top of page
Αναζήτηση

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΤΙΣΗΣ

  • Εικόνα συγγραφέα: vlaxosalexandros20
    vlaxosalexandros20
  • 21 Δεκ 2020
  • διαβάστηκε 19 λεπτά

Έγινε ενημέρωση: 28 Απρ 2021


ree

1


Ο άνθρωπος αποτελεί την υψηλοτέρα των αξιών αξία, υψηλότερη όμως της ανθρώπινης αυτής αξίας είναι η άναρχος και απείρως προσωπική παρουσία.


Ο άνθρωπος από το θεό προσέλαβε ύπαρξη και αξία. Ο άνθρωπος δεν υπάρχει με δική του επιλογή και δική του πρωτοβουλία. Κάποιος άλλος αποφάσισε να υπάρχουμε και αυτός ο άλλος είναι ο υπάρχων Αιώνιος και Αναλλοίωτος υπάρχων θεός εις τους αιώνες των αιώνων. Ο άνθρωπος είναι η κορωνίδα της συμπαντικής δημιουργίας μέσα σε αυτό το αχανές σύμπαν που δεν έχει αρχές και τέλος.


Δεόμεθα κράζομεν εκτενώς καρδίας εκ βάθους ικετεύομεν σε Τριάς Αγία τέλεια σύναις πρόσχες το της δεήσεως φθόγγο και σώσον ημάς


Είμαστε υποχρεωμένοι να παρατηρήσουμε ότι υπήρξε δύσκολο στον άνθρωπο να υψωθεί στη θεωρία του θεού. Έπρεπε να υποβληθούμε στην αποφατική άνοδο για να δεχτούμε στο μέτρο του δυνατού την αποκάλυψη της Τριάδας. Επίσης, δεν είναι λιγότερο δύσκολο να περάσουμε από το πεδίο της γνώσεως του Θείου στην γνώση του κτιστού κόσμου. Δεν υπάρχει μόνο το μυστήριο του θεού υπάρχει και το μυστήριο της δημιουργίας, όχι μόνο του ανθρώπου αλλά ολόκληρου του σύμπαντος ορατών και αοράτων. Σε αυτό το σημείο χρειάζεται ένα άλμα πίστεως για να δεχτούμε τα παρά το θεό. Και χρειάζεται ένα είδος αντίστροφου αποφατισμού για να φτάσουμε στην αποκεκαλυμμένη αλήθεια την εκ του μηδενός δημιουργία. Συχνά λησμονούμε ότι η δημιουργία του κόσμου δεν είναι μια φιλοσοφική αλήθεια αλλά εν άρθρον Πίστεως.


Η αρχαία φιλοσοφία αγνοεί την δημιουργία με την έννοια της λέξεως εις θεός δημιουργός. Αλλά ένας κοσμήτωρ του σύμπαντος, ένας τεχνίτης, ένας κατασκευαστής του κόσμου ο οποίος σημαίνει τάξη Κόσμημα. Είναι για την ανθρώπινη σκέψη η ύπαρξη ενός ορισμένου τρόπου το έχειν μία ουσία. Ο δημιουργός δημιουργεί ουσίες σχηματίζον την άμορφον ύλη η οποία βρίσκεται αιωνίως εκτός αυτού ως ένα χαώδες και ακατανόμαστο πεδίο έτοιμο να δεχτεί όλα τα δυνατά σχήματα και ποιότητες. Σε αυτό το ακατανόμαστο πεδίο η ύλη είναι το μη ον. Μια καθαρά δυνατότητα υπάρχει του γίγνεσθαι είναι το μη ον. Την πιο χαρακτηριστική ομολογία υπέρ του μη όντος είναι η ομολογία μια μητέρας η οποία ενθαρρύνει το γιο της να υπομείνει το μαρτύριο για την πίστη του λέγοντας του <<αξιώ σε τέκνον αναβλέψαντα εις τον ουρανόν και την γην και τα εν αυτούς πάντα ειδόντα, γνώναι ότι εξ ουκ όντων εποίησεν αυτά ο θεός>>.


Ένας Ρώσος Στάρετς του δέκατου ογδόου αιώνα είπε << Τα πλάσματα ετέθησαν δια του δημιουργικού λόγου του θεού ως επί αδαμάντινης γέφυρας, υπό την άβυσσον του θείου απείρου υπέρ το κενό της δικής τους ανυπαρξίας>>. Ο φιλάρετος Μόσχας έλεγε το χάος των πλασμάτων είναι τόσο μυστηριώδες και ακατάληπτο όσο και το θείο χάος της αρνητικής θεολογίας. Η ιδέα μάλιστα του απόλυτου χάους είναι αντιφατική, άτοπος. Λέγοντες ότι υπάρχει το χάος είναι συχνά αντιφάσκομαι, λέγοντες ότι δεν υπάρχει είναι ως να εκφράζουμε έναν πλεονασμό. Εκτός αν δεν θέλουμε να εκφραστούμε αυτό με ένα ακατάλληλο τρόπο την ιδέα ότι δεν υπάρχει τίποτα εκτός θεού και ότι αυτό τούτο το εκτός δεν υπάρχει. Επομένως η εκ του μηδενός δημιουργία σημαίνει ακριβώς μια πράξη παράγουσα τη εκτός θεού. Το καρπό ενός υποκείμενου απολύτως νέου μη έχοντας ουδέν θεμέλιο ούτε εις την θεία φύση ούτε εις μια ύλη ή δυνατότητα υπάρξεως εκτός του θεού, μπορούμε να πούμε ότι για την εκ του μηδενός δημιουργία ο θεός δίδει τόπο δε κάτι εκτός εαυτού. Ότι θέτει αυτό τούτο το εκτός ή το χάος παρά τη δική του πληρότητα. Παρέχει θέσει σε υποκείμενο τελείως αδιάφορο απείρως απομακρυσμένο αυτού, όχι σε τόπο αλλά σε φύση.


Σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, η δημιουργία δεν είναι μια ανέλιξης μια ατελεύτητη διάχυσης του θεού μια εκούσια κοινωνία των ενεργειών από όπου παράγουν τα όντα δύναμη μιας αναγκαιότητας της θείας φύσεως. Η δημιουργία είναι το έργο της θελήσεως και όχι της φύσεως. Με αυτή την έννοια ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αντιπαρατάσσει την δημιουργία του κόσμου εις την γέννηση του λόγου. Η κτίσης επί θεού θελήσεως έργο δεν συνίσταται συναίδιως του θεού. Επειδή το εκ του μη όντος εις το είναι παραγόμενο είναι συναίδιο το άναρχο και το μη όν. Ήδη έχει αρχίσει ένα έργο που η αρχή του προϋποθέτει μια μεταβολή τη διάβαση του μη όντος εις το είναι. Το κτίσμα θα είναι δύναμη αυτή ταύτη της αρχής του μεταβλητού ον ικανό να διέλθει από μια κατάσταση στην άλλη. Δεν έχει θεμέλιο εν εαυτό εφόσον εδημιουργήθει εκ του μηδενός. Ούτε εν τη θεία ουσία διότι ο θεός δεν εκκινήθει από κάποια ανάγκη για να δημιουργήσει. Τίποτα δεν υπάρχει εν τη θεία φύση το οποίο να θεωρείται ως η απαραίτητος αιτία της δημιουργίας. Ο κόσμος η δύνατο να μην υπάρχει. Ο θεός η δύνατο επίσης να μην δημιουργήσει. Η δημιουργία είναι μια ελεύθερα πράξη της θελήσεως του θεού και αυτή είναι το θεμέλιο της δημιουργίας. Η απόφαση της θείας θελήσεως όταν θέλει ο θεός γίνεται έργο και η θέληση του πραγματοποιείται, γίνεται αμέσως μια πράξη δια της παντοδυναμίας του. Ο οποίος όταν επιθυμεί τη εν τη σοφία Του και τη δημιουργική δύναμη Αυτού δεν αφήνει την θέληση Του απραγματοποίητη.


2


Για τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, η πραγματοποίηση αυτής της θελήσεως είναι ο κόσμος. Ο κόσμος συμβατικός εκ της φύσεως του άρχισε να υπάρχει και θα υπάρχει αιωνίως. Ο θάνατος και η καταστροφή δεν είναι μια επιστροφή εις το μηδέν << Ο Λόγος Κυρίου μένει εις τον αιώνα>> (Α’. Πέτρου α25) και η θεία θέληση είναι αμετάβλητος. Η δημιουργία η οποία είναι μία ελεύθερα πράξη θελήσεως και όχι εκχύλισμα φυσικών ιδιοτήτων. Όπως η ακτινοβολία των θείων ενεργειών είναι ίδιου ενός προσωπικού θεού της τριάδας, η οποία έχει μια κοινή θέληση ανήκουσα εις τη φύση και ενεργούσα σύμφωνα με την απόφαση της. Αυτό είναι εκείνο το οποίο ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός ονομάζει << Βουλήν αυτού προαιώνιων και αει οσαυτος έχουσαν>>. Το βιβλίο της Γενέσεως παρουσιάζει εις ημάς τον θεού λέγοντας <<ποιήσωμεν άνθρωπο κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ΄ομοίωσιν>>. Η Τριάς να συνεσκέπτετο πριν της δημιουργίας. Το συμβούλιο τούτο σημαίνει μιαν ελεύθεραν πράξη και σκέψη. Ο θεός κτίζει εννοών και το νόημα υφίσταται έργο. Κατά τον Αυτόν Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό <<Ο Θεός λέγει εθεάσατο τα πάντα πρίν γεννέσεως αυτών ο χρονας εννοήσας και έκαστον κατά την θελητική αυτού άχρονον έννοια ή τις εστί προορισμός και οικόν και παράδειγμα. Ο όρος θελητική έννοια είναι λίαν εκφραστικός. Εκφράζει τελείως την ανατολικήν διδασκαλία περί των θείων ιδεών. Την θέση της οποίας η θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας ορίζει εις τας ιδέας των εν θεώ δημιουργημένων όντων. Στην σκέψη των Ελλήνων Πατέρων αι θείαι ιδέαι έχουν ένα χαρακτήρα δυναμηκότερον, θελητόν. Δεν έχουν την θέση τους στην ουσία αλλά σε αυτό το οποίο είναι η μετά την ουσία, στις θείες ενέργειες διότι αι ιδέαι ταυτίζονται με την θέληση ή τα θελήματα τα οποία προσδιορίζουν τους διάφορους τρόπους κατά τους οποίους τα δημιουργήματα μετέχουν των δημιουργικών ενεργειών.


Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης χαρακτηρίζει << τα ιδέας ή παραδείγματα>> ως <<των όντων οσιωποιούς και ενιαίως προϋφέστατους λόγους>> <<καθ’ ους ο υπερούσιος τα όντα πάντα και προόρισε και παρήγαγε>>. Εάν αι θείαι ιδέαι δεν είναι αυτή αύτη η ουσία του θεού εάν είναι κεχωρισμέναι εκ της ουσίας δια της θελήσεως τότε όχι μόνο η πράξις της δημιουργίας αλλά και η βουλή του θεού πολύ περισσότερον δεν είναι εις αναγκαίως προσδιορισμός της φύσεως των νοητικών περιεχόμενων του θείου όντος. Τότε το κτιστό σύμπαν δεν θα παρουσιαστεί όπως εις την πλατωνίζουσα σκέψη υπό την αμυδράν και ισχνή μορφή μιας κακής αντανακλάσεως του θεού, αλλά θα παρουσιαστεί ως μία ύπαρξη απολύτως νέα ως η δημιουργία η προσφάτως εξαχθήσα εκ των χειρών του θεού της Γενέσεως όστις << είδε τα πάντα, όσα εποίησε και ιδού καλά λίαν>> (Γεν.α31). Ένα σύμπαν δημιουργηθέν κατά την θέληση του θεού στο οποίο υπάρχει η χαρά της σοφίας Του.


Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης γράφει << μουσική της αρμονίας συγκρατόν και θεσπέσιον της το παν διακρατούσης δυνάμεως υμνωδίαν αποτελούσα>>. Και είδε ο θεός ότι καλόν. Αυτό δεν σημαίνει ότι παρέχουν ευχαρίστηση εις τους οφθαλμούς του θεού τα δημιουργήματα Του. Ούτε θεωρεί καλά εκείνα τα οποία θεωρούμε και εμείς. Καλό για το θεό είναι εκείνο που κατασκευάστηκε σύμφωνα με τους κανόνες της τέχνης και είναι χρήσιμο για τον σκοπό που έγινε. Ο θεός ο οποίος όρισε εκ των προτέρων το σκοπό των δημιουργημάτων όταν εξέτασε με τους δικούς του κανόνες της τέχνης τα επί μέρους δημιουργήματα και είδε ότι εκπληρώνουν τον σκοπό για τον οποίο εδημιουργήθησαν, παραδέχτηκε ότι έγινε καλώς. Διότι το χέρι μόνο του και το μάτι χωριστά και το καθένα χωριστά από τα μέλη ενός ανδριάντα όταν μένουν χωριστά δεν θα φανούν καλά εις τον τυχόντα. Όταν όμως τεθούν στην αρμόζουσα θέση, τότε η αναλογία των αλλάζει. Ο καλλιτέχνης όμως και προτού τα συναρμολογήσει γνωρίζει την ωραιότητα έκαστου μέρους και επαινεί τα χωρισμένα μέρη. Γιατί μεταφέρει το νου του στην τεχνική συναρμολόγηση και την αρμονία που θα παρουσιάσουν στη συλλογική λειτουργία τους. Έναν τέτοιο καλλιτέχνη επαινεί για τα δημιουργήματα του και παρουσιάζει εδώ η Αγία Γραφή, το δημιουργό Τριαδικό Θεό. Αι ιδέαι-βουλαί τις οποίες ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης καλεί <<παραδείγματα>> <<προορισμούς>> ή <<πρόνοιας>> δεν είναι ταυτόσημη προς τα κτίσματα. Ενώ είναι τα θεμέλια πάντων των όντων των τεθέντων υπό της θείας θελήσεως επί των απλών ακτίνων ή ενεργειών, ενώ είναι σχέση του θεού προς τα πλάσματα τα οποία δημιουργεί. Αλλά αι ιδέαι μένουν κεχωρισμέναι των πλασμάτων ως η θέλησης του τεχνίτου μένει κεχωρισμένη από του έργου του εντός οποίου εκδηλούται. Αι ιδέαι προϋπάρχουν των διαφόρων τρόπων συμμετοχής εις τας ενέργειας των άνισων υψώσεων σε διαφόρους κατηγορίας υπάρξεων κινούμενοι υπό της θείας αγάπης κατά τη σχέση της φύσεως της.


Η δημιουργία εμφανίζεται ως μία Ιεραρχία αληθών αναλογιών κατά τον λόγο του Διονυσίου του Αεροπαγίτου <<έκαστη της ιεραρχικής διακοσμήσεως τάξης κατά την οικείαν αναλογίαν ανάγεται προς θείαν συνέργιαν εκείνα τελούσα χαριτι και θεόσδοτο δύναμη. Τα τη θεαρχία φυσικώς και υπερφυώς ενόντα>>. Ολόκληρος επομένως η δημιουργία εκλήθη εις την τέλειαν μετά του θεού ένωσιν, η οποία επιτυγχάνεται εν τη <<συνεργεία>> τη συνεργασία των κτιστών θελήσεων με τας θείας θελήσεις ιδέες. Η ιδέα της δημιουργίας κατά τον Άγιο Διονύσιο Αεροπαγίτη προσεγγίζει τόσο την ιδέα της θεώσεως ώστε δύσκολα διακρίνουμε μεταξύ της αρχικής καταστάσεως των όντων και του τελικού αυτών σκοπού που είναι η μετά του θεού ένωσις. Εφ’ όσον η ένωσις αυτή κατά τον Άγιο Διονύσιο προϋποθέτει την <<συνέργειαν>> την συμφωνία των θελήσεων. Επομένως την ελευθερία μπορούμε να την δούμε εις την αρχική κατάσταση του κτιστού κόσμου μια πρόσκαιρο τελειότητα. Δεν θα επιτυγχάνετο το πλήρωμα της ενώσεως αν τα κτίσματα θα έπρεπε να αυξηθούν πλήρως με την αγάπη για να ικανοποιήσουν πλήρως την ιδέα θελήσεως του θεού.


