, πεθαίνουμε. Συγχρόνως είναι η στιγμή που γευόμαστε στη ζωή κοινωνούμε της θείας ζωής με το να προσφέρουμε τα πάντα, με το να γίνουμε μια ευχαριστιακή προσφορά.


Έτσι η απώλεια της ζωής μας είναι ταυτόχρονα ανάδυση της υπάρξεως μας σε κόσμο <<καινό και αισθητό>> όπου παραγενόμενοι είμαστε αληθινά άνθρωποι . (Άγιος Ιγνάτιος Β.Ε.Π. 2-276).


Μόνον όταν εξαρθρωθεί τελείως ο άνθρωπος και ξανάρθει στην ύπαρξη από άλλη Δύναμη, μπορεί να νιώσει τι είναι ζωή <<ως αν απολέσει αύτος εβρέσει>> (Ματ. 16-25). Ήδη με την εμπειρία αυτή του <<σοι προσφέρομεν κατά πάντα και δια πάντα>> κοινωνούμε της καινής ζωής που είναι προσφορά, κένωση. Όλα εδώ υπάρχουν αλλιώς περιχωρούμενα.


Συναιρούνται οι εμπειρίες όλες. Συναιρείται ο άνθρωπος, απλώνεται μέχρι την απώλεια και συνέρχεται στο εν που είναι το παν. Βρίσκει τον Κύριο που είναι το Α και το Ω.


Μεμνησκόμεθα πάντων των γεγενημένων και των γεννησομένων. Είναι όλα παρόντα συγκεκραμένα στο φως του προσώπου Του και το γλυκασμό της αυτού ωραιότητος. Στη στιγμή χωρά η αιωνιότις. Σ’ έναν Αγιομαργαρίτη όλος ο Παράδεισος, ο Χριστός.


<<Αινούμεν, ευλογούμεν και δεόμεθα σου>>. Όλες οι προσευχές γίνονται μία τη στιγμή που πεθαίνουμε πραγματικά και ζούμε ξενοτρόπως <<Τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλομεν και την ανάστασιν Αυτού ομολογούμε>> (Α.Κορ. 11-26).


Ζεις την εμπειρία του ψυχορραγούντος και το σπαρτάρισμα του αρτιγέννητου του Ξεψυχάς και γεννιέσαι. Γίνεσαι άκρως ευαίσθητος και ταυτόχρονα μένεις ασάλευτος σαν απ’ αιώνων κεκοιμημένος. Είσαι ελεύθερος εαυτού, <<πάντα αφελών και εκ πάντων απολυθείς>>. Έχεις όλους νόμους ζωής αιωνίου και ακατάλυτου. Είσαι νεκρός και ζωντανός. Ανύπαρκτος και παντοδύναμος. Πέφτεις στο κενό, καταποντίζεσαι και πλημμυρίζεις ζωή. Φτάνεις στην αίσθηση της αιωνίου παρουσίας Του. Γυρίζοντας στην ανυπαρξία (δια της ολικής προσφοράς) βλέπεις να σε συγκρατούν τα χέρια που υπήρχαν πριν Αβραάμ γενέσθαι (Ιωάν. 858).

Απεκαλύφθησαν τα θεμέλια της οικουμένης. Χάνεις τα πάντα και φανερώνεται στο βάθος της καρδιάς σου πως ο άνθρωπος έχει δύναμη τα πάντα μένοντας εδώ, γιατί στην Λειτουργία της σωτηρίας του ο Χριστός που ουκέτι αποθνήσκει, είναι <<ο προσφέρων και προσφερόμενος και διαδιδόμενος>>.


4


Είναι ώρα σιωπής. Σιγά πάσα σαρξ βροτεία και ακούγεται ο Λόγος το χώρο που κένωσε η προσφορά κατέρχεται και πληροί το Άγιο Πνεύμα. Η ζωή μέσα στη Θεία Λειτουργία είναι σβήσιμο ενσυνείδητο και ολοκληρωτικό γι’ αυτό είναι και αγκάλιασμα ενός μυστηρίου που μας ξεπερνά. Είναι κόπος και ανάπαυση. Είναι θάνατος και ζωή. Πιστεύεις ότι υπάρχει ζωή γιατί συνειδητοποιείς ότι γεννιέσαι ακατάπαυστα. Έρχεσαι από την ανυπαρξία στην ύπαρξη. Πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός γιατί σε κρατά ζωντανά στα ζωντανά Του χέρια. Σε δημιουργεί, σε πλάθει. Αυτός <<εκ του μη όντος εις το είναι μας παρήγαγε>> και μας παράγει γιατί η δωρεά της χάριτος Του είναι σημαντικότερο γεγονός και μεγαλύτερη έκπληξη απ’ ότι η αρχική εκ του μη όντος εις το είναι παραγωγή.


<<Παραπεσόντος μας ανέστησεν πάλιν και την Βασιλείαν του εχαρίσατο την μέλλουσαν>> και ενώ ήδη όλα μας χαρίστηκαν και τα μέλλοντα, νιώθει κανείς ότι ακόμη όλα τα περιμένουμε, όλα είναι ατελείωτα γιατί όλα είναι αληθινά. Όλα δόθηκαν και όλα έρχονται καινούργια.

Όταν μιλάμε για λειτουργική Θεολογία εννοούμε την ενσάρκωση της Θεολογίας. Και τούτο το βλέπομε καθαρά στην ευχαριστιακή Ιερουργία. Το πόσο αληθινή είναι η Θεία Λειτουργία μας

το αποκαλύπτει η ίδια η φυσιολογία της πνευματικής ζωής.


<<Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει>>.


Εγκαταλείποντας κανείς τα πάντα στο Θεό, φτάνοντας στην τελική συντριβή και ταπείνωση, δέχεται κατά φυσική λειτουργία των πνευματικών νόμων τη χάρη του Θεού. Και στη Θεία Λειτουργία, μετά απ’ όλη τη ευχαριστιακή αναφορά και την κατά πάντα και δια πάντα προσφορά στο Θεό παρακαλούμε, δεόμεθα και ικετεύομε να έλθει το Πνεύμα το Άγιον εφ’ ημάς.


Η ίδια πορεία ακολουθείται. Ο ίδιος νόμος βασιλεύει. Το ίδιο Πνεύμα ζωής διοργανώνει, πλάθει, ορίζει την ευχαριστιακή λειτουργία και τη διάρθρωση του ανθρωπίνου είναι μας. Γι’ αυτό ο άνθρωπος όντας μέσα στη Λειτουργία, βρίσκεται στο κλίμα του, που μπορεί να ευδοκιμήσει. Στην πατρίδα του, που τα πάντα είναι γνώριμα και οικία, μιλιέται η γλώσσα του η μητρική.


Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα ιδική Του και ομοίωση. Ο Κύριος <<της λειτουργικής ταύτης και αναίμακτου θυσίας, την Ιερουργίαν παρέδωκεν ημίν>> και η μία (η εσωτερική οργάνωση του ανθρώπου) και η άλλη (η λειτουργική θυσία) από το Θεό παραδίδονται. Η πορεία της θυσίας – η πολιτεία της υπακοής του Υιού του Θεού – αποκαλύπτει στη Θεία Λειτουργία την τριαδική ζωή και χάρη.


Και έτσι αποκαλύπτει στον άνθρωπο Ιερουργικά την αλήθεια της φύσεως του και του δείχνει το δρόμο της ελευθερίας, τη δυνατότητα της αναλήψεως και θεώσεως του.

Δεν πρόκειται περί Ιερολογίας, αλλά περί Ιερουργίας, δεν μιλάμε αλλά πράττομε. Τίποτε δεν υπάρχει χωρίς ρίζες βαθιές. Ότι παρουσιάζεται ή ακούγεται εξωτερικά είναι φανέρωση μιας εσωτερικής προσωπικής ενσυνείδητης θυσίας.


5


Η εσωτερική αγάπη εκφράζεται ως ορολογία πίστεως εις την ομοούσιον και αχώριστον Τριάδα. <<Αγαπήσαμε αλλήλους, ίνα εν ομονοία ομολογήσωμεν, Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα…>>.