3


Κατά τον Άγιο Μάξιμο, η ιδέα αναπτύσσεται κατά τον τρόπο τον οποίο τα κτίσματα προσδιορίζονται ως περιορισμένα θα εσήμαινε ότι έχουν τον σκοπό τους εκτούς εαυτών. Όπου υπάρχει ποικιλία και πολλότης υπάρχει κίνησης. Τα πάντα κινούνται εις τον κτιστόν κόσμο τόσο στον νοητόν όσο και στον αισθητόν. Ο περιορισμός και η κίνηση αυτή δημιουργούν τα σχήματα του χώρου και του χρόνου. Εάν αποδίδουμε στο θεό την κίνηση ομιλούντος περί θεού όσο αφορά τας σχέσης του με τον κτιστό κόσμο, θέλουμε να πούμε ότι γεννά στα κτίσματα την αγάπη η οποία τα κινεί προς Αυτόν. <<Έρως το έρασθε και αγάπον το αγαπάσθαι>>. Η θέλησις του θεού προς εμάς είναι ένα μυστήριο διότι η θέλησις είναι σχέση προς έταιρον αλλά ουδέν έτερον υπάρχει εκτός θεού. Η εκ του μηδενός δημιουργία είναι ακατανόητος για εμάς. Δεν γνωρίζουμε την θέληση του θεού ει μη μόνο ως σχέση Αυτού προς τον κτιστό κόσμο αλλά και την σχέση αυτή δεν δυνάμεθα να συλλάβομαι στην πληρότητα της. Η θέλησις αυτή του θεού είναι το σημείον επαφής μεταξύ του άπειρου και του πεπερασμένου και υπό την έννοια αυτή αι θείαι βουλαί είναι αι δημιουργηκαί ιδέαι των πραγμάτων οι <<λόγοι>>. Είναι οι <<λόγοι>> της δημιουργίας και της πρόνοιας τους οποίους εβρίσκομε εις την Γένεση και στους ψαλμούς (ψαλμ. 147). Πάν δημιούργημα έχει το σημείο επαφής του μετά της θεότητας. Είναι η ιδέα του, η αιτία του, ο λόγος του. Αι ιδέαι των ατομικών πραγμάτων περιέχονται εις τα ανώτερας και γενικότερας ιδέας ως τα ήδη περιλαμβάνονται ως τα γένη. Το παν περιέχεται εις τον λόγο. Δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος το οποίο είναι η αρχή και το τέλος πάντων των δημιουργημάτων. Ο Λόγος, ο Θεός-Λόγος δέχεται εις το σημείον αυτό τον ιδιάζοντα οικονομικό χαρακτήρα της πρώτης συνόδου της Νικαίας θεολογίας. Είναι η φανέρωσης της θείας βουλής διότι δι Αυτού ο πατήρ εδημιούργησε τα πάντα εν Πνεύματι Αγίω. Εξετάζοντες την φύση των δημιουργημάτων, επιζητούντες να ισδύσωμεν εις τον λόγον της υπαρξεώς των, οδηγούμεθα τελικώς εις την γνώση του Λόγου, αιτιολογικής αρχής και συγχρόνως στο τέλος πάντων των όντων. Το παν εδημιουργήθει δια του Λόγου ο οποίος εμφανίζεται ως εν Θείον Κέντρον, εστία εκ της οποίας πηγάζουν αι δημιουργικές ακτίνες. Οι ιδιαίτεροι λόγοι των κτισμάτων κέντρο προς το οποίο τείνουν με την σειρά του τα δημιουργήματα ως προς το απώτερον τέλος τους. Διότι τα κτίσματα από της αρχικής των καταστάσεων ήσαν κεχωρισμένα του θεού ενώ η θεώσης, η μετά του θεού ένωσης είναι ο σκοπός τους. Επομένως η αρχική μακαριότης δεν ήτο μια τεθεομένη κατάσταση αλλά διάταξης, μιας τελειότης του ευπρεπισμού πλάσματος τείνοντος προς την θέωση τον τελικό προορισμό (εδώ γίνεται λόγος για την προ πτώσεως κατάσταση). Αποκαλυπτόμενος δια των δημιουργικών ιδεών (βουλών) του ο θεός δίναται να γίνει γνωστός εις τα πλάσματα δια μέσου των δημιουργημάτων. Αλλά και κατά ένα άμεσον τρόπον εν τη μυστική θεωρία των άκτιστων ενεργειών Του, αι οποίαι είναι η λαμπρότης του προσώπου Του. Όπως ενεφανίσθη ο Χριστός εις του αποστόλους εις το όρος Θαβώρ, εν τη θεότητα Αυτού. Όπως γνωρίζετε εις τους Αγίους Του, οι οποίοι αποκόπτονται εκ του κόσμου, αρνούμενοι πάσαν σχέση προς τα πεπερασμένα όντα δια να επιτύχουν την μετά του θεού ένωση. Για τον λόγο αυτό εγκαταλείποντας τα πάντα οι Άγιοι δέχονται την τέλεια γνώση των δημιουργημάτων. Διότι ανυψούμενοι εις την θεωρία του θεού γνωρίζουν συγχρόνως όλη την περιοχή του είναι εις τους πρώτους του λόγους, οι οποίοι είναι αι ιδέαι-βουλαί του θεού περιλαμβανόμεναι εις τα απλάς ενεργειάς του. Τούτο μας φέρνει στην σκέψη την έξτασιν του Βενέδικτου της Νουρσίας ο οποίος είδε ολόκληρο το σύμπαν συγκεντρωμένο σε μια ακτίνα του Θείου Φωτός. Τα πάντα δημιουργήθησαν δια του Λόγου <<πάντα δι’ Αυτού εγένετο και χωρίς Αυτού εγένετο ουδέν γέγονεν>> λέγει ο Άγιος Ιωάννης (Ιωαν.α3) και επαναλαμβάνουμε τουτο εις το Σύμβολο της πίστεως <<δι ού τα πάντα εγένετο>>. Το αυτό σύμβολο της Νίκαιας διδάσκει ημάς ότι ο πατήρ εδημιούργησε τον ουρανό και τη γη και πάντα τα ορατά και αόρατα και εν συνεχεία το Άγιο πνεύμα καλείται <<ζωοποιόν>> ο γαρ πατήρ δια του λόγου εν τω πνεύματι κτίζει τα πάντα λέγει ο Άγιος Αθανάσιος, όπου ο λόγος εκεί και το πνεύμα. Και δια του Λόγου κτιζόμενα έχει εκ του πνεύματος παρά του λόγου την του είναι ισχύν. Αυτό εγγράφει στον τριακοστό δεύτερο ψαλμόν <<τω λόγω κυρίου αι ουραναί εστερεώθησαν και το πνεύματι του στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών>>. Αύτη είναι η οικονομική φανέρωσις της Τριάδος, ο Πατήρ ενεργεί δια του Υιού εν Αγίω Πνεύματι. Για τον λόγο αυτόν ο Άγιος Ειρηναίος καλεί τον Υιόν και το Πνεύμα <<τας δύο χείρας του θεού>>. Αλλά τα τρία πρόσωπα είναι η αιτία της δημιουργίας κατά ένα διάφορον και ενιαίο τρόπο. Ο Άγιος Βασίλειος ομιλών περί της δημιουργίας των αγγέλων διαγράφει δια του ακόλουθου τρόπου την φανέρωση των τριών προσώπων εις το δημιουργικό έργο. <<ενδέ τη τούτων κτίση εννόησον μη την προκαταρκτικήν αιτία των γινομένων, τον Πατέρα την δημιουργική, τον Υιόν την τελειοτικήν, το Πνεύμα ώστε βουλήματι μεν του Πατρός τα λειτουργικά πνεύματα υπάρχει ενέργεια δε Υιού εις το είναι παράγεσθαι, παρουσία δε του Πνεύματος τελειούσθαι>>. Η κοινή αυτή πράξη της Τριάδας, η οποία παρουσιάζεται ως διπλή οικονομία του Λόγου και του Πνεύματος ενεργούσα και τελειοποιούσα απονέμει εις τα πλάσματα όχι μόνο το είναι αλλά και το ευ είναι, την ιδιότητα του όντος να τείνει προς το αγαθόν την τελειότητα. Ο κτισμένος κόσμος δια των Θείων Βουλών είναι δυναμικός δια τον τελικό σκοπό του, τη Θέωση. Οι Βουλαίς αυτές ευρίσκονται συγκεντρωμέναι εν τω Λόγω που αποτελεί την υποστατική Σοφία τους Πατρός εκφραζομένη εν πάση και τα πάντα οδηγούν αυτά εν Αγίω Πνεύματι προς την ένωση μετά του θεού. Η Γένεσης λέγει ότι ο ουρανός και η γη το σύνολον του σύμπαντος εδημιουργήθει <<εν αρχή>>. Για τον Άγιο Βασίλειο είναι η αρχή του χρόνου. Εάν η θεία βουλή εδημιούργησε <<εν αρχή>> τούτο σημαίνει ότι η πράξης της υπήρξε στιγμιαία και εκτός χρόνου μαζί με το σύμπαν αρχίζει και ο χρόνος κατά τον Άγιο Μάξιμο.


Δόξα ζωή των πάντων η άφραστος δόξα πνοή των ζώντων η ένθεος


********************************


Ενώτησε ρήματα προσευχής, ψυχής μου θεέ μου, επάκουσον δε της εμής κραυγής ο Θεός ο εν Τριάδη δοξολογούμενος και προσκυνούμενος.


Η εν αρχή κίνηση παράγει την μεταβολή, η μεταβολή παράγει τον χρόνο ο οποίος διαμορφώνει τα αισθητά. Ο χρόνος είναι εκείνος ο οποίος έχει αρχή διάρκεια και τέλος. Αλλά εκτός του χρόνου υπάρχει μια άλλη μορφή κτιστής υπάρξεως ανίκουσα εις το νοητό είναι <<τα νοητά>>. Το νοητό δεν είναι αιώνιο, αρχίζει εν τω αίωνι μεταβαίνον εκ της ανυπαρξίας εις την ύπαρξη αλλά μένει χωρίς αλλαγή υποκείμενο σε ένα τρόπο άχρονου υπάρξεως. Ο Αιών είναι εκτός χρόνου αλλά έχει μια αρχή ως και ο χρόνος και μετράται μαζί με αυτόν. Μόνο η θεία αιωνιώτης είναι αμέτρητος και τούτο τόσο εν σχέση προς το χρόνο όσο και εν σχέση προς τον αιώνα. Κατά τον Άγιο Βασίλειο, ο θεός εδημιούργησε τον αγγελικό κόσμο εξωχρονικώς. Για τον λόγο τούτον οι Άγγελοι δεν δύνανται να υποπέσουν πλέον εις την αμαρτία. Η αμετάβλητος εμμονή των εις το θεό η το αιώνιο μίσος των εναντίον του, επραγματοποιήθησαν στιγμιαίως κατά την στιγμή μάλιστα της δημιουργίας των εις αιώνας αιώνων. Για τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης καθώς και ο Άγιος Μάξιμος η αγγελική φύση δύναται να αναπτύσσεται συνεχώς εν τη αποκτήσει των αιωνίων αγαθών εις μία αδιάλειπτον κίνηση η οποία χαρακτηρίζει παν δημιούργημα αλλά αποκλείει πάσα χρονική διαδοχή. Η φύση της ύλης κατά την διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης υιοθέτησον υπό του Αγίου Μαξίμου είναι αποτέλεσμα της ενώσεως των απλών ποιοτήτων, νοητών καθ’ ευατόν των οποίων όμως σύνολο η συνδρομή ή ένωση γεννά την υπόσταση των αισθητών πραγμάτων, την ενσωμάτωση <<ουδέν εφ’αυτών των περί το σώμα θεωρούμενων σώμα εστίν ού σχήμα, ού χρώμα, ού βάρος, ού διάστημα, ούκ αλλλα τι των εν ποιότητι θεωρούμενων ουδέν αλλά τούτον έκαστος λόγος εστί είδε προς άλληλα συνδρομή τουτων και ενώσις σώμα γίνεται>>. Η δυναμική αυτή περί της ύλης θεωρία θα επιτρέψει να κατανοήσουμε τους διάφορους βαθμούς της υλικότητας των κατά το μάλλον υλικών σωμάτων. Θα καταστήσει επίσης πλέον κατανοητή την επελθούσα μεταβολή εις την πρώτη φύση μετά την αμαρτία. Ως και την ανάσταση των σωμάτων. Τα υλικά στοιχεία διέρχονται από του ενός σώματος εις το άλλο εις τρόπο ώστε το σύμπαν να είναι ένα μόνο σώμα. Το παν υπάρχει το ένα εντός του άλλου – λέγει ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης - και τα πάντα κρατούνται αμοιβαίως διότι μια μεταβαλλούσα δύναμης κατά ένα περιστροφικό τρόπο μεταβιβάζει συνεχώς τα γήινα στοιχεία τα μεν εις τα δε για να τα επαναφέρει εις το σημείο εκκινήσεως των.