Η αίτηση προς τον Πατέρα για την άφεση των πολλών μας προς Αυτόν ωφειλημάτων γίνεται με τη συγχώρηση των μικρών οφειλών των άλλων σε μας (Κυριακή προσευχή Πάτερ ημών).

Η παρακατάθεση της ζωής ημών άπασης και της ελπίδος σ’ Αυτόν, αποτελεί την εσωτερική επίκληση της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος. Την ώρα της επικλήσεως, η κατά πάντα και δια πάντα προσφορά μας σ’ Αυτόν έλκει τη χάρη, αποτελεί την παράκληση, δέηση και ικεσία προς τον Πατέρα για να καταπέμψει το Πνεύμα το Άγιο. Και καταλαβαίνουμε πως δεν εκφωνείται απλώς από τον Ιερέα αλλά Ιερουργείται απ’ όλο το σώμα της Εκκλησίας η επίκλησις.


Είναι Ιερουργία επικλήσεως, πράξη αιτήσεως για τη μεταβολή του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού και για τον αγιασμό των πιστών, την άφεση των αμαρτιών, την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, της Βασιλείας των ουρανών, το πλήρωμα, την παρρησία την προς τον Θεόν. Και την αποφυγή εκ του αναξίως μεταλαμβάνει του κρίματος ή του κατακρίματος.


Έτσι το γεγονός της μεταβολής και του αγιασμού των τιμίων δώρων και των πιστών ενσυνείδητα και ολοσώματα βιούται. Με την κατά φύσιν ευχαριστιακή του στάση, όλος ο Άνθρωπος, όλη η λειτουργική κοινότις και δι’ αυτών όλη η δημιουργία, γίνονται μια δέηση, παράκληση, ικεσία και απολαμβάνουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, τη χάρη της Πεντηκοστής και νεουργείται η σύμπασα και θεουργείται (κάθισμα όρθρου 8ης Σεπτεμβρίου). Τίποτε δεν γίνεται μηχανικά, μαγικά. Τίποτε δεν είναι θαμπό και σκοτεινό αν και είναι υπέρλογον. Και έτσι τίποτε δεν μένει άσαρκο. Τα πάντα προσφέρονται ως άρτος κλώμενος, τροφή φαγώσιμη στον άνθρωπο. Ως αίμα εκχυνόμενον, αίμα που αθόρυβα χύνεται στις φλέβες της ζωής και της ελπίδος μας.


Τα πάντα φανερώνονται εσωτερικά στους πιστούς και τα πάντα φανερώνουν μυστικά τον Ενεργούντα τα πάντα εν πάση.


Ήδη η πράξη της εκούσιας προσφοράς των πιστών ως ενέργεια αντίθετη προς την εγωιστική στάση και ροπή της πεπτωκυίας φύσεως μας, είναι κοινωνία και μετοχή στη Θεία ζωή που είναι αγάπη άπειρη.


Εδώ μαθαίνουμε να ζούμε, να προσφερόμαστε. Ανατέλλει η όντως ελεύθερη ζωή η μέλλουσα που μας δόθηκε. Βλέπομε πως η προσφορά είναι αύξηση ή κένωση, πλήρωμα ή ταπείνωση, δόξα.


6


Μαθαίνομε να ευχαριστούμε και <<η ευχαριστία εκεινώμεν ουδέν προστίθησιν ή μας δε οικειοτέρους αυτω κατασκευάζει>> (Χρυσόστομος ΡΒ 67-331). <<Άξιον και δίκαιον και δίκαιον σε υμνεί, σε ευλογείν, σε αίνειν, σοι ευχαριστείν, σε προσκυνείν. Συ γαρ εί ο Θεός ανέκφραστος απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος, αεί ων, ω σ’ αύτος ων>>.

Ένας ύμνος της αποφατικής Θεολογίας. Ένα ξέσπασμα αποφατικό. Ή αλλιώς ένας ύμνος βγαλμένος από τη σταυροαναστάσιμη ζωή. Τη χαρά και τη ζώη που ήλθε αναφαίρετα, δια του Σταυρού σε όλο τον κόσμο.