4



Ο Μέγας Βασίλειος λέγει << Εί ούν μήτε προσθήκη, μήτε ελάττωση περί τα όντα συμβαίνει η προφητεία μαρτυρεί πάντως επί το ίδιο έκαστο μέτρο εισα ει διαμένει>>. Ως παράδειγμα η ψυχή. Η ψυχή γνωρίζει το σώμα της ακόμη και όταν τα στοιχεία του διασκορπίζονται εις τον κόσμο ούτο εις την θνητή κατάσταση μετά την αμαρτία η πνευματική φύση της ψυχής θα διατηρήσει σύνδεσμο με τα κεχωρισμένα εκ του σώματος στοιχεία και θα επανέβρει τότε εις την ανάσταση. Ώστε να μεταβληθούν είς <<πνευματικό σώμα>> το οποίο είναι το αληθινό σώμα <<δερμάτινων χιτώνων>> τους οποίους ο θεός εδημιούργησε δια τον Αδάμ και την Εύα. Η κοσμολογία των Ελλήνων Πατέρων αναπαριστά κατ’ ανάγκη την εικόνα του σύμπαντος την αρμόζουσα εις την επιστήμη της εποχής των. Αυτό δεν υποβιβάζει την αξία του θεολογικού κυρίως βάθους των υπομνημάτων των ή τη βιβλική διήγηση της δημιουργίας. Η θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας πάντοτε σωτηριολογική, ουδέποτε συνδέθηκε με την φιλοσοφία με μια απόπειρα δογματικής συνθέσεως. Παρά τον πλούτο της θρησκευτικής σκέψης της Ανατολής δεν είχε μέθοδο. Εάν περιλαμβάνει στοιχεία χριστιανικής γνώσεως ως παρά τω Γρηγορίω Νύσσης τω Μάξιμο και άλλων των φυσικών και τον θεολογικόν κεφαλαιων του Γρηγορίου Παλαμά η θεωρία αυτή μένει πάντοτε υποταγμένη εις την κεντρική ιδέα της μετά του θεού ενώσεως και δεν δέχεται τον χαρακτήρα ενός συστήματος. Χωρίς καμία φιλοσοφική προτίμηση η εκκλησία θα χρησιμοποιήσει με πολλή ελευθερία την φιλοσοφία και τις επιστήμες μ’ ένα απολογητικό σκοπό. Αλλά δεν θα υπερασπίσει ποτέ τας σχετικάς και μεταβλητάς αυτών αληθείες. Η Ορθόδοξος Εκκλησία, θα υπερασπίζει την αμετάβλητον αληθεία των δογμάτων της. Γι’ αυτό αι αρχαίαι ή νεωτεραι κοσμολογικαί διδασκαλίαι δεν θα βλάψουν την θεμελιωδεστέρα αλήθεια, την αποκαλυφθήσα εις την Εκκλησία. <<Η φιλαλήθεια της Αγίας Γραφής εκτείνεται πέραν των ορίων της διανοητικής ημών ικανότητας>> έλεγε ο Φιλάρετος Μόσχας. Εάν η θεωρία του σύμπαντος η γενομένη δεκτή υπό της ανθρωπότητας της εποχής της Αναγεννήσεως παρουσιάζει τη γη ως ένα άτομο περιπλανώμενο εις το ατελεύτητο διάστημα εν μέσω άλλων αναρίθμητων κόσμων. Η θεολογία της ορθόδοξης Εκκλησίας δεν έχει να μεταβάλλει στη διήγηση της Γενέσεως και πολύ περισσότερο δεν έχει κανένα λόγο και δεν θα το κάνει με το να ασχολείται με τους κατοίκους του Άρη αν υπάρχουν.


Η αποκάλυψη θα μείνει ουσιαστικώς γεωκεντρική, διότι απευθύνεται εις τους ανθρώπους προσφέρουσα εις αυτούς την αλήθεια η οποία αναφέρεται στη σωτηρία των στις συνθήκες που αρμόζουν στην πραγματικότητα της γήινης ζωής. Η πατερική σκέψη θέλησε να δει την παραβολή του Καλού Ποιμένα, ο οποίος κατέρχεται να αναζητήσει το απολωλώς πρόβατο εγκαταλείποντας στα όρη μια ποίμνη ενενήκοντα εννέα πρόβατα. Ένας υπαινιγμός της μικρότητας του έκπτωτου κόσμου εν συγκρίσει προς το σύνολο του κόσμου. Η Εκκλησία αποκαλύπτει σε εμάς το μυστήριο της σωτηρίας μας και όχι τα μυστικά περί του συνόλου του σύμπαντος, το οποίο ίσως να μην έχει ανάγκη σωτηρίας. Για το λόγο αυτό, η κοσμολογία της αποκαλύψεως θα είναι κατ’ ανάγκη γεωκεντρική. Ο μυστικός χριστιανός που ασχολείται με την περισυλλογή, θα κλειστεί στο κελί της καρδιάς του για να βρει κάτι βαθύτερο από την αμαρτία, την αρχή της ανόδου. Κατά την διάρκεια της οποίας το σήμα θα φανεί εις αυτόν επί μάλλον και μάλλον ηνωμένο επί μάλλον και μάλλον συμφυές εμποτισμένων με δυνάμεις πνευματικές σχηματίζον ένα σύνολο στο χέρι του θεού. Το έργον των έξι ημερών παρουσιάζεται από τον Άγιο Βασίλειο στην εξαήμερον ως και από τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης, ο οποίος συμπληρώνει το δοκίμιο του Αγίου Βασιλείου. Ως μια διαδοχική διάκρισης των ταυτοχρόνως δημιουργηθέντων στοιχείων κατά την πρώτη ημέρα. Ο Άγιος Βασίλειος στην πρώτη ημέρα <<την αρχή>> βλέπει την πρώτη στιγμή του κτιστού κόσμου. <<Την όγδοη>> το έξω του εβδομαδικού τούτου χρόνου την απαρχή των ημερών <<την Αγία Κυριακή την τη αναστάσει του Κυρίου τετιμημένη>>. Κατά την διάρκεια των πέντε ημερών που ακολούθησαν την δημιουργία των νοητών και αισθητών στοιχείων του ουρανού και της γης, το ορατό σύμπαν οργανούται προοδευτικώς αλλά η διαδοχική αυτή διάταξης κατά τον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης υπάρχει για το κτίσμα. Ο κτιστός κόσμος διευθύνεται από μιας φωτεινής δυνάμεως την οποία ο θεός εισήγαγε στην ύλη και η οποία είναι ο Λόγος Του, <<οι Λόγοι-Βουλαί>> αι διαταγές Του εις τα δημιουργήματα περί των οποίων ομιλεί η Γένεση. Γιατί ο λόγος του θεού ως λέγει ο Φιλάρετος Μόσχας, δεν είναι όμοιος προς τους λόγους των ανθρώπων, οι οποίοι παρέρχονται και εξαφανίζονται εις τον αέρα άπαξ. Και ελέχθησαν εν τω θεώ ουδέν παύει, ουδέν σταματά να λειτουργεί, ο λόγος Του γεννάται αλλά δεν παρέρχεται. Οδήγησε το πλάσμα εις την ύπαρξη δια του δημιουργικού λόγου Του και γάρ εστερέωσε την οικουμένη η της ου σαλευθήσεται (ψάλμ 93-1).


Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος παρατηρεί ότι υπάρχει μυστηριώδη διαφορά στη κτίση, διάφοροι τρόποι της θείας δραστηριότητος, εάν μετά την δημιουργία του ουρανού και της γης ο θεός απευθύνει διαδοχικές διαταγές στην ύλη η οποία οφείλει να παρουσιάσει την ποικιλία των όντων, αντιθέτως δημιουργεί τον κόσμο των Αγγελικών πνευμάτων σιωπηρώς. Επίσης, η δημιουργία του ανθρώπου δεν είναι αποτέλεσμα μιας διαταγής δοθείσα στη γη ως δια τα υπόλοιπα ζώντα όντα, ο θεός δεν διατάζει αλλά εν τη αιώνια Βουλή Του λέγει <<ποιήσωμε άνθρωπο κατ’ εικόνα ημετέρα και καθ’ ομοίωσην>> (Γεν. α-26). Δια των διαταγών Του, ο θεός διαιρεί το σύμπαν και οργανώνει τα μέρη αυτού. Επομένως ούτε οι Άγγελοι ούτε ο άνθρωπος είναι κυρίως ει ποίν μέρη εφ’ όσον είναι προσωπικαί υπάρξεις. Ένα πρόσωπο δεν είναι μέρος ενός συνόλου αλλά περιλαμβάνει εν ευατώ το σύνολον. Με αυτόν τον ειρμόν σκέψεων, ο άνθρωπος είναι περισσότερο συμπεπληρωμένος πλουσιότερος περιλαμβάνων περισσότερες δυνατότητες των αγγελικών πνευμάτων. Τοποθετημένος ο άνθρωπος μεταξύ του νοητού και αισθητού ορίου, συγκεντρώνει εν εαυτώ αυτούς τους δύο κόσμους και συμμετέχει γενικώς σε όλες τις σφαίρες του κτιστού σύμπαντος. <<Έσχατος επεισάγεται τοις ούσιν ο άνθρωπος, οιωνεί σύνδεσμος της φυσικώς της καθόλου δια των οικείων μερών μεσιτεύων άκρης και εις εν αγών εν εαυτώ τα πολλά κατά την φύσην αλλήλων διεστικότα το διαστήματι>> ο Άγιος Μάξιμος κατά τον ίδιο Άγιο, το έργο της δημιουργίας περιλαμβάνει πέντε διαιρέσεις, αι οποίαι αποτελούν ομόκεντρου σφαίρες του είναι, εις το κέντρο των οποίων εβρίσκεται ο άνθρωπος περιλαμβάνων αυταίς τις δυνάμεις εν εαυτώ. Εν πρώτις πρέπει να διακρίνουμε την άκτιστο και την κτιστή φύση, το θεό και το σύνολο των όντων. Η κτιστή φύσης διαιρείται εν συνεχεία εις νοητά και αισθητά. Εις το νοητό σύμπαν, ο ουρανός είναι χωρισμένος της γης σε όλη την επιφάνεια της οικουμένης, είναι ο παράδεισος τόπος διαμονής τους ανθρώπου. Τέλος ο άνθρωπος διαιρείται σε δύο φύλλα, άρσεν και θύλη. Διαίρεσης η οποία θα καταστεί οριστικώς ενεργή μετά την αμαρτία στην έκπτωτον φύση. Τόσο η τελευταία, όσο και οι άλλες διαιρέσεις του κόσμου μετά την αμαρτία απέκτησαν χαρακτήρα περιορισμού, χωρισμού, μερισμού.


5


Ο πρώτος άνθρωπος εκκλήθει, σύμφωνα με τον Άγιο Μάξιμο, να συγκεντρώσει εν εαυτώ το σύνολο του κτιστού είναι. Όφειλε επίσης να επιτύχει την τέλεια μετά του θεού ένωση και να μεταδώσει την τεθεωμένη κατάσταση σε όλη τη δημιουργία. Έπρεπε αρχικώς να καταργήσει εν τη ιδία φύση την σε δύο φύλλα διαίρεση δια της απαθούς ζωής κατά το θείο αρχέτυπο. Εν συνεχεία όφειλε να ενώσει τον παράδεισο με το υπόλοιπο της γης φέροντα πάντοτε τον παράδεισο εν ευατώ σε μία σταθερά κοινωνία μετά του θεού, όφειλε να μεταμορφώσει ολόκληρη τη γη σε παράδεισο. Εν συνεχεία έπρεπε να καταργήσει τις αποστάσεις όχι μόνο για το πνεύμα του αλλά και για το σώμα του. Ενώνον την γη και τον ουρανό, το σύνολο του αισθητού σύμπαντος, υπερβαίνων τα όρια του αισθητού. Όφειλε εν συνεχεία να εισδύσει στο νοητό σύμπαν δια της γνώσεως της όμοιας προς την των αγγελικών πνευμάτων, ώστε να συγκεντρώσει εις αυτόν τον νοητόν και αισθητόν κόσμο. Τέλος, ο άνθρωπος μη έχων εκτός αυτού η μόνο το θεό δεν θα έμενε η μη να του δοθεί εξ ολοκλήρου ορμήν αγάπης. Αποθέτω εις Αυτόν ολόκληρο το σύμπαν συγκεντρωμένο εις το ανθρώπινο είναι. Τότε ο θεός θα εχαρίζετο εις τον άνθρωπο ο οποίος θα κατείχε δύναμη αυτής της δωρεάς καταχάρη παν ότι ο θεός κατέχει εκ φύσεως. Ούτο θα συνεπληρούτο η θέωσης του ανθρώπου και ολοκλήρου του κτιστού σύμπαντος. Το έργον τούτο το οποίο επροορίζετο για τον άνθρωπο, μη πραγματοποιηθέν υπό του Αδάμ, δυνάμεθα να το αναμένουμε δια μέσω του έργου του Χριστού, δεύτερου Αδάμ. Αυτή είναι η θεωρία του Αγίου Μαξίμου περί την διαίρεσην του κτιστού σύμπαντος. Αι διαιρέσεις αυταί παρα τω Μάξιμο, εκφράζουν τον περιορισμό του κτίσματος χαρακτήρα ο οποίος είναι αυτή η κατάσταση του είναι συγχρόνως προβλήματα προς λύση, εμπόδια τα οποία πρέπει να υπερπηδηθούν στην οδό της μετά του θεού ενώσεως. Ο άνθρωπος δεν είναι εν όν απομονωμένο εκ του υπολοίπου της δημιουργίας δι’ αυτής μάλιστα της φύσεως του, είναι συνδεδεμένος με το σύνολο του σύμπαντος. Ο Απόστολος Παύλος μαρτυρεί ότι η κτίσης ολόκληρως προσδοκά την μέλλουσα αποκαλυφθείσα δόξα των Υιών του θεού (Ρωμ. 8-18-22).