Είναι άξιο και δίκαιο να υμνείται, να ευλογείται, να αινήται, να ευχαριστείται και να προσκυνείται από τον άνθρωπο ο Θεός παντού, γιατί είναι ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος και πάντοτε ο ων και ο ωσαύτος ων.


Αν δεν ήταν αόρατος ακατάληπτος, δεν θα ήταν Θεός, δεν θα άξιζε τον κόπο να υμνείται. Τώρα μας κρατά άγρυπνους, νηφόντες, ζωοδοτημένους από αφθαρσία.


Τι παρηγοριά φέρνει τούτο το λειτουργικό δώρο! Τι άνοιγμα στη ζωή, τι νίκη! Ευχαριστούμε, υμνούμε, ευλογούμε για τις δυσκολίες τα απρόσιτα τα ανεπίτευκτα. Γιατί μόνο αυτά σαν πραγματικότητες, δοκιμασίες και όχι φτιαχτές λογοτεχνίες, χύνουν στις φλέβες της υπάρξεως μας το αίμα της ελευθερίας και της ζωής που μας χάρισε και μας χαρίζει ο ζων Θεός. Είμαστε ένα τίποτε και πέρα από το τίποτε και Αυτός που είναι το παν και πέρα από το παν έρχεται και γίνεται ακατάπαυστα ένα με μας. Μια ψυχή, ένα σώμα. Δίδει την ψυχή και το σώμα Του, τη θεότητα Του ολόκληρη και την ανθρωπότητα σε μας.


7


Αν δεν ήταν αόρατος, ακατάληπτος, δεν θα ήταν Θεός. Δεν θα μας είχε αναγάγει στον ουρανό και δεν θα μπορούσε από τώρα να μας χαρίσει τη μέλλουσα Βασιλεία. Και δεν θα μπορούσαμε να ευχαριστήσωμε για τις ευεργεσίες που δεν θα μπορούσαμε ποτέ μέσα στην άγνοια, στον απλησίαστο για μας χώρο, να βρούμε και να δούμε τις πιο θαυμαστές και ατελείωτες για μας ευεργεσίες Του. <<Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός και γη και τα καταχθόνια>>. Μόνον Αυτός ο αληθινός Θεός στην αληθινή Του λατρεία, δημιουργεί τους αληθινούς ανθρώπους.


Έτσι το <<Συ γαρ ει Θεός ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος>> υψώνεται μπροστά μας <<ως αληθώς όρος άπαντες και δυσπρόσιτον>> απ’ όπου κατέρχεται η άκτιστη αύρα και φουσκώνει τα σπλάχνα του ανθρώπου και ζωογονεί τα έγκατα του με τη χάρη της ελευθερίας, της απροσδιοριστίας, του επικίνδυνου, του ολοζώντανου.

Και μείς πόσο συχνά θέλουμε να κάνουμε το Θεό νοητό, εκφραστό, ορατό, αισθητό κοσμικά. Πόσο θέλουμε να λατρεύουμε είδωλα. Να κλειστούμε σε φυλακές σχετικότητος (πλάνης, αιρέσεως).


Αλλά η Θεία Λειτουργία δεν μας αφήνει να κάνουμε κάτι τέτοιο. Γκρεμίζει τα είδωλα του Θεού και υψώνει σωτήρια μπροστά μας την Εικόνα Του, το Λόγο, <<Ως εστίν εικών του Θεού του αόρατου>> (Κολ. 1-15).


Αρχέτυπο του αληθινού κεκρυμμένου και θεόπλαστου είναι μας. Τα πάντα λειτουργημένα μέσα στην Ορθοδοξία έχουν το ίδιο αποφατικό χαρακτήρα της ελευθερίας.


Δόξα τη έλαμψη της σης ωραιότητος. Δόξα τη αίγλη της μόνης Θεότητος.


Στο επόμενο η συνέχεια.

 
 
 

Σχόλια


bottom of page