Η έννοια του κόσμου ουδέποτε υπήρξε αδιάφορος για την ανατολική πνευματικότητα. Εκφράζεται τόσο εις την θεολογία όσο και εις την λειτουργική υμνολογία εις την εικονογραφία. Και κυρίως εις τα ασκητικά κείμενα των διδασκάλων της πνευματικής ζωής της ανατολικής Εκκλησίας. <<Και τι εστί καρδιά ελεήμων – διερωτάται ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος – κανείς καρδιάς υπέρ πάσης της κτίσεως, υπέρ των ανθρώπων και των όρνεων και των ζώων και των δαιμόνων και υπέρ παντός κτίσματος. Και εκ της μνήμης αυτών και της θεωρίας αυτών ρέουσι οι οφθαλμοί αυτού δάκρυα>>. Ο άνθρωπος εδημιουργήθει τελευταίος για να εισαχθεί εις το σύμπαν ως βασιλεύς στο παλάτιον του. Έλεγον οι Έλληνες πατέρες <<ως προφήτης και αρχιερεύς>>. Ο Φιλάρετος Μόσχας δίδων εκκλησιαστικό τόνο εις την κοσμολογία της βίβλου. Για τον σπουδαίο αυτόν θεολόγο του προηγούμενου αιώνα, η δημιουργία είναι ήδη μια προετοιμασία της Εκκλησίας η οποία θα έχει την αρχή της στον επίγειο παράδεισο με τους πρώτους ανθρώπους. Τα βιβλία της αποκαλύψεως είναι για αυτόν μία Ιερά ιστορία του κόσμου αρχόμενη από της δημιουργίας του ουρανού και της γης και καταλήγουσα εις τον καινόν ουρανό και την καινή γη της Αποκαλύψεως. Η ιστορία του κόσμου είναι ιστορία της Εκκλησίας η οποία είναι το μυστικό θεμέλιο του κόσμου. Η Ορθόδοξος θεολογία των τελευταίων αιώνων είναι ουσιαστικώς εκκλησιολογική. Το δόγμα της Εκκλησίας είναι σήμερα το μυστικό ελατήριο, το οποίο προσδιορίζει την σκέψη και την θρησκευτική ζωή της Ορθοδοξίας. Το σύνολο της χριστιανικής παραδόσεως χωρίς να έχει αλλοιωθεί ή εκσυγχρονιστεί παρουσιάζει σήμερα τη μορφή της εκκλησιολογίας. Ο κόσμος εδημιουργήθει εκ του μηδενός δια μόνης της θελήσεως του θεού – αυτή είναι η αρχή του, η Θεία Θέληση. Εδημιουργήθει για να μετάσχει στο πλήρωμα της, πλήρωμα της θείας ζωής που είναι ο προορισμός του. Εκκλήθει να πραγματοποιήσει την ένωση ταύτη εν τη ελευθερία εν τη ελευθέρα συμφωνία της ανθρώπινης θελήσεως μετά της θελήσεως του θεού.


Αυτό είναι το μυστήριο της Εκκλησίας συμφύας μετά της δημιουργίας δια μέσου όλων των μεταβολών αι οποίαι ηκολουθησον την πτώση της ανθρωπότητας και την καταστροφή της πρώτης Εκκλησίας. Της παραδεισιακής Εκκλησίας η κτίσης θα διαφυλάξει την ιδέα του προορισμού της και συγχρόνως την ιδέα της Εκκλησίας, η οποία τέλος θα πραγματοποιηθεί πλήρως μετά τον Γολγοθά και την Πεντηκοστή ως η κύριως Εκκλησία, η ακατάλυτος Εκκλησία του Χριστού. Εις το εξής, το κτιστόν και περιορισμένο σύμπαν θα φέρει ένα νέο σώμα κατέχον μια άκτιστο και απεριόριστον πληρότητα την οποία ο κόσμος δεν δύναται να περιλάβει. Αυτό το νέο σώμα είναι η Εκκλησία, η πληρότης την οποίαν κατέχει είναι η χάρης, η αφθονία των θείων ενεργειών δια των οποίων και δια τας οποίας εδημιουργήθει ο κόσμος. Εκτός της Εκκλησίας δρουν ως αποφασιστικαί εξωτερικαί αίτιαι ως αι Θείαι Βουλαί δημιουργεί και συντηρείται του είναι. Μόνο εν τη Εκκλησία εν τη ενότητα του σώματος του Χριστού, απονέμονται, παρέχονται εις τους ανθρώπους δια του Αγίου Πνεύματος μόνο εν τη Εκκλησία αι ενέργειαι εμφανίζονται ως η χάρης, εν τη οποία τα κτίσματα εκκλήθησαν να ενωθούν μετά του θεού. Ολόκληρο το σύμπαν εκκλήθει να εισέλθει εις την Εκκλησία, να γίνει η Εκκλησία του Χριστού δια να μεταβληθεί μετά την συντέλεια των αιώνων εις ουράνιαν βασιλείαν του θεού. Δημιουργηθείς εκ του μηδενός ο κόσμος ευρίσκει την τελειοσίν του εν τη Εκκλησία όπου αποκτά μιαν αδιάσειστον βάση για την πραγματοποίηση του προορισμού του (την Θέωση).


Δόξα τω δημιουργήσαντι ταις χερσή σου τον Αδάμ.


Δόξα τω ζωοποιήσαντι τη εμπνεύσι σου Αυτόν.

 
 
 

Σχόλια


bottom of page